/Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στον Ηλία Μαλανδρή

Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στον Ηλία Μαλανδρή

Ο συγγραφέας Ηλίας Μαλανδρής απαντά στις ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου “40 οργυιές”. 

Κυκλοφορεί η νέα σας συλλογή διηγημάτων “40 οργυιές” από τις εκδόσεις Φίλντισι. Τι πραγματεύεται; 

Είναι η πρώτη φορά που γράφω διηγήματα, ως τώρα οι συγγραφικές μου αναζητήσεις περιορίζονταν, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτή την έκφραση, στην μελέτη και συγκέντρωση πληροφοριών που αφορούσαν τα χαμένα έργα των αρχαίων τραγικών μας καθώς και ένα δυο βιογραφίες. Έτσι θεωρώ την συλλογή αυτή που έχει σαν κεντρικό άξονα τις θανάσιμες επιθέσεις λευκών καρχαριών στη χώρα μας, μια φωτεινή ανάπαυλα από τις ασχολίες μου. Ωστόσο χρησιμοποίησα την τεχνική προσέγγισης του θέματός μου ακριβώς όπως και με τα άλλα βιβλία. Διερεύνηση και επιβεβαίωση της αυθεντικότητας των πηγών, άντληση πληροφοριών από τον τύπο και τις επίσημες καταγραφές και στατιστικά στοιχεία καθώς και συγκέντρωση μαρτυριών από προσωπικές, ιστορικές, παραδοσιακές και μυθολογικές πηγές. Από την πρώτη στιγμή που καταπιάστηκα με το θέμα αυτό, συνάντησα την δυσκολία της αμφισβήτησης από επίσημους φορείς εν μέρει λόγω της πανδημίας, εν μέρει λόγω της ελλιππούς γνώσης, γιατί στην Ελλάδα πολλοί είναι αυτοί που αμφισβητούν ακόμα και την ύπαρξη των μεγάλων λευκών καρχαριών, στην συγκέντρωση επίσημων καταθέσεων κλπ. Ευτυχώς οι μελέτες και οι έρευνες ενός πρώην δύτη του Μανώλη Μπαρδάνη καθώς και η βιβλιογραφία σχετικα με την κατάδυση στις ελληνικές θάλασσες και τα επιτεύγματά της στις αρχές του προηγούμενου αιώνα έδωσαν το έναυσμα και την ελπίδα πως θα μπορούσα ακολουθώντας τα ίδια βήματα να ανατρέξω και να βρώ τις πρωτότυπες και αυθεντικές μαρτυρίες σε καταγραφές μια και θα ήταν δύσκολο για κάποιες περιπτώσεις να βρω αυτόψίες. Μια εύνοια της τύχης όμως, με βοήθησε και πρόλαβα εν ζωή σε κάποιες άλλες περιπτώσεις και αυτόπτες μάρτυρες. Φυσικά το βιβλίο όπως τονίσατε είναι γραμμένο σε μυθιστορηματική μορφή, αυτό προέκυψε μελετώντας την ιστορία καθενός από τα θύματα, που σκέφτηκα πως θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ιστορική τοιχογραφία, μέσα από την αλληλουχία των γεγονότων που κατάληξή τους θα ήταν η επίθεση. Με αυτό τον τρόπο χτίζεται ένα πλαίσιο μεσα στο οποίο τελικά η επίθεση είναι η αφορμή να βυθιστούμε στη μνήμη της συμπεριφοράς από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας.     

Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο θέμα και μάλιστα δίνοντας μυθιστορηματική υπόσταση σε αληθινές ιστορίες; 

