/Μικρό Διήγημα: Αυτός που γνώριζε πολλά (Πάνος Χατζηγεωργιάδης)

Μικρό Διήγημα: Αυτός που γνώριζε πολλά (Πάνος Χατζηγεωργιάδης)

Γράφει ο Πάνος Χατζηγεωργιάδης

Μην με βλέπετε έτσι γέρο πιά με τα παλιά ξεφτισμένα μου ρούχα, παρατημένο απο την πρώτη μου νιότη εδώ και τόσα χρόνια. Γεννήθηκα και γώ δεν θυμάμαι πότε αν και για αυτά που θα σας πώ, καμιά σημασία δεν έχει η ημερομηνία της γέννησης μου. Ταξίδεψα σε τόσους τόπους και γνώρισα τόσους ανθρώπους, τόσους πολλούς που κανείς σας είμαι σίγουρος πλέον, δεν μπορεί να βάλει με τον νού του τον ακριβή αριθμό.

Αυτή την στιγμή που σας εξομολογούμαι αυτά τα λόγια που ιστορούν κατά ένα μόλις μέρος την μακρόχρονη πορεία μου μέσα στον κόσμο, βρίσκομαι ακουμπισμένος στην πολυθρόνα ενός μεγαλοαστικού σπιτιού. Ο ιδιοκτήτης του μπορώ να πώ πως μου φέρεται καλά αν και ώρες ώρες, δείχνει να με βαριέται αφόρητα αν και η ευγένεια που τον διακρίνει και είναι αποτέλεσμα χαρακτήρα αλλά και περιβάλλοντος που έζησε όλα του τα χρόνια, δεν με κάνει ποτέ να νιώθω ξένος και εχθρικός εδώ, που ζώ για την ώρα.

Οι υπηρέτες του μου φέρονται επίσης καλά, ίσως απο έναν φόβο μην δυσαρεστήσουν το αφεντικό τους το περισσότερο, παρά απο πραγματικό ενδιαφέρον για μένα φοβούμενοι μην τυχόν τους απολύσει και χάσουν έτσι την ζωή που ήδη έχουν και που άλλοι συνάνθρωποι τους ούτε καν ονειρεύονται. Γιατι είναι βλέπετε όνειρο των περισσότερων ανθρώπων το να ζούν ως σκλάβοι, ανάμεσα σε υποχρεώσεις που δεν παίρνουν αναβολή και την σκληρή τους καθημερινότητα που και για αυτήν οι ίδιοι φταίνε και το μυαλό που κουβαλάνε, σε σημείο τέτοιο που οι άνθρωποι αυτοί να μην μπορούν να ξεχωρίσουν πλέον τι είναι πραγματική ζωή, τι ελευθερία, τι σκλαβιά. Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τίποτε, τυφλοί και τυφλωμένοι όπως έμαθαν να είναι.

Τρέχουν οι περισσότεροι απο δαύτους πίσω απο τον κάθε μικρό ή μεγάλο απατεώνα που τους έχει καταλάβει και τους κοροιδεύει τάζοντας τους τα μεγαλύτερα ψέμματα και είναι ευχαριστημένοι με το να περνάνε τον καιρό τους στα πιο ανούσια πράγματα, κλείνοντας μιά εκ των ημερών τα μάτια τους για πάντα, χωρίς ποτέ να καταλάβουν πιο είναι το πραγμαικό νόημα αυτής εδώ της ζωής.

Το είδος αυτού του ζώου που ονομάζεται άνθρωπος λοιπόν, έχει κάνει πολύ κακό σε αυτόν εδώ τον πλανήτη που τον έχει ονομάσει ο ίδιος γη. Γενικώς αυτό που λέμε άνθρωπος, βρίσκει ονόματα στο κάθε τι και μετά πιστεύει πως έτσι τα λένε και στην πραγματικότητα. Ο ορισμός της ανοησίας ! Ανακάλυψε κάτι που το ονομάζει χρόνο και που με αυτό μετράει την λιγόχρονη ζωή του. Γενικώς, αυτό που λέμε ανθρώπινο είδος, προσπαθεί με κάθε τρόπο να καταλάβει αυτόν τον κόσμο, αλλά την ιδια στιγμή ζεί εκτός του πραγματικού κόσμου, μέσα σε ένα κέλυφος που έχει κατασκευάσει και που αυτό νομίζει οτι είναι ο κόσμος. Μα πόσο γελιέται η αλήθεια !

