/H κατάργηση της δουλείας στις ΗΠΑ και ποιοι εναντιώνονταν

H κατάργηση της δουλείας στις ΗΠΑ και ποιοι εναντιώνονταν

Ο Αβραάμ Λίνκολν από την ημέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του ως πρόεδρος έβαλε στόχο την κατάργηση της δουλείας. Την 1η Φεβρουαρίου του 1865, εκατόν πενήντα πέντε χρόνια πριν, η Βουλή των Αντιπροσώπων στις ΗΠΑ υπερψήφιζε την 13η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος, με την οποία καταργούνταν επίσημα η δουλεία στις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Ούτε δουλεία, ούτε μη εθελοντικός καταναγκασμός, εκτός εάν πρόκειται για ποινή για έγκλημα για το οποίο ο ενδιαφερόμενος θα έχει καταδικασθεί νόμιμα, δεν θα υπάρχει στις Ηνωμένες Πολιτείες ή σε οποιαδήποτε περιοχή υπό τον έλεγχο τους. Το Κογκρέσο θα έχει την εξουσία να εφαρμόσει το άρθρο αυτό μέσω σχετικής νομοθεσίας», ανέφερε η 13η τροπολογία.

Ο Λίνκολν μετακόμισε στον Λευκό Οίκο τον Μάρτιο του 1861 και στο πρώτο μήνυμά του προς τον αμερικανικό λαό αναφέρθηκε στο ζήτημα της δουλειάς, διακηρύσσοντας πως προσωρινά θα συνεχιζόταν, αλλά δεν θα επεκτεινόταν.

Αυτό δεν έβρισκε σύμφωνες τις Νότιες Πολιτείες, που δεν αποδέχονταν τον Λίνκολν και μετά την εκλογή του, σχημάτισαν τη δική τους κυβέρνηση με πρωτεύουσα το Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια, με τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο να ξεσπά σε σύντομο χρονικό διάστημα (Απρίλιος 1861).

Κυρίαρχο ζήτημα του εμφυλίου ήταν η κατάργηση της δουλείας και η απελευθέρωση των σκλάβων, με τις Πολιτείες του Νότου να επιθυμούν τη διατήρηση της δουλείας απειλώντας μάλιστα με αποχώρηση από την Ενωση.

Στόχος του Λίνκολν όμως, ήταν η αποκατάσταση της Ενωσης και η κατάργηση της δουλείας και τον Σεπτέμβριο του 1862 έκανε την πρώτη κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση εκδίδοντας την περίφημη Διακήρυξη Χειραφέτησης, με την οποία ουσιαστικά απελευθερώνονταν οι σκλάβοι, κυρίως όσοι βρίσκονταν στις περιοχές στις οποίες σημείωνε νίκες ο Στρατός της Ενωσης.

Δύο χρόνια αργότερα, το 1864, μια τροπολογία για την κατάργηση της δουλείας πέρασε από την αμερικανική Γερουσία, δεν είχε όμως την ίδια τύχη και στη Βουλή των Αντιπροσώπων καθώς οι Δημοκρατικοί τη «μπλόκαραν» εγείροντας ζήτημα «δικαιωμάτων».

Την ίδια χρονιά ο Λίνκολν επανεξελέγη πρόεδρος, κι έχοντας εξασφαλίσει την πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών τόσο στη Γερουσία όσο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, κατάφερε να «περάσει» την περίφημη 13η τροπολογία στο αμερικανικό Σύνταγμα.