Πολυτάλαντος, ακούραστος, εμπνευσμένος, μοναδικός. Φρανσουά Ογκίστ Ρενέ Ροντέν. Το κάθε έργο του είναι κατάθεση ψυχής και μάλιστα άμεσα αναγνωρίσιμο και ελκυστικό στο ευρύ κοινό.
Μαρμάρινα και μπρούτζινα γλυπτά δημιουργούν δέος με τον όγκο τους και την απαράμιλλη ομορφιά τους. Θαμπώνεσαι κάθε φορά που παρατηρείς την αρμονία και την πλαστικότητα του όλου σε όποιο περιβάλλον και αν συναντήσουμε έργα του.
Πέρα από τη γλυπτική, το δημιουργικό σύμπαν του σπουδαίου καλλιτέχνη αποτελούσαν τα σχέδια, τα ζωγραφικά έργα, τα κολάζ και η φωτογραφία.
Η μοναδικότητά του, όμως, έγκειται στο γεγονός πως είναι από κείνους τους λίγους που ακόμα και στις μέρες μας συνεχίζει να εμπνέει σύγχρονους δημιουργούς.
Ο Ροντέν γεννήθηκε το 1840 στο Παρίσι όπου και μεγάλωσε. Από παιδί έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική και μόλις στα δέκα του χρόνια παίρνει τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής.
Δεκατεσσάρων σπουδάζει στο «École Impériale de Dessin» αλλά απορρίπτεται από την «École des Beaux-Arts» (Σχολή Καλών Τεχνών) στην οποία διακαώς επιθυμούσε να εισαχθεί.
Δεν απογοητεύεται, ανακαλύπτει την κλίση του στη γλυπτική και κείνη η αποτυχία του ήταν η ώθηση που τον διαμόρφωσε στον πρωτοποριακό, εξαιρετικό γλύπτη.
Δεκαοκτώ ετών αρχίζει να εργάζεται για να συντηρήσει την οικογένειά του και συγχρόνως κατασκευάζει τα πρώτα του έργα.
Ο θάνατος της αγαπημένης του αδερφής Μαρί, τέσσερα χρόνια αργότερα, θα τον τραυματίσει ψυχικά και θα τεθεί σε θεραπευτική αγωγή.
Με την ενθάρρυνση του πατέρα του, που πιστεύει στο ταλέντο του, συνεχίζει. Στα 24 του (1864) συναντά τη Ροζ Μπερέ που γίνεται μούσα και σύντροφός του ποζάροντας σε αρκετά έργα του. Το 1866 εκείνη θα μείνει έγκυος και θα γεννηθεί ο γιος τους, τον οποίο δεν αναγνώρισε ποτέ.
Το 1875 για πρώτη φορά εκτίθεται έργο του στο Σαλόν του Παρισιού. Ταξιδεύει στην Ιταλία και επηρεάζεται σημαντικά από την οπτική και το έργο του Μιχαήλ Αγγελου.
Συνεχίζει να παίρνει μέρος στο Σαλόν με έργα του μεγάλων διαστάσεων, σμιλευμένα. Αναγνωρίζεται από όλους πλέον η υψηλή αισθητική του, όμως οι κριτικοί της εποχής τον κατηγορούν πως χρησιμοποιεί καλούπι, γιατί δεν μπορούν να πιστέψουν στο ταλέντο του και τη ρεαλιστική απόδοση των έργων του.
Το 1880, στην ηλικία των σαράντα, αρχίζει να δημιουργεί τις περίφημες «Πύλες της Κολάσεως» βασιζόμενος στη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη, που αποτέλεσαν τη βάση για τα δημοφιλέστερα έργα του, όπως ο «Σκεπτόμενος» και το «Φιλί».
