/Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στον Ν.Γ. Λυκομήτρο

Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στον Ν.Γ. Λυκομήτρο

Ο ποιητής Ν.Γ. Λυκομήτρος απαντά στις 10+1 Ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, με αφορμή την κυκλοφορία της ποιητικής συλλογής “Ο ήχος της απώλειας”. 

  1. Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Βακχικόν η ποιητική σας συλλογή «Ο ήχος της απώλειας». Πώς θα την περιγράφατε συνοπτικά; 

 

Θα έλεγα ότι τα ποιήματα που την απαρτίζουν αποτελούν τους ήχους που περιγράφουν κάποιου είδους απώλεια που δεν σχετίζεται απαραίτητα με τον θάνατο. Έτσι, υπάρχουν ποιήματα που μιλούν για την απώλεια της προσωπικής αυτονομίας μέσα από την αλλοτρίωση που προκαλεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής, ποιήματα που μιλούν για την απώλεια της ψυχικής υγείας και τη συμβίωση με την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, ποιήματα που μιλούν για την απώλεια της σωματικής ακεραιότητας μέσω της φρίκης του βιασμού και ποιήματα που μιλούν για την απώλεια του έρωτα. 

Εκτός, όμως, από τα ποιήματα που σχετίζονται με κάποια μορφή απώλειας, τη συλλογή συναπαρτίζουν και ποιήματα που πραγματεύονται ζητήματα όπως η λαίλαπα του μικροαστισμού, η επανεμφάνιση του φασισμού, η πυρηνική απειλή, η μοναξιά της μητρόπολης αλλά και η ασφυκτική ζωή στην επαρχία, η ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας, καθώς και ζητήματα μεταφεμινιστικά. 

 

  1. Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης; 

 

Κάθε ποίημα αυτής της συλλογής εκκινεί είτε από κάποιο προσωπικό μου βίωμα είτε από το βίωμα κάποιου άλλου ανθρώπου, το οποίο μου κέντρισε το ενδιαφέρον και με «ανάγκασε» να γράψω κάτι γι’ αυτό.

Ο συνδετικός κρίκος που ενώνει τα ποιήματα είναι η ανάγκη μου να εκφραστώ και να καταδείξω αλλά και να καυτηριάσω τα κακώς κείμενα, αφήνοντας τον αναγνώστη/την αναγνώστρια να αναζητήσει τις διεξόδους. 

Πεποίθησή μου είναι ότι ο ποιητής/η ποιήτρια δεν μπορούν να ζουν απομονωμένοι σε ένα γυάλινο κόσμο όταν όλα γύρω τους καταρρέουν. Πιστεύω στην Ποίηση με κοινωνικό και πολιτικό πρόσημο, μακριά από κομματικές εξαρτήσεις, που μετατρέπει το προσωπικό βίωμα σε συλλογικό και το αντίστροφο, προσπαθώντας να κινητοποιήσει τον αναγνώστη/την αναγνώστρια και συνάμα να κινητοποιηθεί από αυτόν/αυτήν.

Στόχος αυτής της συλλογής είναι να φτάσει στους ανθρώπους που μοχθούν καθημερινά και υποφέρουν (είτε στο εργασιακό περιβάλλον είτε στην προσωπική τους ζωή) και να τους μεταφέρει το μήνυμα ότι τα βιώματά τους, τα βιώματά μας, μπορούν να αποτελέσουν καύσιμη ύλη για την Ποίηση, ώστε να συσπειρώσει γύρω τους κι άλλους ανθρώπους και να τους δώσει δύναμη, οικοδομώντας εστίες κατανόησης, αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας.    

 

  1. Θα έλεγε κανείς ότι η απώλεια συνάδει με τη σιωπή. Ποιος είναι τελικά ο ήχος της απώλειας για τον καθένα από εμάς; 

Θα έλεγα ότι ο ήχος της απώλειας ακούγεται διαφορετικά για τον κάθε άνθρωπο. Ίσως είναι το ουρλιαχτό της μάνας που χάνει το παιδί της, η κραυγή του εραστή που χάνει το έτερον ήμισυ ή η σιωπή του βωβού πόνου κάθε απώλειας φυσικής ή νοητής. Καθένας ας αναλογιστεί τι συνιστά γι’ αυτόν/αυτήν τον ήχο μιας απώλειας.

