Παρουσίαση της συλλογής ποιημάτων και πεζών «Καθρέπτες» (Άνω Τελεία, Ιούλιος 2024)
Γράφει η Ιωσηφίνα Περδικίδου, αρχαιολόγος και ποιήτρια, υποψήφια στα Κρατικά Βραβεία 2024 (βραχεία λίστα, κατηγορία Νεοεμφανιζόμενου Συγγραφέα)
Μπετόβεν και Αθάνατη Αγαπημένη, Σιμόν ντε Μποβουάρ και Ζαν Πωλ Σαρτρ, Έρνεστ Χέμινγουεϊ και Μάρλεν Ντίτριχ, Φρίντα Κάλο και Ντιέγκο Ριβέρα, Πάμπλο Νερούντα και Ματίλντε Ουρούτια, Τζόνι Κας και Τζουν Κάρτερ, Όσκαρ Ουάιλντ και λόρδος Άλφρεντ Ντάγκλας, Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι και Τατιάνα, Ναπολέων Βοναπάρτης και Ζοζεφίνα, Μαρία Πολυδούρη και Κώστας Καρυωτάκης.
Όταν άρχισα να διαβάζω τη συλλογή ποιημάτων και πεζών της Μαρίνας Μαλατέστα και του Σταμάτη Βαλσαμάκη, το πρώτο πράγμα που μου ήρθε κατά νου ήταν η αλληλογραφία διά επιστολών σημαντικών προσωπικοτήτων της Ιστορίας και της λογοτεχνίας. Καθένας από αυτούς υπήρξε ένας τραγικός ήρωας με τον δικό του μοναδικό τρόπο, καθένας εκτέθηκε με τη ψυχή του απογυμνωμένη ενώπιον αυτού που αγαπούσε, με τους δυο τους να δένονται από μια ανομολόγητη, ανείπωτη και απεριόριστη εμπιστοσύνη η οποία σαφώς και δεν έχει να κάνει με την ερωτική αποκλειστικότητα ή πιστότητα αλλά με κάτι απείρως βαθύτερο. Η εμπιστοσύνη αυτή έγκειται στη σιγουριά που διέπει καθέναν τους σχετικά με το γεγονός πως ο άλλος θα διαφυλάξει τη βαθύτερή τους αλήθεια, θα κρατήσει ως επτασφράγιστο μυστικό τις αδυναμίες τους, θα εμποτίσει κατανόηση και τρυφερότητα τα ραγίσματα της ψυχής τους, θα τους σεβαστεί χωρίς να θελήσει να τους φτιάξει, αν και χαλασμένοι, καθότι χαλασμένοι και οι ίδιοι…. γιατί είναι ο ένας για τον άλλον ο καθρέφτης του εαυτού του…
Η ποιητική διαδικασία είναι ακριβώς αυτό: ο ποιητής μπροστά σε έναν καθρέφτη. Στην περίπτωση της Μαρίνας και του Σταμάτη δεν είναι ακριβώς «καθρέπτες», είναι παράθυρα του ενός στον ψυχισμό του άλλου, δυο άνθρωποι που κείνται στο ίδιο τοπίο και μοιάζουν με τις εποχές οι οποίες αλλάζουν και διαδέχονται η μία την άλλη, πράγμα που γίνεται εμφανές με τη θεματική αλληλουχία και συνάφεια των ποιημάτων και των πεζογραφημάτων τους. Και είναι και μια διαδικασία εξομολογητική. Εδώ οι δημιουργοί εξομολογούνται ο ένας στον άλλο, γίνονται ο ένας το παρειδωλικό σύμβολο του άλλου. Η παρειδωλία βασίζεται στην ικανότητα που έχει το ανθρώπινο είδος να αναγνωρίζει οπτικά μοτίβα, επειδή μοιραζόμαστε την ίδια νευρολογική βάση με όλους τους προγόνους μας και κατά συνέπεια μας προκαλούν την ίδια συναισθηματική αντίδραση, όπως ακριβώς και το πρωτότυπο μοτίβο. Για παράδειγμα η κιθάρα, το καμπυλόσχημο έγχορδο που σε όλους μας θυμίζει το γυναικείο σώμα. Στο ποίημα Συγχορδία -σαν γυναίκα στην αγκαλιά ενός άνδρα, ίσως εκείνου που τραγουδά τα «γειτονικά» Blues στη συλλογή- η κιθάρα σκληραίνει με τον χρόνο, γίνεται στριγκή, στυφή και πλέον δύσκολα ξεχωρίζουμε τη γυναίκα από την κιθάρα, την κιθάρα από τη γυναίκα. Εδώ λοιπόν μεταδίδουν ο ένας τη γνώση στον άλλον, φέροντας ο καθένας παράλληλα το σώμα της εμπειρίας και κληροδοτώντας το συγχρονισμένα ως παράδοσή τους.
