/Σοπενχάουερ: Ο κόσμος σαν βούληση και παράσταση

Σοπενχάουερ: Ο κόσμος σαν βούληση και παράσταση

Γράφει ο Δημοσθένης Δαββέτας, Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης ,ποιητής, εικαστικός, γεωπολιτιστικός αναλυτής.

Γεννημένος στην πόλη Γκντανσκ (σήμερα στην Πολωνία τότε στην Πρωσσία) στις 22 Φεβρουαρίου του 1788, ο Ριχάρδος Σοπενχάουερ, ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν πλούσιος έμπορος κι εφοπλιστής και προόριζε τον γιο του για διάδοχο των επιχειρήσεων του. Η μητέρα του ήταν συγγραφέας κι ήταν σε μεγάλο κύκλο διανοουμένων της εποχής της. Μεταξύ των φίλων της ήταν κι ο Γκαίτε

Από τον πατέρα του πήρε το κοσμοπολίτικο στοιχείο κι έκανε πολλά ταξίδια ,μεταξύ άλλων σε χώρες όπως Ολλανδία, Ελβετία, Αυστρία, Αγγλία ενώ έμεινε δυο χρόνια στην Γαλλία οταν ήταν μόλις εννιά χρονών. Επίσης έμαθε πολλές γλώσσες . Κάθε ταξίδι του στην νεαρή ηλικία ηταν οργανωμένο από τον πατέρα του ώστε ο γιος του να ταξιδεύει σε χώρες ώστε να μάθει την γλώσσα τους. Λέγεται μάλιστα οτι και το όνομα του Αρθούρος επιλέχτηκε γιατί κατά τον πατέρα του ειναι ένα όνομα που υπάρχει αυτούσιο σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες.

Από την μητέρα του πήρε την αγάπη για τα γράμματα και τις τέχνες όπως και την χαρά να συναντιέται με σημαντικούς πνευματικούς ανθρώπους αλλά και να δείχνει ενδιαφέρον για συζητήσεις σε κύκλους διανοουμένων.

Η έντονη πίεση του πατέρα του για να στραφεί ο γιος του προς τις επιχειρήσεις του ,αλλά κι η εύθραυστη υγεία του νεαρού Σοπενχάουερ ,ηταν η αιτία να περάσει πολύ δύσκολα παιδικά χρόνια. Στα δεκαπέντε του ταξιδεύει εκ νέου στην Ευρώπη ,στην Αγγλία, στο Παρίσι, την Λυών, την Σαβόια, την Ολλανδία κλπ. Πάλι για να μάθει ξένες γλώσσες. Βέβαια αυτά τα ταξίδια του άνοιξαν το μυαλό και διεύρυναν την σκέψη του ,για να χρησιμοποιήσω τον όρο ” διευρυμένη σκέψη” του Καντ που Ο Σοπενχάουερ εκτιμούσε τοτε πολύ. Με το που επέστρεψε απο τον μεγάλο ταξιδιωτικό του περίπλου εργάστηκε για ενα περίπου χρόνο στις επιχειρήσεις της οικογένειας. Δίχως όμως κανένα ενδιαφέρον.

Αυτη η έντονη μελαγχολία που είχε απο παιδί τον βάραινε ολο και πιο πολύ. Και μεγάλωσε ακόμα περισσότερο τον επόμενο χρόνο που πέθανε ο πατέρας του. Ο θάνατος του γονιού του τον αποσταθεροποίησε κι η φυσική εσωστρέφεια του μεγάλωσε κι άλλο. Ο Σοπενχάουερ σαν άνθρωπος ήθελε πάντα να ‘χει κοινωνική παρουσία κι όμως δεν το κατάφερνε. Ηταν τον περισσότερο καιρό μοναχικός παρά τις προσπάθειες της μητέρας του να τον κοινωνικοποιήσει και η οποία αφού πούλησε τις οικογενειακές επιχειρήσεις εγκαταστάθηκε μαζί του στην Βαϊμάρη.