Θα πρέπει κανείς, για να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση, να ανατρέξει στα παιδικά χρόνια, εκεί που με αφορμή τις προσωπικές εικόνες διαμορφώνεται η προσωπικότητα και τα πρώτα βιώματα. Ως παιδί ναυτικής και μάλιστα νησιώτικής οικογενειας, ήταν πολύ φυσικό να αγαπήσω την θάλασσα και τους ανθρώπους που ασχολούνται με αυτήν. Στο τέλος ο έρωτάς μου και ο πόθος μου γι αυτή με ώθησαν να εγκαταλείψω την Αθήνα και να μεταφερθώ όσο γίνεται πιο κοντά της. Στην συνείδηση μου υπερίσχυσε η αγάπη για το θέατρο και αισθανόμουν πάντα απέναντι της μια προδοσία, πόσο μάλλον που οι δικοί μου με έστειλαν στην Αμερική να σπουδάσω ναυτιλιακά κι εγώ, ενώ είχα εισαχθεί σε αυτό το τμήμα, δεν παρακολούθησα τα μαθήματα ούτε μια ήμέρα, αντίθετα έσπευσα να γραφτώ στο τμήμα θεατρικών σπουδών του πανεπιστημίου, που η είσοδός του ήταν ακριβώς παραδίπλα. Έτσι κυριολεκτικά διάλεξα την πόρτα που πραγματικά ήθελα, χωρίς δισταγμό, αλλά πάντα με την ενοχή πως διαπράττω μια προδοσία. Η κατάθεση της λατρείας μου για τη θάλασσα και ίσως η εξιλέωσή μου βρίσκεται σε αυτό το βιβλίο, που διαθέτει ίσως και λίγο μια μάλλον πικρία, για την αντιμετώπιση των ναυτικών και των οικογενειών τους τα τελευταία χρόνια από τους χαρτογιακάδες της πολιτικής εξουσίας, που περιόρισαν τις συντάξεις των παλαίμαχων ναυτικών σε σημείο ενώ έχουν ζήσει μέσα σε απίστευτους κινδύνους για τους ίδιους και τους οικείους τους, να μην μπορούν να τελειώσουν τον βίο τους με αξιοπρέπεια. Εγώ έχω ταξιδέψει τα πρώτα χρόνια της ζωής μου με αντίξοες συνθήκες και μάλιστα με τάνκερ, γιατί ο πατέρας μου ήταν καπετάνιος και οι γονείς μου με έπαιρναν μαζί τους, για μικρά διαστήματα βέβαια, αρκετά όμως για να νοιώσω την αγωνία των εργατών της θάλασσας απέναντι στις φουρτούνες και τους τυφώνες. Είχα και μια τραυματική εμπειρία με καρχαριες σαν βίωμα που την περιγράφω στο βιβλίο κι έτσι η σχέση μου μαζί τους μετράει πολλά χρόνια. Παράλληλα πιστεύω πως με μια απλή καταγραφή των γεγονότων δεν συμπληρώνονται τα κενά που προκύπτουν από την μελέτη των εποχών που πραγματοποιήθηκαν οι επιθέσεις στη διάρκεια των αιώνων. Χωρίς να θεωρηθώ υπεραύχων ή ματαιόδοξος θα θυμίσω πως ο εθνικός μας ποιητής ο Σολομός, κατέγραψε την επίθεση του καρχαρία στον άγγλο στρατιώτη της οποίας υπήρξε ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας μέσα από την ποίησή του με το αριστούργημά του Πόρφυρας. Η λογοτεχνία πολλές φορές μπορεί να δώσει μια πληρέστερη εικόνα του αφηγήματος, από την απλή όσο και πλήρη καταγραφή του.       

Πώς θα χαρακτηρίζατε τους ήρωες σας. Ποια είναι τα κίνητρα και οι στόχοι τους; 