Είναι πολύ ωραίο να συναντάς δυο συγγραφείς «διφυείς» που έχουν την ίδια ευχέρεια με την πεζογραφία όσο και με την ποίηση. Κάθε κεφάλαιο, που απαρτίζεται από δύο έργα (ποίημα με ποίημα, πεζό με ποίημα ή πεζό με πεζό), είναι επίσης «πράξη μίμησης σπουδαίας» μα όχι τελείας. Οι γράφοντες είναι γνώστες της εκάστοτε καλλιτεχνικής φόρμας και έχουν τα αντανακλαστικά να υιοθετούν τη μια ή την άλλη ανάλογα με τις επιταγές κυρίως του συναισθήματός τους. Μέσα από διακριτικά και ανεπαίσθητα λεκτικά παίγνια, μιμούνται ο ένας τον άλλον στην υφή και την ποιότητα των λέξεων αλλά όχι στη μορφή ή τη σημασία που έχουν για τον καθένα. Αυτή η αμίμητη μίμηση είναι που δίνει στα κείμενα τελειότητα αλλά όχι περατότητα. Κανένα κείμενο δεν μοιάζει να είναι περατό, καθώς αυτή η συνομιλία φαίνεται να συνεχίζει ακόμα κι όταν το βιβλίο τελειώσει, ανοίγοντας έναν νέο κόσμο έκφρασης με συνοχή, συνέπεια και πρωτοτυπία.
Στα δύο πρώτα πεζά της συλλογής η Βρισηίδα καθρεφτίζει τον Αχιλλέα, ο οποίος γίνεται αποδέκτης της αντανάκλασής της, που αργοσβήνει από τη ματιά του. Και καθώς ο ήρωας του Ομήρου, ο ήρωας του Σταμάτη, βαδίζει «παρά θιν’ αλός», η παρουσία, η αγάπη της Βρισηίδας εκπνέει σαν το νερό που το καταπίνει η άμμος. Η αντανάκλασή της, το είδωλό της, απομακρύνεται από τον Αχιλλέα, όπως αυτό απομακρύνεται με τη μήνιν του από το ηρωικό του ιδεώδες και αντ’ αυτού βυθίζεται σε έναν ηρωικό φθόνο. Για τον Αχιλλέα είναι ό,τι του απέμεινε στην προσπάθειά του να προλάβει όπως-όπως τον ξεπεσμό του. Για τη Βρισηίδα όμως έχει ήδη ξεπέσει. Έχει ήδη γίνει αντιήρωας. Έχω ωστόσο την εντύπωση ότι αυτό ακριβώς αποφεύγεται στην περίπτωση της Μαρίνας και του Σταμάτη. Με το λογοτεχνικό διμορφικό παιχνίδι που μοιάζει με ερωταποκρίσεις υφαίνουν μεταξύ τους μια σιωπηλή συμφωνία, έναν άγραφο κανόνα… Με το να επιτρέπουν ως ένας στον άλλον να υπάρχει μέσα από τη λογοτεχνική του αβατάρα, εκφράζοντας τα συναισθήματα, τους φόβους, το προσωπικό τους δράμα, προστατεύουν ο ένας τον άλλον από το να γίνουν οι αντιήρωες του εαυτού τους.