Αν γνώριζε πραγματικά τι σημαίνει κόσμος στην ουσία του, ούτε πολέμους θα έκανε για πράγματα που τα βρίσκει κανείς παντού στο σύμπαν, ούτε θα έτρωγε με ευγένεια τις περισσότερες φορές ο ένας τον άλλον μιάς και τα χειρότερα εγκλήματα γίνονται πάντα με τον πιο ευγενικό τρόπο, μαζεύοντας κάτι χαρτιά που ο ίδιος δημιούργησε και τα ονομάζει χρήμα. Χρήμα, ακόμα μιά προσπάθεια αυτού που λέμε άνθρωπος, στο να επινοήσει έναν κόσμο κατάδικο του μέσα στον πραγματικό κόσμο, που στο τέλος θα τον πνίξει αυτό του το δημιούργημα σαν ένα άλλο τέρας που του έδωσε ζωή πιστεύοντας πως ανακάλυψε τον κόσμο μα που δεν είναι τίποτε άλλο απο δικές του φαντασίες και όνειρα απο αυτά που βλέπει κανείς στον ξύπνιο του.

Η ανωριμότητα αυτού του είδους πλασμάτων τελικά, είναι οχι μόνο αθεράπευτη αλλά και επικίνδυνη για όλο το σύμπαν. Βέβαια, ανάμεσα σε τόσα άσχημα που έχει κάνει, έχει και ορισμένες καλές και θετικές στιγμές, αλλά που μόνο θαρρείς υπάρχουν προκειμένου να επιβεβαιώσουν τον κανόνα. Και ο κανόνας είναι ανωριμότητα, πλεονεξία, εγωισμός. Ναι εγωισμός γιατι το ανθρώπινο είδος δεν μπόρεσε ποτέ του να χωνέψει, πως δεν θα ζεί για πάντα εδώ πάνω, πως κάποτε θα λιώσει μέσα στο χώμα και πως όλα όσα ωραία είχε κατακτήσει με καλό ή άσχημο τρόπο για όσο ζούσε, θα χαθούν όπως και δαύτος και κανείς δεν θα θυμάται ποτέ αυτή του την ίδια την ύπαρξη. Ε αυτό που λέτε, ποτέ του δεν θα μπορέσει να το χωνέψει βαθιά μέσα του και πάντα θα παλεύει για να ξεχωρίσει, ανάμεσα σε όλα τα ζωντανά αυτού που ο ίδιος ανακάλυψε και ονομάτισε Θεό, που όμως δεν είναι παρά μιά φυσική δύναμη που ακόμα δεν έχει αποκαλυφθεί πλήρως σε κάτι τόσο μικρό όπως ο (αυτο)ονομαζόμενος άνθρωπος.

Μην φοβάστε, δεν θα σας αρχίσω τα περί Θεολογίας, γιατι κι αυτή χρησιμοποιήθηκε απο άνθρωπο σε άνθρωπο, προκειμένου να εκμμεταλευτεί αυτό το μόνιμο, αδιόρατο, ασυνείδητο μα υπαρκτό φόβο για την ανυπαρξία μετά απο αυτό που ο ίδιος πάλι ονομάτισε θάνατο.
Μα πιστέψτε με πως ούτε ζωή υπάρχει, ούτε θάνατος. Γιατι πως μπορείς να πεθάνεις αν δεν έχεις ζήσει ; πως μπορείς να αφήσεις μιά κατάσταση αν δεν ξέρεις καν οτι ζείς μέσα σε αυτήν την κατάσταση ;

Έτσι αυτό το ανθρώπινο κοπάδι απο περίεργα, φίλαυτα πλάσματα περιφέρεται εκατομμύρια χρόνια ανάμεσα στις πέτρες και τις θάλασσες αυτού εδώ του κόσμου νομίζοντας κάθε φορά πως έφτασε στην γη της αλήθειας, μόνο που αυτή η γη που ακροφαίνεται πάντα στον ορίζοντα, δεν είναι άλλο απο οφθαλμαπάτη, δεν είναι άλλο απο ψέμμα που οι πεπερασμένες αισθήσεις αυτού του πλάσματος του δίνουν την εντύπωση πως αυτό είναι ο κόσμος. Αλλίμονο στον άνθρωπο που μπόρεσε έστω και για ένα δευτερόλεπτο της μικρής του ζωής, να αντικρίσει τον πραγματικό κόσμο ! Κούνια που σε κούναγε δύσμοιρε ανθρωπάκό !

Τέλος πάντων, πέρασε η ώρα και πρέπει να ξεκουραστώ για απόψε μιάς και σε λίγο καιρό θα έχω ταξίδι. Αύριο, ίσως μεθαύριο, θα με μαζέψουν απο εδώ γιατι ο νοικοκύρης του σπιτιού θα πεθάνει σε λιγάκι (μην με μαρτυρήσει κανείς σας !). Εμένα θα με βρούν, θα με καταχωνιάσουν σε καμιά κούτα ή θα με πετάξουν στα σκουπίδια.

Μα μην ανησυχείτε, πάντα βρίσκω το δρόμο μου προς ένα νέο, πρόσκαιρο ιδιοκτήτη….