Με αυτή σας την ερώτηση είμαι υποχρεωμένος να αναφερθώ σε κάθε μια από τις ιστορίες μας. Η ιστορία πρώτα πρώτα του Θαρσή, ενός δούλου που γεννήθηκε ελεύθερος και σκλαβώθηκε για χρέη των γονιών του και ταυτόχρονα άξιου δύτη από τους Θουρίους, αποικία των Σπαρτιατών στην Κάτω Ιταλία, που ταξίδεψε κυνηγημένος με ένα αυτοσχέδιο βαρκάκι ως τον Ταραντα για μπλεχτεί στη μεγάλη μάχη των Σπαρτιατών εποίκων με τους Ρωμαίους, υπό τις διαταγές του Πύρρου για να πεθάνει ένδοξος τιμημένος κι ελεύθερος μέσα στα δόντια του θηρίου κλείνοντας έναν τραγικό κύκλο. Ο νεαρός Άγγλος οπλίτης Ουίλιαμ Μάιλς που η ανάγκη τον έφερε στην Κέρκυρα και που καταπαραχθηκε μπροστά στα μάτια του Διονύσιου Σολωμού για να αποτελέσει την έμπνευση ενός αριστουργηματος του Πόρφυρα. Ο Δημήτρης Παρασακης, 16 χρόνων, νομίζω η πιο σκληρή και άδικη ιστορία, δίχως λύτρωση στο τέλος, που έγινε βορά στα δόντια του μεγάλου λευκού Καρχαρια λίγα μέτρα έξω από τα σφαγεία στη Δραπετσώνα του εμφυλίου κι έπειτα οι Σφουγγαραδες της Καλύμνου, της Σύμης, που ταξίδευαν με κασιώτικα καϊκια και πλήρωναν φόρο βαρύ, πότε με τη μηχανή, πότε γυμνοί, εκτεθειμένοι στα σαγόνια του τρόμου. Κι η πιο γλυκιά ιστορία, μια μαρτυρία της Αμερικής του 50, για μια επίθεση στο νησί μου την Κάσο, με τον Νικολα που με την αυτοθυσία του παλεύοντας με το θηρίο που τρομοκρατουσε τους ψαράδες για να σώσει έναν φίλο του, αγιάσε τα νερά, ανήμερα των Φώτων. Υπάρχει κι ένα κεφαλαιο που είναι ανατρεπτικό γιατί βλέπει τα πράγματα από την σκοπιά του Καρχαρια. Όφειλα σε αυτά τα παρεξηγημένα πλάσματα μια υπόκλιση σεβασμού μια και υπάρχουν στον πλανήτη πολλά εκατομμύρια χρόνια πριν από μας κι εμείς κάνουμε ότι μπορούμε για να τα εξαφανισουμε. Σύμφωνα με την στατιστική έρευνα της εταιρίας του παλιού γνώριμου Leonardo di Caprio που τον συνάντησα παιδάκι στα χρόνια των σπουδών μου στη Νέα Υόρκη κι έχω διατηρήσει μια διαδικτυακή επαφή, και που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην μελέτη των προβλημάτων της κλιματικής αλλαγής, 10000000 καρχαρίες εξολοθρεύονται κάθε χρόνο. 11000 τη μέρα. Το τελευταίο κεφάλαιο δεν είχα σκοπό να το συμπεριλάβω στο βιβλίο. Ο αιφνίδιος θάνατος ενός σπουδαίου αγωνιστή της ζωής που κάποτε δοξασε τη χώρα μας παγκόσμια και πέρσι έφυγε πικραμένος από την αχαριστία της κοινωνίας που τον αγνοούσε, με έκανε να αποφασίσω να αφηγηθώ τον άθλο του. Μιλάω για τον αστυνόμο Πέτρο Κλουδα που διέσχισε τη Μεσόγειο με ένα αυτοσχέδιο βαρκακι παλεύοντας με τα στοιχεία της φύσης και με τους καρχαρίες δίνοντας σε όλους μας ένα μάθημα πως μπορεί κανείς να συμβαδίσει δίχως να καταστρέφει, μόνο αντιμετωπιζοντας με σεβασμό και εκτίμηση την φύση και τα Πλάσματα της.

Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα, ο αναγνώστης; 

Ήθελα να κανω ένα βιβλίο που περιγράφει την ηδονή και το δέος που μας προκαλεί ο τρόμος. Το θηρίο τρέφεται από τον φόβο και αυτό είναι το πιο τρομαχτικό στην περίπτωση των επιθέσεων, όμως το δέος αυτό εμπεριέχει σεβασμό και αγάπη γι αυτά τα πλάσματα.  

Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

Νομίζω πως υπάρχει μέσα μας η ανάγκη της έκφρασης και της δημιουργίας και κάποια στιγμή εκκολάπτονται σε κατάλληλες συνθήκες και εκρήγνυνται ταυτόχρονα συνήθως. Για μένα το πρώτο ερέθισμα ήρθε πολύ νωρίς καθώς θεωρούμαι από τους φίλους μου, βιβλιοφάγος. Λατρεύω το βιβλίο και τους ορίζοντες που σου προσφέρει. Είναι τετριμένο βέβαια αλλά κάθε τι αληθινό είναι μια παγκόσμια κατάκτηση.   

Η έμπνευση ή η σκληρή δουλειά, παίζει το σημαντικότερο ρόλο στη δημιουργία ενός βιβλίου;

Μονάχα η επίπονη εργασία και η μελέτη της γλώσσας, μπορούν να δώσουν ικανοποιητικά αποτελέσματα. Φυσικά υπάρχει και η έμπνευση, η οποία όμως πρέπει και να καθοδηγείται και να υποτάσσεται σε αυστηρούς κανόνες. Υπάρχουν πάντα μέρες που βαριέσαι να γράφεις, όμως δεν βαριέσαι να ψάχνεις κι έτσι εκείνες τις ημέρες χρησιμοποιείς τον χρόνο σου επίσης δημιουργικά σε αυτό το συνεχές ταξίδι, που δεν έχει τέλος. 

Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στην ψηφιακή εποχή μας;

Δεν ξέρω να σας απαντήσω σε αυτή την ερώτηση, ίσως γιατί λόγω ηλικίας δεν μπορώ να μιλήσω εξ  ονόματος των νεωτέρων. Ο γιός μου δύσκολα διαβάζει κάτι από έντυπο, ότι διαβάζει είναι μέσα από την οθόνη του υπολογιστή. Και τα βιβλία που αγοράζει έιναι πάντα ηλεκτρονικής μορφής. Τι να πώ; Εμένα μου αρέσει να γυρίζω τη σελίδα, να την τσακίζω εκεί που βρίσκω κάτι ενδιαφέρον, να ξαναγυρνάω πάλι σε κάτι που μου έκανε εντύπωση με αυτό τον τρόπο. Όμως δεν μπορώ να μην θαυμάζω την απίστευτη συσσώρευση γνώσεων που προσφέρει η σύγχρονη εποχή και να παρακολουθώ βέβαια και λόγω τις δουλειάς μου τις τελευταίες τεχνολογικές επιτεύξεις και σεναχωριέμαι πολύ για όλα αυτα που δεν θα προλάβω να δω.

Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;

Για μένα πολύ εύκολη ερώτηση, γιατί υπάρχουν βιβλία που ανατρέχω σε αυτά συχνά, που τα αγαπάω πολύ καθώς έχουν διαμορφώσει την προσωπικότητά μου και τη σχέση μου με τη ζωή. Είναι τα βιβλία που καλώς ή κακώς έχω ασχοληθεί και σκηνικά μαζί τους καθώς πάντα αισθανόμουν μια ιδιαίτερη σχέση. Ο Ντελικανής του Μανόλη Σκουλούδη, έχει επηρεάσει πολύ τον τρόπο σκέψης μου και όταν αισθάνομαι απογοήτευση ή πίκρα ή στεναχώρια αφήνω πάντοτε το εαυτό μου να γοητευτεί από τις περιπέτειες του Μανουήλη, που τις έχω διαβάσει χίλιες φορές. Σίγουρα δεν θα έλλειπε από την συλλογή μου Ο Φτωχούλης του Θεού του Καζαντζάκη, με το άναρχο πνεύμα του αναχωρητή ασκητή που θαυμάζω η Θεατρική Εμπειρική παιδεία του Αλέξη Μινωτή, το βιβλίο που υπήρξε το εναυσμα για μια μακροχρόνια σπουδή, Και μια φωνή να τραγουδάω, μια αυτοβιογραφία της Τζόαν Μπαεζ και η Οξύρυγχος του Peter Parsons που αποτελεί τον μπούσουλα για τις άλλες δουλειές μου.   

Διαλέγετε παρέα για ολιγοήμερη απόδραση. Ποιους λογοτέχνες, ανεξαρτήτως ιστορικής περιόδου δράσης, θα συμπεριλαμβάνατε;

Σικελιανός, Παλαμάς, Καζαντζάκης είναι οι συγγραφείς που διαβάζω συνεχώς, δεν μπορώ να τους αποχωριστώ. Ο Όμηρος και οι αρχαίοι τραγικοί με μια ομολογουμένως αδυναμία στον μέγιστο Αισχύλο, αλλά και ο Πλούταρχος και ο Ηρόδοτος βέβαια από τους αρχαίους, με μια μικρή νέα γνωριμία ενός επιγραμματοποιού του Λεωνίδα από τον Τάραντα. Αν φαίνεται βαρύγδουπο θα δικαιολογηθώ μια και απασχολούν τη σκέψη μου και τις μελετες μου καθημερινά, που δεν σταματουν ποτέ, ούτε στις διακοπές. Άλλωστε φροντίζω οι διακοπές να συνδυάζονται πάντα με έρευνα. Τελευταία ανακάλυψα τον Φερντοσί, έναν Πέρση ποιητή τεράστιας αξίας του 10 αι. που μελετάω τώρα.   

Πιστεύετε στη μοίρα ή στη τύχη;

Δεν με έχει απασχολήσει ποτέ αυτό το ερώτημα. Δεν νομίζω πως είχα ποτέ χρόνο να ασχοληθώ με αυτό. Την μοίρα την φτιάχνουμε μια και είναι απολύτως στο χέρι μας νομίζω και η τύχη είναι πάντα ευματάβλητη, τόσο που δύσκολα μπορεί κανείς να πιστέψει σε αυτήν. Όταν αντιμετωπίζω ατυχίες στις δουλειές μου μουλαρώνω και πεισμώνω και μέχρι σήμερα τις έχω καταφέρει αψηφόντας τις δυσκολίες. Από την άλλη αν αντιληφθώ πως κάτι που επιθυμώ δεν γίνεται, σηκώνω τους ώμους και παύω να το επιθυμώ…   

Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στις ζωές μας;

Νομίζω πως χρειάζεται ευαισθησία κι όχι ρομαντισμός σε συνδυασμό με τον ρεαλισμό που είναι αναγκαίος και απαραίτητος. Και πάλι όχι σε υπερθετικό βαθμό. Είμαι υπερ του μέτρου.