Παρακολουθούμε την προσωπική τραγωδία δύο ανθρώπων που υποφέρουν χώρια και μαζί για τον ίδιο λόγο. Δράματα αλλεπάλληλα και αλληλεπικαλύπτοντα που άλλοτε ξετυλίγονται συμμετρικά και άλλοτε αντιδιαμετρικά. Είναι εξάλλου ποίηση αυτοαναφορική και βαρυΐσκιωτη. Στο ποίημα του με τίτλο «Προ-ορισμός», ο Σταμάτης ορίζει τη δυστυχία. Είναι η αγάπη η δυσπρόσιτη, η αγνώμων, η άγουρη, τόσο άμοιρη όσο και ο ποιητής, του οποίου ο δυστοπικός προορισμός -όπως δηλαδή εκείνος τον βιώνει μέσα στην απελπισία του- είναι να βολοδέρνει μια ζωή σε μια θάλασσα παραίτησης. Ο προορισμός του ποιήματος της Μαρίνας είναι μια ζωή στην αυτεπίγνωση. Είναι η αυτοδιάθεση της αγάπης της, που βρίσκει ανταπόκριση. Το ποίημα της Μαρίνας σπέρνει και θερίζει την ευτυχία και είναι ένα συναίσθημα τόσο βαθύ, που σωματοποιείται και τη συγκινεί. Είναι ο ήρωας του Σταμάτη που πραγματώθηκε, που θεραπεύτηκε…
Σε αυτή τη συλλογή είναι έντονη η ύπαρξη καύκαλων, ξόανων, κακαδιών, μαριονετών, πλαγγόνων, κούφιων μορφών. Υπάρχουν άνθρωποι σε κάδρα, άνθρωποι σε φωτογραφίες, καταδικασμένοι να μην αλλάξουν ποτέ πια, μνήμες που δεν μπορούν, δεν τις αφήνουν να πεθάνουν. Ο Σταμάτης στέκεται στο περιθώριο μιας φωτογραφίας, στην κόψη του ξυραφιού. Ακροπατεί στη μνήμη του και δίνει την εντύπωση πως όντως κινδυνεύει να παρασυρθεί, να πέσει. Στο ποίημα «Θέρως 2» η Μαρίνα προσπαθεί να υφάνει, σαν άλλη Πηνελόπη, το πορτραίτο του έρωτα που προσμένει, ενώ στα «Σώματα» το σώμα εμφανίζεται ως κακάδι, ένα κούφιο άγαλμα που επιμένει, σε πείσμα των καιρών, στην εναλλαγή των εποχών, να κρατά επτασφράγιστα μυστικά και παράλληλα να θέλει να γίνει σωστός χείμαρρος, να προειδοποιήσει τον αναγνώστη να μην υποκύψει στον εξανθρωπισμό του, σε «μια πόλη δισεκατομμυρίων δυστυχισμένων», όπως γλαφυρά περιγράφει. Υπάρχουν και τα φαντάσματα, τα χτικιά, τα αερικά, αυτά που ακάλεστα εμφανίζονται τα άυπνα βράδια. Τα στοιχειά του Σταμάτη εμφανίζονται το βράδυ όπου, όπως παραδέχεται, «δεν έχει γωνιές να κρυφτεί και ο πόνος ρέει σα σκοτάδι». Μέχρι που, στο ποίημα «Νυχτερινό» γίνεται στοιχειό ο ίδιος. Στο «Insomnia» του απαντά το «Insomnia 2» ή Hypersomnia – όπως εμφανίζεται επιστημονικά η νόσος στο αντίθετό της – της Μαρίνας. Οι χίμαιρες της ποιήτριας την επισκέπτονται την ημέρα. Και για να τις εξευμενίσει, σε μια διαφορετική προπόνηση της φαντασίας της, καταφεύγει στα παραμύθια. Ο Γιουνγκ, έλεγε ότι «στα παραμύθια η ψυχή διηγείται την ιστορία της». Η αξία τους είναι αναμφισβήτητη και τα σύμβολά τους αποτελούν κλειδί για την κατανόηση της ανθρώπινης φύσης, του άγνωστου και ασυνείδητου. Στα παραμύθια της Μαρίνας υπάρχουν πρίγκιπες, δάση και μάγισσες, ενώ πρωταγωνιστεί ο διακαής πόθος του εκάστοτε πρωταγωνιστή να ανακαλύψει το νόημα της ζωής, το κάλεσμά του. Το Ταξίδι του Ήρωα, όπως διατυπώθηκε από τον μυθολόγο Τζόζεφ Κάμπελ, προϋποθέτει την κάθοδο του κύριου χαρακτήρα στον Κάτω Κόσμο, στην άβυσσο, όπου παλεύει με μοχθηρά όντα, στην προσπάθειά του να βρει απαντήσεις, να ανακαλύψει την αληθινή του ταυτότητα και τη γαλήνη. Το παραμύθι δεν έχει καμία απαίτηση από τον αναγνώστη ή ακόμα και από τον δημιουργό, αλλά αρέσκεται στο μυστήριό του όπως είναι, αυθύπαρκτο, την ίδια στιγμή που ενσωματώνει όλα τα αρχετυπικά στοιχεία των μύθων. Το παραμύθι παρέχει ελπίδες και γαλήνη μέσω της κάθαρσης και της υπόσχεσης ενός ευτυχισμένου τέλους. Είναι ένα είδος μυστικισμού η καταφυγή στα παραμύθια, που εκπορεύεται από την ανάγκη του σύγχρονου ανθρώπου να διαρρήξει το μονότονο πέπλο της καθημερινότητάς του και να βιώσει κάτι πλούσιο και ονειρώδες.