 

  1. Ακολουθείτε μια συγκεκριμένη φόρμα γραφής ή σας την “επιβάλλει” η θεματολογία; 

Δεν θα έλεγα ότι η θεματολογία υπαγορεύει τη φόρμα γραφής. Τα περισσότερα ποιήματά μου έχουν την ίδια μορφή, ανεξαρτήτως θεματολογίας. Πρόκειται για ολιγόστιχα ποιήματα σε ελεύθερο στίχο.

Βεβαίως, είμαι ανοικτός σε προκλήσεις. Αν, δηλαδή, κληθώ να γράψω ένα ποίημα με συγκεκριμένη μορφή, μπορώ να ανταποκριθώ στην πρόκληση. Έχω γράψει λίμερικ και παντούμ.

 

  1. Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

Το ερέθισμα για να ξεκινήσω τη συγγραφική μου πορεία θεωρώ ότι ήταν η ποίηση του Κ.Γ. Καρυωτάκη. Όταν πρωτοδιάβασα ποιήματά του, όντας μαθητής Γυμνασίου, συγκλονίστηκα από τη δύναμη του έργου του και σταδιακά άρχισα και εγώ να γράφω τα πρώτα μου ποιήματα, επηρεασμένος, σε μεγάλο βαθμό, από το καρυωτακικό ύφος. 

Η συγγραφή προέκυψε ως ανάγκη να εκφράσω τα βαθύτερα συναισθήματά μου, αυτά που, για διάφορους λόγους, δεν μπορούσα να μοιραστώ με κάποιον άλλο. Έτσι, έγινε το καταφύγιο στο οποίο έβρισκα γαλήνη, όταν με καταρράκωναν οι δυσκολίες της καθημερινότητας.

 

  1. Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;

Πέρα από τον αυτονόητο ορισμό ότι η λογοτεχνία είναι η Τέχνη του Λόγου, θα έλεγα ότι η λογοτεχνία είναι η διέξοδος που έχουμε για να σκιαγραφήσουμε τα όνειρά μας, τις ανησυχίες μας, τους φόβους μας και οτιδήποτε άλλο μας απασχολεί. Είναι ένα μέσο που μπορεί να κάνει λίγο πιο υποφερτή την επώδυνη καθημερινότητα που βιώνουμε. 

 

  1. Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λογοτεχνία, και ειδικά ποίηση, λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο; 

 

Δεν ξέρω αν αποδεικνύεται με τεκμήρια η θέση που διατυπώνετε. Ωστόσο, θα την θεωρήσω δεδομένη για την οικονομία της συζήτησης. 

Θεωρώ ότι το πρόβλημα ανάγεται στην έλλειψη κουλτούρας ανάγνωσης που υπάρχει στη χώρα μας, στην έλλειψη βιβλιοθηκών και στον τρόπο λειτουργίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. 

Όλοι έχουμε μερίδιο ευθύνης. Οι περισσότεροι γονείς, καταρρακωμένοι από τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις, δεν έχουν χρόνο για διάβασμα, οπότε τα παιδιά δεν παίρνουν από αυτούς το «καλό παράδειγμα». Βιβλιοθήκες, γενικώς, δεν υπάρχουν ή, όπου υπάρχουν, είναι υποστελεχωμένες. Στα σχολεία συνήθως δεν υπάρχουν βιβλιοθήκες και δεν καλλιεργείται, πλην ελάχιστων φωτεινών εξαιρέσεων, η αγάπη για τη λογοτεχνία και ειδικότερα για την Ποίηση. 