Τα χρόνια του γυμνασίου στην Gotha αλλά και στην Weimar αρχίζει να μελετά κλασσικούς φιλοσόφους . Υπήρξε άριστος μαθητής κι είχε την τύχη να συναναστρέφεται τον Γκαίτε που ηταν φίλος της μητέρας του. Μετά το τέλος των κλασσικών του σπουδών ο Σοπενχάουερ το 1809 εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο του Gottingen . Ήθελε αρχικά να σπουδάσει ιατρική. Είχε έντονο μέσα του το αίσθημα του τραύματος και της θεραπείας. Ήθελε να βρει τρόπους να “ξεκαθαρίσει” τους λογαριασμούς του με το αίσθημα θανάτου που τον κυνηγούσε απο την πολύ νεαρή του ηλικία, δείγμα προφανώς της ακρατης ευαισθησίας του που είχε και σαν χαρακτήρας αλλά και σαν ασθενικό παιδί.

Όμως την θεραπεία και την” ιατρική” του μυαλού και της ψυχής την βρήκε σε εναν άλλο “ιατρικό” κλάδο. Αυτον της Φιλοσοφίας. Ένας από τους καθηγητές του εκεί ο φιλόσοφος Σούλτσε τον μυεί στα έργα των Καντ, Πλάτωνα, Αριστοτέλη και Σπινόζα. Ένας άλλος Καθηγητής του ο Μάγιερ τον μυεί στις ανατολικές θρησκείες και συγκεκριμένα στον Ινδουισμό και τον Βουδισμό ,απο τον οποίο οχι μόνο επηρεάστηκε βαθιά ,αλλά επίσης έγινε ένας απο τους πιο σημαντικούς στοχαστές του στην Δύση. Αυτή η διπλή επίδραση εκείνο τον καιρό Ελληνισμού και Βουδισμού τον σημάδεψαν καθοριστικά κι επηρέασαν ουσιαστικά την φιλοσοφία του και ειδικά το μετέπειτα κολοσσιαίο έργο του ” ο κόσμος σαν βούληση και παράσταση”.

Από το 1811 ως το 1813 συνεχίζει τις σπουδές του στο Βερολίνο. Παρακολουθεί τα μαθήματα του Φ;iχτε, απ;o τον οποίο κι απογοητεύεται ,αλλά επίσης συνεχίζει και μαθήματα αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής γραμματείας. Είναι δε το 1814, σε ηλικία είκοσι πέντε ετών στο Πανεπιστήμιο της Ιένα ,που θα παρουσιάσει την διδακτορική του διατριβή καθοριστικά επηρεασμένη απο τον Καντ . Από το 1814 ως το 1818 γράφει το διάσημο αλλά και σημαντικό έργο του ” ο κόσμος σαν βούληση και παράσταση”.

Η αγωνία του να βρει λύση θεραπείας στα υπαρξιακά κι αισθητικά του ερωτήματα βρίσκει τον δρόμο της: Η Βούληση για τον Σοπενχάουερ προκαλεί πόνο κι ανέχεια . Από αυτά μπορεί να λυτρωθεί κάποιος μόνο μέσω του αισθητικού αναστοχασμού και της περισυλλογής. Κάθε άτομο έχει μέσα του την Βούληση. Η πραγματιοίηση των επιθυμιών μας είναι μάταιη γιατί η επιθυμία δεν τελειώνει ποτέ, είναι άλογη, ακαθοδήγητη κι ολο θέλει περισσότερα. Η Βούληση ελέγχει τις πράξεις του ατόμου αλλά και όλα τα δυνάμενα να παρατηρηθούν φαινόμενα.

Αυτή η αντίληψη της Βούλησης θυμίζει το ” καθαυτό ” του Καντ. Αφού λοιπόν η επιθυμία δεν ικανοποιείται και μενει “τραυματισμένη” κι αφού η Βούληση  από το ρήμα Βούλομαι που σημαίνει επιθυμώ, θέλω, μπορώ) δεν οδηγεί σε σωτηρία τον άνθρωπο ,τότε τι μπορεί να κάνει; Να παραδώσει το “θέλειν” του στον κόσμο της Παράστασης. Δηλαδή στην αναπαραγωγή της πραγματικότητας μέσω του έργου τέχνης. Μ’ άλλα λόγια αφού δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας (απουσία δηλαδή σκοπού αιτιότητας) μπορούμε να μάθουμε το πως να ζούμε, την τέχνη του ευ ζην, η όπως ο ίδιος λέει την τέχνη της ευδαιμονίας.

