Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης
Πολλοί ιστορικοί των Μέσων Χρόνων υποστηρίζουν πως οι απαρχές της Ευρώπης σφυριλατήθηκαν στο Κολοσσιαίο χρονικά αμόνι του Μεσαίωνα αλλά και του πολέμου.
Ίσως ο όρος πόλεμος να είναι εξαιρετικά μετριοπαθής αλλά και ήπιος για να σκιαγραφήσει τις χαοτικές καταστάσεις στις οποίες εγκλωβίστηκε η Ευρώπη μετά την κατάρρευση του ρωμαϊκού imperium και της Pax Romana.
Κάτω από την πίεση της κλιματικής αλλαγής και της μικρής παγετώνιας περιόδου που έπληξε την Ευρώπη την εποχή της ύστερης αρχαιότητας. Αναζητώντας θερμότερα κλίματα και καλλιεργήσιμες εκτάσεις, Γότθοι, Βάνδαλοι, αλλά και Βίκινγκς υπήρξαν οι φορείς μίας πρωτόγνωρης αλλά και βίαιης μετακίνησης πληθυσμών.
Στην ίδια ιστορική περίοδο τα ύδατα ήταν μολυσμένα λόγω της λάσπης, οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις, οι περίοδοι καλλιέργειας και επομένως τα παραγόμενα τρόφιμα είχαν μειωθεί δραματικά και οι θαλάσσιοι και χερσαίοι εμπορικοί δρόμοι είχαν καταρρεύσει.
Χρειάστηκε άλλωστε να περάσουν σχεδόν έξι αιώνες από τις πρώτες εισβολές βαρβάρων για να αφομοιωθούν ή να απωθηθούν από τα ευρωπαϊκά εδάφη και οι τελευταίοι εισβολείς. Σ αυτή την κομβική ιστορική συγκυρία οι ευρωπαϊκοί λαοί πέρασαν σε μια εξωστρεφή αντεπίθεση και άρχισαν σταδιακά να εξαπλώνονται αρχικά ανατολικά κυρίως μέσω χερσαίων οδών και με κύριο στόχο τους Αγίους Τόπους και αργότερα όταν έμαθαν την τέχνη της πλοήγησης νότια και δυτικά στη στις νέες χώρες που προέκυψαν την εποχή των ανακαλύψεων.
Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ίσο περίπου σε χρονική έκταση με εκείνο που χωρίζει τον 13ο αιώνα από την εποχή μας. Η << Ειρήνη του Θεού>> στην Ευρώπη που προσπάθησε να προωθήσει η ρωμαιοκαθολική εκκλησία και για την οποία οι πιστοί στους χριστιανικούς ναούς προσευχόταν με θέρμη εξίσου μεγάλη με την θέρμη για την οποία προσευχόταν για την μετά θάνατον ζωή υπήρξε μόνο σε εξαιρετικές αλλά και πρόσκαιρες και αποκλειστικά τοπικές περιστάσεις.
Είναι προφανές πως ολόκληρο το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο της φεουδαρχίας δημιουργήθηκε ακριβώς για να μπορέσουν οι λαοί της Ευρώπης να διασφαλίσουν την φυσική τους επιβίωση μέσα σε ένα εξαιρετικά δυσμενές και συνάμα δυστοπικό περιβάλλον.
Οι διαδοχικές και οιωνοί νομαδικές πολεμικές κοινωνίες που καθόρισαν με τρόπο απόλυτο και αποφασιστικό τον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα. Συγκρούστηκαν αρχικά μεταξύ τους και αργότερα αφομοιωθήκαν η μία από την άλλη όπως ακριβώς κάνουν τα κύμματα στις φουρτουνιασμένες θάλασσες.
Τις γοτθικές φυλές του 4ου αιώνα μ. Χ ακολούθησαν οι φράγκικες φυλές, που έχοντας συγκροτήσει έναν χαλαρό συνασπισμό με εθνοφυλεκτικά χαρακτηριστικά κάτω από την ηγεσία της βασιλικής δυναστείας των Μεροβιγγείων, ακολούθησαν τους Άραβες που είχαν εισβάλει στην Γαλλία μέσω της ιβηρικής χερσονήσου τον 8ο αιώνα. Αργότερα και υπό την ηγεσία του Καρλομάγνου και των επιγόνων του κατόρθωσαν να ενοποιήσουν την δυτική Ευρώπη. Μια ενότητα που τελικά αποδείχτηκε βραχύβια.
Παρόμοια κατάσταση αντιμετώπιζαν και οι χώρες ανατολικά του Ρήνου που ήταν υποχρεωμένες να αντιμετωπίζουν για έναν και πλέον αιώνα τις επιδρομές των Μαγυάρων. Την ίδια περίοδο άλλωστε οι ακτές της βόρειας, της δυτικής αλλά και το νότιας Μεσογειακής Ευρώπης γνώριζαν την λεηλασία ακόμα και διαδοχικά κύματα εποικισμού από τους Βίκινγκς. Οι Νορμανδοί που εκχριστιανίστηκαν και υιοθέτησαν το φεουδαρχικό σύστημα ήταν οι καλύτεροι πολεμιστές της Ευρώπης. Επέκτειναν θεαματικά την κυριαρχία τους στις θαλάσσιες οδούς αλλά και τις εδαφικές τους επικράτειες, συντρίβοντας το σαξονικό βασίλειο της Αγγλίας, τους Άραβες της νότιας Ιταλίας και της Σικελίας για να κατευθυνθούν στα τέλη του 11ου αιώνα πέραν των ορίων της Ευρώπης καταλαμβάνοντας με όχημα την Α σταυροφορία τις μεσογειακές ακτές της Μέσης Ανατολής.
Ταυτόχρονα η κάστα των Γερμανών πολεμιστών υιοθετώντας και αυτή τον ιερό σκοπό της επέκτασης της χριστιανοσύνης και αφού απομόνωσε τους Μαγυάρους στα όρια περίπου της σημερινής Ουγγαρίας, επέκτεινε τα σύνορα της ανατολικότερα υποτάσσοντας και προσηλυτίζοντας φυλές ειδωλολατρών Σλάβων.
