/Νυχτερινός Εκφωνητής

Νυχτερινός Εκφωνητής

Γράφει ο Κωνσταντίνος Τριανταφυλλάκης, συγγραφέας

«ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΣ ΕΚΦΩΝΗΤΗΣ»: μια χορεύτρια της Λυρικής κι ένας Εύζωνας στη νυχτερινή Αθήνα.

Ενας “Νυχτερινός Εκφωνητής”, με μόνο εφόδιο, μια παλιά κασέτα από έναν τηλεφωνητή της δεκαετίας του 1990, γεμάτη μηνύματα ψάχνει μια χορεύτρια της Λυρικής που είχε ερωτευτεί ως Εύζωνας της Προεδρικής Φρουράς.

Μια ζωή για έναν έρωτα που έμεινε ανεκπλήρωτος..
Ενας περίπατος στη Ρωμαϊκή Αγορά που δεν έγινε ποτέ..
Και μια υπόσχεση ότι θα ξανασυναντηθούν ανήμερα των γενεθλίων του, το βράδυ που θα έμπαινε στα 50!
Θα τηρήσει άραγε την υπόσχεσή της;
Θα του τηλεφωνήσει;
Μήπως «πέρασε πια ο καιρός ή μήπως «ήρθε ο καιρός;»

Ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» μέσα από το ραδιοθάλαμο, αρχίζει να παίζει τα μηνύματα που του άφηνε η χορεύτρια της Λυρικής.
Μηνύματα ρομαντικά, που ξεχειλίζουν χαμόγελα, αισιοδοξία, ελπίδα, χορό και τραγούδια!
Από ένα παλιό κόκκινο τηλέφωνο με κέρματα, σαν αυτά που είχαν τα περίπτερα ή η «ΕΒΓΑ» της γειτονιάς μας.
Από κάποιον στενό τηλεφωνικό θάλαμο του ΟΤΕ, όπου μετά βίας χωρούσε ένας άνθρωπος και πάντα, την ώρα που ετοιμαζόσουν να πείς την πιο ρομαντική φράση της ζωής σου, θα σου χτυπούσε το γυαλί φωνάζοντας άγρια «συντομεύετε», κάποιος ανυπόμονος αγροίκος!

Ακούει τα μηνύματα και περιμένει ν’ ανάψει το λαμπάκι στο στούντιο και στην άλλη άκρη της γραμμής να είναι Εκείνη!
Και ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» μας, μέσα από την άδεια στοά του μετρό, την οποία βλέπει ως «σκουληκότρυπα» κάνει ένα ταξίδι στο χρόνο.
Εκεί στη δεκαετία του 1990!

Όταν την έβλεπε να χορεύει μπροστά του, εκεί στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη!
Αυτός να είναι ακίνητος κι αυτή να χορεύει, να ίπταται με χάρη, να λικνίζεται ως αιθέρια ύπαρξη.
Και χόρευε, τόσο ωραία, η άτιμη, που σε παρέσερνε.
Και το γάργαρο γέλιο της, αεράκι του Αιγαίου που σε ταξίδευε.

Το λαμπάκι του τηλεφώνου στον ραδιοθάλαμο ανάβει, μα δεν έχει εμφανιστεί ακόμα εκείνη για την οποία γίνεται όλη αυτή η παράσταση.

Κι ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» μας περιπλανιέται στη νυχτερινή Αθήνα.
Συνομιλεί με τα ακέφαλα αγάλματα του Ανατολικού Αετώματος του Παρθενώνα. Και μας λέει πώς χορεύουν!
Μα στ’ αλήθεια χορεύουν τα ακρωτηριασμένα ακέφαλα αγάλματα;

Θυμάμαι θα ήταν, πάλι, τέτοιες μέρες το 1974 όταν η μητέρα μιας συμμαθήτριάς μου, που εργάζονταν ως αρχαιόλογος στην Ακρόπολη, μας εξηγούσε πώς το βράδυ, όταν ησυχάζει η πλάση, μπορεί ν’ ακούσουμε τον καλπασμό των αλόγων από την Πομπή των Παναθηναίων.
Ε, αφού καλπάζουν τα άλογα, γιατί να μη χορεύουν και τ’ αγάλματα;

Ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» μας λέει ότι χορεύουν! Ο χορός στην αρχαία Ελλάδα συνδέονταν άρρηκτα με την ποίηση, τη μουσική και το θέατρο!
Ο Σωκράτης στον «Φαίδρο» του Πλάτωνος μας περιγράφει την ψυχή ως μια αθάνατη ουσία, που συγγενεύει με τους θεούς, κινείται και ατενίζει το υπερουράνιο κάλλος.
Αρα, τα μάρμαρα επειδή είναι φτιαγμένα από αναλλοίωτο πηγμένο φώς, έχουν ψυχή, οπότε μπορούν και χορεύουν!
Ισως να βοήθησε και το άγγιγμα της ψυχής εκείνης της χορεύτριας της Λυρικής, που εναγωνίως ψάχνει!