Διδάσκει γλυπτική και τότε γνωρίζεται με τη δεκαοκτάχρονη Καμίλ Κλοντέλ, που γίνεται πηγή έμπνευσης, μαθήτρια, μοντέλο, ερωτική σύντροφος και συνεργάτης του μέχρι το 1898 που διακόπτεται η σχέση τους, χωρίς όμως ποτέ να εγκαταλείψει τη Ροζ Μπερέ.
Η αρχή του 20ού αιώνα τον βρίσκει καταξιωμένο και αναγνωρισμένο, με μερικές δεκάδες βοηθών-μαθητών γύρω του για να μπορεί να αντεπεξέρχεται στον όγκο των παραγγελιών που του ανατίθεται.
Το 1908 μετακομίζει στην καρδιά της πόλης, στο Hôtel Biron, ένα υπέροχο αρχοντικό χτισμένο στα 1720, κρυμμένο πίσω από τον επιχρυσωμένο τρούλο του Les Invalides, με μεγάλες τζαμαρίες που εκτείνονται από το δάπεδο μέχρι την οροφή, αφήνοντας να πλημμυρίζουν τα δωμάτια με φως και επιτρέποντας να απολαμβάνεις τη θέα ενός από τους καλύτερους κήπους της πόλης.
Ο Ροντέν το χρησιμοποίησε ως εργαστήρι για χρόνια. Το δώρησε στο γαλλικό κράτος με τα έργα του, και μαζί με τη συλλογή του από πίνακες ζωγραφικής μετατράπηκε σε μουσείο, το υπέροχο Μουσείο Ροντέν, που έστω και μία φορά αξίζει να το επισκεφτεί κάποιος.
Εκεί απολαμβάνεις συγκεντρωμένη ολόκληρη τη σημαντική δουλειά του, ακριβώς στους χώρους όπου μεγαλούργησε.
Στους υπέροχους κήπους και στο από διετίας ανακαινισμένο διώροφο κτίριο με τις μεγάλες τζαμαρίες συγκεντρώνονται 6.600 γλυπτά αλλά και εκμαγεία, 7.000 σχέδια με τοπία, έργα φαντασίας, ερωτικά γυμνά και πορτρέτα και μια σημαντική συλλογή από 25.000 φωτογραφίες.
Ο πολυφωτογραφημένος«Σκεπτόμενος», «Οι Αστοί του Καλέ» αλλά και οι τεραστίων διαστάσεων και φαντασίας «Πύλες της Κολάσεως» αναδεικνύονται μέσα από τους κήπους-κόσμημα, με το διάσημο «Φιλί» να συγκεντρώνει τον μεγαλύτερο θαυμασμό.
Ενώ έχει ξεσπάσει ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος καταφεύγει στο Μεντόν, όπου βρίσκεται το εξοχικό του, και συνεχίζει να εργάζεται.
Τον Ιανουάριο του 1917 παντρεύεται την πιστή σύντροφό του Ροζ Μπερέ, η οποία πεθαίνει μετά από δύο εβδομάδες. Λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο του 1917, θα πεθάνει και ο ίδιος και θα ταφεί εκεί.
Η επιδεξιότητα και οι πειραματισμοί του σηματοδοτούν προσεγγίσεις και νοήματα προκειμένου να προκαλέσουν τη μέγιστη συναισθηματική ένταση.
Οι επιφάνειες στα έργα του φωτοσκιάζουν και ανακλούν το φως δίνοντας τη δύναμη της κίνησης και της έκφρασης με ρεαλισμό, προσδίδοντας φυσικότητα στην ανθρώπινη μορφή.
Ο Ροντέν μετέτρεψε τη γλυπτική σε σύγχρονη μορφή τέχνης ανοίγοντας πάντα δημιουργικό διάλογο με τα έργα νεότερων καλλιτεχνών.
Σπουδαίες σμιλευμένες μορφές ξεκουράζονται και μας περιμένουν κάτω από τους υπέροχους γυάλινους θόλους του Grand Palais στα Ηλύσια Πεδία.