Θεωρώ ότι η παρουσία λογοτεχνών στα σχολεία μέσω προγραμματισμένων επισκέψεων θα βοηθούσε πολύ προς την κατεύθυνση της καλλιέργειας κουλτούρας ανάγνωσης. Η άμεση επαφή θα μπορούσε να κεντρίσει το ενδιαφέρον των μαθητών για το βιβλίο και τη λογοτεχνία ειδικότερα, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να γνωρίσουν «εκ των έσω» τη διαδικασία της συγγραφής και να συζητήσουν διά ζώσης με τον λογοτέχνη/τη λογοτέχνιδα τα νοήματα των έργων του/της.

 

  1. Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στην ψηφιακή εποχή μας;

Θεωρώ ότι το βιβλίο εξακολουθεί να έχει τον ρόλο του στη ζωή μας. Για τους ανθρώπους που πλησιάζουν τα πενήντα, όπως εγώ, δεν νομίζω ότι τίθεται θέμα. Νομίζω ότι το ερώτημα αφορά περισσότερο τους νέους ανθρώπους και ιδίως τη νεότερη γενιά που μεγαλώνει με τα smartphones, τα tablets, κ.ο.κ. Το ζήτημα, δηλαδή, είναι αν το βιβλίο έχει κάποιο ρόλο να παίξει στη ζωή αυτών των ανθρώπων. Φρονώ, ωστόσο, ότι και πάλι η απάντηση είναι θετική. Οι πάσης φύσεως οθόνες δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τη σχέση του ανθρώπου με το βιβλίο. Εξ ου και ακόμα και στις πιο προηγμένες χώρες τα βιβλία εξακολουθούν να υπάρχουν και να χρησιμοποιούνται στην εκπαίδευση και αλλού, χωρίς να υποκαθίστανται από τα ψηφιακά μέσα. 

 

Το στοίχημα είναι να βοηθήσουμε τα παιδιά από τη βρεφική ηλικία να εξοικειωθούν με το βιβλίο και να το αγαπήσουν. Μέσα στον κυκεώνα των πληροφοριών που παρελαύνουν στις οθόνες μας καθώς κάνουμε scroll down, το βιβλίο παραμένει ένα απτό και σταθερό σημείο αναφοράς, στο οποίο μπορούμε ανά πάσα στιγμή να ανατρέξουμε και να εστιάσουμε, χωρίς να χάνουμε τον προσανατολισμό μας. Αυτό πιστεύω ότι είναι και το συγκριτικό του πλεονέκτημα έναντι των ψηφιακών μέσων από το οποίο συνάγεται ο ρόλος του στη σύγχρονη εποχή.  

 

  1. Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;

Η σειρά που ακολουθεί είναι τυχαία:

  1. Κατερίνα Γώγου – «Απόντες»
  2. Μιχάλης Κατσαρός – «Κατά Σαδδουκαίων»
  3. Sylvia Plath – “Ariel”
  4. Henrik Ibsen – “A Doll’s House”
  5. Sarah Kane – “4.48 Psychosis”

 

  1. Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη; 

Πιστεύω ότι μόνοι μας φτιάχνουμε την τύχη μας και θεωρώ ότι βάσει αυτής της αρχής πρέπει να λειτουργούμε στην καθημερινή μας ζωή. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, υπάρχουν φορές που συμβαίνουν κάποια πράγματα που σου δίνουν την αίσθηση ότι ήταν γραφτό ή μοιραίο να συμβούν. Δεν μπορούμε, όμως, να είμαστε μοιρολάτρες. Πρέπει να αντισταθούμε σε αυτή την τελεολογική αντίληψη των πραγμάτων με όσες δυνάμεις μας έχουν απομείνει.

 

  1. Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στις ζωές μας; 

Θεωρώ ότι η καθημερινότητα που βιώνουμε εμπεριέχει μία πολύ μεγάλη δόση ρεαλισμού, ούτως ή άλλως, οπότε δεν χρειαζόμαστε περισσότερη. Υπό αυτή την έννοια, θα απαντήσω ότι χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό, προκειμένου να αντέξουμε τη δυστοπική πραγματικότητα αλλά και το ακόμα πιο ζοφερό μέλλον.

Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για τη συνέντευξη και για τη φιλοξενία στο culturepoint.gr.