Το λαμπάκι στο ραδιοθάλαμο ανάβει και ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» μας αρπάζει το ακουστικό. Είναι μια γυναικεία φωνή, αλλά δεν είναι εκείνη!

Είναι μια φίλη της, με την οποία τραγουδούσαν μαζί το «μωρό μου φάλτσο», παίζοντας κιθάρα σ’ έναν τηλεφωνικό θάλαμο…

Η ώρα προχωράει κι εκείνη ακόμα δεν εμφανίζεται.
Θα ήθελε να το κάνει πριν αρχίσει να παίζει εκείνα τα μηνύματα του χωρισμού. Μηνύματα θλίψης και έκρηξη οργής μέσα στη νύχτα: «do not go gentle into that good night” όπως είπε ο Dylan Tomas.

Όμως, η οργή και η ανακοίνωση του χωρισμού, δεν σηματοδοτούν το τέλος, αλλά αφήνουν μια υπόσχεση, μια προσδοκία ενός ανταμώματος για αυτή τη νύχτα, που μπαίνει στα 50.

Η ροδοδάκτυλος αυγή, τραβάει με τα ρόδινα δάκτυλά της, το πέπλο της νύχτας.
Γεννιέται το φώς.
Ξημερώνει.
Οι πόρτες του Μετρό ανοίγουν.

Ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» προσπαθεί να μιμηθεί, με χάρη είναι αλήθεια, μερικές από τις φιγούρες που έκανε η χορεύτρια της Λυρικής εκεί μπροστά του, όταν υπηρετούσε τη σκοπιά στον Αγνωστο Στρατιώτη.

Μόνο για αυτές τις φιγούρες, άξιζε ο κόπος της αναμονής.

Η εκπομπή τελείωσε.
Ηρθε ο επόμενος.
Ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» παίρνει την κασέτα της ζωής του, έρχεται στην Πύλη του Αδριανού και προσπαθεί να την ρίξει πάνω στην κορυφή!
Τηλεφώνησε άραγε;
Θα κάνουν εκείνη τη βόλτα στη Ρωμαϊκή Αγορά;
‘Η μήπως, τελικά, αυτή η χορεύτρια της Λυρικής, δεν ήταν υπαρκτό πρόσωπο, αλλά «ένα πουκάμισο αδειανό», μια Ελένη, ένα είδωλο, ένα δημιούργημα της φαντασίας του;

Όμως, ό,τι και να ήταν όπως λέει η Χορεύτρια στον Εκφωνητή: «Δεν ήσουν αφηρημένος με τις γυναίκες. Με τον εαυτό σου ήσουν αφηρημένος». Δεν φταίει εκείνη, αυτός φταίει.

Τα φώτα άναψαν.
Αθηναϊκό Καλοκαίρι. Καλοκαιρινό σινεμά, κάπου στο τέλος της Συγγρού.
Η αίθουσα σχεδόν γεμάτη.
Νέα παιδιά οι περισσότεροι.
Είμαι βέβαιος ότι το 1990 θα τους φαίνεται ένας αιώνας μακριά. Οι…κασέτες αρχαία αντικείμενα, ο τηλεφωνητής…μαραφέτι της…γιαγιάς, το κόκκινο σταθερό τηλέφωνο…μουσειακό είδος.

Μια ιστορία έρωτα όμως, όπως κι αν την πείς, είναι σχεδόν πάντα φτιαγμένη, όπως λέει ο ποιητής, φτιαγμένη «με γέλιο και δάκρυ»

Ο Ρένος Χαραλαμπίδης μας διηγείται μια όμορφη, καθηλωτική ιστορία αγάπης, σαν καλός παραμυθάς.
Δεν θέλει να αποσπάσει την προσοχή σας και να σας ξεγελάσει μια εντυπωσιακά κουστούμια, ηχητικά εφφέ και άλλα τερτίπια που ξεγελούν το μάτι.
Δεν θέλει να προκαλέσει, θέλει να τον προσέξετε.

Θέλει να κλέψει την καρδιά σας, με δυνατές εικόνες, με ρομαντική μουσική, με τη δύναμη του λόγου, με αέρινες χορευτικές κινήσεις και με τις σιωπές, που καμιά φορά είναι πολύ πιο δυνατές από τον ίδιο το λόγο.

Αγαπητέ Ρένο, δημιούργησες ένα αριστούργημα, που θα γίνει κλασσικό!
Να πάτε να δείτε την ταινία!

Σενάριο-Σκηνοθεσία: Ρένος Χαραλαμπίδης