Η επαφή των δύο ποιητών και η βηματώδης μετάβαση από το ένα έργο στο διπλανό του μου θυμίζει εμβατήριο. Δίνεται το σύνθημα κι έπειτα ο ένας και ο άλλος ακολουθούν συνειδητά και πρόθυμα. Ο ένας «μισθώνει» το έργο του άλλου. Επιστρατεύονται και πολεμάνε ο ένας τον πόλεμο του άλλου, γνωρίζοντας βαθιά μέσα τους ότι είναι ταυτόχρονα και ο δικός τους. Ένα ποιητικό ανδρόγυνο που πολεμά τους δαίμονές του ο καθένας με διαφορετικό τρόπο, που μοιράζεται την απόγνωσή του. Και η απόγνωση αυτή δεν απορρέει μόνο από τα δραματοποιημένα ψυχολογικά τους αδιέξοδα ή από κοινές πανανθρώπινες εμπειρίες όπως ο έρωτας ή το γήρας, αλλά εμφανίζεται μερικές φορές και ως απαγγελία της κατηγορίας τους ενάντια στα κακώς κείμενα της σύγχρονης κοινωνίας. Από τα έργα τους δεν λείπει και το κοινωνικό πρόσημο, περισσότερο ή λιγότερο εμφανές. Βλέπουμε αναφορές στην ενδοοικογενειακή βία και στην εγκατάλειψη, στην εκμετάλλευση, στον κοινωνικό διασυρμό και τη στοχοποίηση, στα παιχνίδια εξουσίας, άλλοτε μεταξύ ενός ζευγαριού και άλλοτε στην παραμυθιακή σφαίρα ενός φανταστικού βασιλείου, στον βιασμό, στη γυναικοκτονία. Παράλληλα σύμπαντα ενσωματωμένα σε ένα κοινό. Σκοτάδια επάλληλα και παράλληλα, υπαρκτά, που εκτονώνονται και στοχοθετούνται μέσω της συγγραφής.
Όμως «Στην Αγάπη, ένα κι ένα κάνουν ένα», είπε κάποτε ο σπουδαίος υπαρξιστής φιλόσοφος Ζαν Πωλ Σαρτρ. Και εδώ έχουμε ένα νέο είδος αγάπης του οποίου οι συνιστώσες έχουν το ίδιο αποτέλεσμα. Ένα και ένα έκαναν, πράγματι, ένα. Με τη συνομιλία ο λογοτεχνικός κόσμος εμπλουτίζεται και διευρύνεται. Με αυτή την «ιερή» συνομιλία μεταξύ των δυο δημιουργών αισθανόμαστε την ελπίδα ότι η αληθινή, διανοητική και συναισθηματική συνδιαλλαγή μεταξύ δυο ανθρώπων επιβιώνει ακόμα στον σύγχρονο κόσμο και μπορεί να επηρεάσει και τον τρόπο ακόμα που συλλαμβάνουμε την ύπαρξή μας μέσα σε αυτόν.