/Βιβλιοκριτική: Οι καμπάνες (Γιώργος Θεοτοκάς)
Kanoajrstheorokas

Βιβλιοκριτική: Οι καμπάνες (Γιώργος Θεοτοκάς)

Γράφει ο ΓιώργοςΝεκτάριος Παναγιωτίδης, συγγραφέας

Συχνά, μέσα στις σύγχρονες ευρωπαϊκές και ευρύτερα δυτικές πρωτεύουσες, υπάρχει μια διαλεκτική μεταξύ της παλιάς και της σύγχρονης Ιστορίας τους. Έχοντας βρεθεί στην Ισπανία πρόσφατα με κάποια αφορμή, είχα την ευκαιρία να θαυμάσω πώς μπόρεσε η χώρα αυτή, της οποίας οι κάτοικοι συνδυάζουν φιλοξενία και ευγένεια, και που η τέχνη της έμεινε συνώνυμη του πάθους αλλά ακόμα και της λεπτής μελαγχολίας, να συνδυάσει το παραδοσιακό και το μοντέρνο.

Στη χώρα μας, όπου μας χαρακτηρίζει ένας ευρύτερος μεταπρατισμός, δυστυχώς φανήκαμε ξενομανείς και φανατικοί του ό,τι μας φαινόταν σύγχρονο και μοντέρνο.

Έτσι, επικράτησε ένα ρεύμα «εκσυγχρονιστικό», το οποίο θα λέγαμε ότι ενσάρκωσαν περισσότερο οι εγχώριες δυνάμεις που εκπροσωπούσαν τον «αστισμό». Αναμφίβολα έταμε οριζόντια τον παλιό δικομματισμό στη μεταπολιτευτική περίοδο, ενώ πριν από αυτήν δυνάμεις μέσα στην ΕΡΕ του Καραμανλή, το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου, αλλά επίσης και… σουλτάνοι της οθωμανικής περιόδου, όπως αυτοί της περιβόητης εποχής του Τανζιμάτ, θέλησαν να εκσυγχρονίσουν τις πόλεις μας και να τους δώσουν όψη «ευρωπαϊκή», ξεριζώνοντας τους… μεσαιωνισμούς.

Όλα αυτά ο Γιώργος Θεοτοκάς, ο οποίος θα λέγαμε ότι ήταν ένας φιλελεύθερος δημοκράτης και ευρωπαϊστής, με εντονότατη την έγνοια για την κοινωνική δικαιοσύνη, τα έχει διεκτραγωδήσει και στις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις, όπου μάλιστα ο ίδιος, όντας δια βίου ενάντιος στον μαρξισμό, αναρωτιέται, έχοντας δει την εμπνευσμένη δουλειά των ανθρώπων του μαρξιστικού κράτους στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, αν πρέπει να έρθουν οι μαρξιστές τάχα στην εξουσία για να διασώσουν την παράδοση και το ρομαντισμό των ιστορικών πολιτειών!

Εδώ όμως μιλάμε πλέον για το λογοτεχνικό κύκνειο άσμα, που λένε, του μεγάλου Γιώργου Θεοτοκά, που μας έφυγε στα 61 περίπου χρόνια του, το 1966. 4 χρόνια μετά, βγήκε αυτό το διαμάντι, που αποκαλείται «οι καμπάνες».

«Για ποιον χτυπάει η καμπάνα;», θα ρωτήσει κανείς. Η απάντηση βασικά είναι απλή: για το σύνολο του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού!

Εδώ λοιπόν θα μάθουμε για τις περιπέτειες ενός ιδιοφυούς Έλληνα καθηγητή οικονομικής επιστήμης και αξιωματούχου του ελληνικού κράτους, του Κωστή Φιλομάτη, ο οποίος σε κάποια φάση μετά τα 50 του, και, όντας σε αποστολή για την περιβόητη “Υπόθεση”, βλέπει γύρω του να γκρεμίζονται τα πανύψηλα κτίρια της Νέας Υόρκης: το Ροκφέλερ Σέντερ, το Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ, το Κράισλερ Μπίλντινγκ. Να καταρρέουν, ας πούμε, όλα σα “χάρτινος πύργος”, αλλά “χωρίς πάταγο” και… χωρίς κανείς να δίνει σημασία! Ο Φιλομάτης μάλιστα στη Νέα Υόρκη γνωρίζει ένα πολύ περίεργο και… σκανδαλιστικό τύπο, το Δόκτωρα Σνακ, τον οποίο συναντά για πρώτη φορά στην κοσμόπολη αυτή, όπου του δίνει μια δική του εκδοχή για τη λατρεία του χρυσού μόσχου από τους Ισραηλίτες και τον Ααρών.

Η περιπέτεια ξεκινάει μάλιστα με τη σύζυγο του Φιλομάτη να έχει επισκεφτεί έναν ψυχίατρο, ο οποίος, όντας άνθρωπος με έντονα και πολύπλευρα πνευματικά ενδιαφέροντα, δε θα διστάσει να πει πως μπορεί να τον «βοηθήσει» με κάποια αγωγή, χωρίς όμως να μπορεί καθόλου να διαψεύσει τα νοήματα και τα βιώματα του Φιλομάτη, τα οποία δε διστάζει να παραλληλίσει με αυτά μεγάλων μυστικών, όπως, για παράδειγμα, η Ιωάννα της Λωραίνης, που, στην εποχή της, φυσικά, θεωρήθηκε «μανιακή», παρανοϊκή, ή και του Μωυσή!

Ο Φιλομάτης θα επισκεφτεί τελικά και το Σινά, όπου έχει συζητήσεις με το μοναχό Παχώμιο. Ο ίδιος ο Θεοτοκάς βεβαίως μας έχει γράψει για το Σινά σε ταξιδιωτικές του εντυπώσεις. Εδώ πραγματικά ο ήρωάς του βρίσκεται ενώπιον των έσχατων ερωτημάτων και, σε επίπεδο τόπου, προ της κορυφαίας συνάντησης του θεόπτη Μωυσή με τον Θεό μέσα από το «μη-όραμα» στην κορυφή του Σινά, στο «θεϊκό γνόφο» (=σκοτεινή ομίχλη). Καθόλου τυχαίο ότι ο Φιλομάτης φέρεται να πεθαίνει κατά την ανάβασή του προς το τελευταίο κομμάτι προς την “Αγία Κορυφή” του Σινά, υποθετικά… μαλώνοντας με τον Σνακ, ο οποίος, όπως έχει διαπιστώσει, τον είχε εξαπατήσει με τις (παρ)ερμηνείες του.

Κι εδώ, ο Θεοτοκάς, έχοντας υποφέρει πολύ και αυτός μετά την απώλεια της αγαπημένης του συζύγου Ναυσικάς, που αποτέλεσε το μεγάλο έρωτα της ζωής του, παρ’ ότι ο γάμος τους έγινε σε ωριμότερη ηλικία, κι έχοντας αντιμετωπίσει γενναία τα μεγάλα ερωτήματα, θα μας αφήσει με ένα έργο τεράστιου βεληνεκούς, όπου θα αναγνωρίσει μεταξύ των άλλων αυτό που αργότερα θα μας πουν κοινωνιολόγοι δικοί μας και ξένοι: την καταβαράθρωση της Δύσης στον μηδενισμό, την απαξία όλων των αξιών και την άνοδο της ασημαντότητας. Άξιο τέλος μιας πανάξιας θητείας στα γράμματα αλλά και την αυθεντική πνευματική αναζήτηση…