Κι αυτό γίνεται μέσα απο μια βασική αρχή που είναι κι Αριστοτελική : ν’ αποφεύγουμε όσο γίνεται ο,τι μας προκαλεί λύπη και να ζούμε τις επιθυμίες μας μέσα από την τέχνη. Η τέχνη δηλαδή είναι η “ιατρική” απάντηση στην αγωνία της ύπαρξης και του θανάτου Παρότι η ιδέα του της Βούλησης επηρέασε τον Νίτσε καθοριστικά εν τούτοις έδωσε μια άλλη κατεύθυνση ο ίδιος στην Βούληση του. Αντί δηλαδή την θέληση για δύναμη που επέλεξε ο Νίτσε, ο Σοπενχάουερ επέλεξε να βρει στρατηγικές λύτρωσης της καθημερινής ζωής. Όπως η τέχνη σαν θεραπεία , η ηθική ως άσκηση ευσπλαχνίας, η πνευματικότητα ως δρόμο προς την ηρεμία και την απουσία ταραχής .

Η Φιλοσοφία ηταν γι’ αυτόν φάρμακο εναντίον του φόβου και του θανάτου . Στόχος του ήταν να νικηθούν οι φόβοι απο την τέχνη της ευτυχίας η οποία μπορεί να μαθευτεί μέσω άσκησης κι αναστοχασμού. Έτσι προτείνει την συμφιλίωση με τον κόσμο και την ευτυχία της ύπαρξης ,πετυχαίνοντας με αυτόν τον τρόπο την έξοδο από την τυραννία της Βούλησης.
Όλα τα επόμενα έργα του οπως πχ τα ” πάρεργα και παραλειπόμενα ” ειναι ουσιαστικά σημειώσεις και σχόλια του των βασικών του θέσεων στο έργο του ” ο κόσμος σαν Βούληση και παράσταση”.

Το 1819 του ανατέθηκε να διδάξει στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Είναι εκεί που την ίδια περίοδο δίδασκε ο Χέγκελ ,ένας από τους κορυφαίους παγκοσμίως φιλόσοφους. Ο Σοπενχάουερ του κάνει σκληρή κριτική και μάλιστα βάζει το μάθημα του την ίδια ώρα με αυτήν του Χέγκελ. Αποτυχία. Λιγοι φοιτητές τον παρακολουθούν. Κι αποφασίζει να εγκαταλείψει το Πανεπιστήμιο. Και φεύγει για Ιταλία . Δυο χρόνια μετά βυθίστηκε σε βαθιά κατάθλιψη.

Η διαφορά του με τον Χέγκελ ήταν κατά βάθος φιλοσοφική. Ο Χέγκελ μιλούσε για το Zet Geist ,το πνεύμα των καιρών, της εποχής. Αυτό προσανατολίζει τα μέλη της κοινωνίας. Ο Σοπενχάουερ πίστευε στην Βούληση που είναι μέσα στο άτομο. Πίστευε σ’ ένα φιλελεύθερο σύστημα κυβέρνησης. Ήθελε το κράτος ν’ αφήνει ελεύθερο τον πολίτη προς αναζήτηση της προσωπικής του λύτρωσης. Το κράτος γι’ αυτόν ήταν μόνο αναγκαιότητα για ν’ ανασταλούν οι καταστροφικές τάσεις του ανθρώπινου είδους. Απόμακρος της Πολιτικής στοχαζόταν τις αιώνιες αξίες αμφισβητώντας την εξελικτική πορεία της ιστορίας. Ηταν εχθρός της δουλείας κι έβλεπε τον Χριστιανισμό οχι ως δόγμα αλλά ως επανάσταση.

Παρότι συχνά τον αποκαλούν μισάνθρωπο η φιλόσοφο της απαισιοδοξίας ,εγω θα ‘λεγα οτι προσπαθώντας ν’ αποφύγει την καθημερινή θλίψη έφτιαξε ενα τρόπο σκέψης που βοηθά κάποιον να ζήσει ήρεμα κι υπομονετικά μέσω της συναισθηματικής και πνευματικής άσκησης.

Η μεγάλη σημασία του έργου του φάνηκε προς το τέλος της ζωής του και συγκεκριμένα γύρω στο 1853 οταν τον ανακάλυψε ο Βάγκνερ. Η σκέψη του τον κατατάσσει στους μεγάλους φιλοσόφους που επηρέασαν και την φιλοσοφία και την λογοτεχνία του 19ου και του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα που επανέρχεται δυναμικά στην επικαιρότητα. Και κάτι εντυπωσιακό: όταν πέθανε άφησε την περιουσία του στον σκύλο του.