Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος, Συγγραφέας
Δεν πέρασε μεγάλο διάστημα από την ανακοίνωση Ερντογάν για τη μετατροπή της Αγιά Σοφιάς σε τζαμί και την σχετική τελετή κι όπως ήταν αναμενόμενο οι διαθέσεις του Τούρκου ηγέτη δεν θα περιορίζονταν μόνο σε αυτή τη βαθιά συμβολική και σημειολογική πρωτοβουλία. Σε σύντομο χρόνο αποφάσισε κι εκτέλεσε μια παρόμοια απόφαση και για τη Μονή της Χώρας.
Η ισλαμοποίηση ήταν και παραμένει κεντρικός στόχος του. Η αλλαγή χρήσης ιστορικών μνημείων λειτουργεί ως χρήσιμο εργαλείο για την ανάδειξη της ισχύς των μουσουλμανικών θρησκευτικών πιστεύω εντός της χώρας αλλά και ως μέσο για να στείλει σαφές πολιτικό μήνυμα προς τον Δυτικό κόσμο και τις αξίες του τις οποίες περιφρονεί.
Οι χλιαρές αντιδράσεις τόσο της Ε.Ε. των ΗΠΑ, της UNESCO αλλά και ομόθρησκων με εμάς εθνών όπως η Ρωσία, που θα μπορούσαν με στοχευμένες κυρώσεις να πιέσουν την Τουρκία ώστε να συμμορφωθεί με διεθνές συνθήκες και όρους, αφήνουν ανοιχτό το δρόμο στον Ερντογάν για ν’ αναπτύξει κι άλλο το σχέδιο του και πιθανότατα να προχωρήσει και σε άλλες σχετικές παρεμβάσεις.
Ποιος μπορεί, με σιγουριά, να αποκλείσει επέκταση αυτών των δράσεων και σε άλλα μνημεία του ελληνικού πολιτισμού που βρίσκονται στο έδαφος της Τουρκίας.
Τα παράλια της Μικράς Ασίας είναι γεμάτα με υψίστης αξίας δείγματα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Στον Πόντο υπάρχουν ακόμη τ’ απομεινάρια μιας άλλης εποχής. Τι θα σταματήσει την τουρκική κυβέρνηση από την προώθηση εναλλακτικής “αξιοποίησης” και σε αυτούς τους χώρους;
Δεν θα υποδείξουμε εμείς, ούτε στην ελληνική κυβέρνηση, ούτε στους διεθνείς οργανισμούς το πώς και το πότε θα αντιμετωπίσουν με πιο δυναμικό και διορατικό τρόπο όλη αυτή την αναταραχή. Οι ενδείξεις υπάρχουν και είναι ισχυρές.
Χρειάζεται μεθοδική ανάλυση, διπλωματικές κινήσεις και συνεργασίες με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, ώστε να προετοιμαστεί μια απάντηση στις διαρκείς θρησκευτικές και πολιτισμικές προκλήσεις των γειτόνων μας, πριν να είναι πολύ αργά για δάκρυα.