Ο συγγραφέας Γιώργος Γκουντής απαντά στις ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, με αφορμή την κυκλοφορία του μυθιστορήματος του “Ο κάμπος: Χέρια από χώμα”.
Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Αρτέον το μυθιστόρημά σας «Ο κάμπος: Χέρια από χώμα». Πώς θα το περιγράφατε συνοπτικά;
Είναι μια προσπάθεια μυθιστορηματική στην οποία μπλέκονται ο μύθος με την ιστορία με διακριτούς ρόλους. Το γεγονός ότι εμπνεύστηκα από πραγματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα την περίοδο της ενώσεως της Θεσσαλίας με την υπόλοιπη Ελλάδα, θεωρώ ότι είναι ένα από τα πλεονεκτήματα του βιβλίου. Στο βιβλίο περιγράφεται η κατάσταση που διαμορφώθηκε στο θεσσαλικό κάμπο, η προσπάθεια των πλούσιων ελλήνων της διασποράς – οι μετέπειτα τσιφλικάδες – να οργανώσουν τη ζωή του θεσσαλικού λαού με βάση την αποκόμιση κέρδους, έστω και αν κάτι τέτοιο θα έκανε τη ζωή των αγροτών – κολίγων δυσβάστακτη. Επίσης, αναδεικνύεται στο πρόσωπο του πρωταγωνιστή ένας ιστορικός ρόλος που η λαϊκή παράδοση και όχι η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει, ο ρόλος των «δημοκρατών τσιφλικάδων», οι οποίοι ήταν άνθρωποι που τόλμησαν να πάνε «κόντρα» στο «σύστημα» και να προσφέρουν κάποια έστω ελάχιστα προνόμια στους αγρότες. Ουσιαστικά ο αναγνώστης «παρακολουθεί» τις σχέσεις που διαμορφώνονται σε ένα τσιφλίκι ανάμεσα στην οικογένεια του ιδιοκτήτη και τους κατοίκους του χωριού, τις συνθήκες της καθημερινής ζωής με ό,τι αυτή περιλαμβάνει, τις αλήθειες, τα ψέματα, τα μίση, τα πάθη, τις ελπίδες αλλά και τις απογοητεύσεις ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Τον κόσμο των πλούσιων τσιφλικάδων και το μικρόκοσμο των απλών κολίγων.
Σκιαγραφήστε μας τους κεντρικούς ήρωες. Ποιοι είναι οι στόχοι και τα κίνητρα τους;
Ο κεντρικότερος ήρωας είναι ο Νικόλας Δογάνης ένας πλούσιος έμπορος από τα Φάρσαλα, ο οποίος καταφέρνει να μπει στον κόσμο των τσιφλικάδων θέλοντας να δώσει μια διαφορετική νότα στη ζωή των κολίγων. Πιστεύει στο «φιλότιμο» των απλών ανθρώπων και έτσι διαμορφώνει τη ζωή τους με βάση κάποια προνόμια που στα υπόλοιπα τσιφλίκια είναι ανύπαρκτα. Στην προσπάθειά του αυτή θα γνωρίσει αντιδράσεις από τα ίδια τα παιδιά του – τους δύο γιούς του – και ανάμεσα τους θα δημιουργηθούν συγκρούσεις, οι οποίες θα επηρεάσουν τη ζωή των κολίγων του τσιφλικιού. Παράλληλα, υπάρχει ένας νεαρός βουλευτής ο Βίκτωρας Βασταρδής, ο οποίος προσπαθεί να υπερασπιστεί το «δίκιο» των κολίγων, κάτι που φαντάζει αδύνατο στον επίπλαστο κόσμο της πολιτικής της εποχής, αφού τα οργανωμένα συμφέροντα έχουν καταφέρει να άγουν και να φέρουν την πολιτική εξουσία κατά το δοκούν. Καταλυτικό ρόλο διαδραματίζει και η κόρη του Δογάνη, η Πηγή, η οποία αν και γυναίκα – ας μη ξεχνάμε ότι οι γυναίκες τη συγκεκριμένη εποχή έχουν ελάχιστα δικαιώματα – τάσσεται στο πλευρό του πατέρα δημιουργώντας τις προϋποθέσεις να γίνει αυτή η συνεχίστρια του ονείρου του.
Πώς καταγράφονται οι συνθήκες ζωής και κοινωνικοί ρόλοι στον θεσσαλικό κάμπο τον 19ο αιώνα;
Δυστυχώς στη σύγχρονη ιστορία το θέμα των τσιφλικιών, οι απάνθρωπες μέθοδοι των τσιφλικάδων αλλά και οι πολιτικές των κυβερνήσεων που θεώρησαν ότι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ισχυρών είναι πιο σημαντική από τις ζωές των απλών ανθρώπων είναι μια πραγματικότητα αδιαμφισβήτητη από την ιστορική έρευνα. Ας μη ξεχνάμε ότι το πρόβλημα της αναδιανομής της θεσσαλικής γης κράτησε περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες και οδήγησε στο θάνατο αρκετές εκατοντάδες ανθρώπων με άμεσο ή έμμεσο τρόπο. Απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, πείνα, βασανιστήρια, βιασμοί, θάνατοι, συνθέτουν ένα καθημερινό σκηνικό σε όλα τα τσιφλίκια.
Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης;
Το μυθιστόρημα είναι μυθιστόρημα με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ο κάθε άνθρωπος διαβάζοντας ένα βιβλίο κρίνει τι πρέπει να κρατήσει από αυτό, γιατί στην τελική ο αναγνώστης γνωρίζει καλύτερα τις ανάγκες του. Ευελπιστώ ότι στην περίπτωση του «Κάμπου» ο αναγνώστης θα μπορέσει να μπει για λίγο ή πολύ στο ρόλο και τις ζωές των ανθρώπων της εποχής.
Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Τα γραπτά σε βρίσκουν, δεν τα βρίσκεις. Σε κάθε μορφή τέχνης, το «μικρόβιο» υπάρχει μέσα στο δημιουργό και αργά ή γρήγορα έρχεται στην επιφάνεια. Δεν υπήρξε συγκεκριμένο ερέθισμα. Απλά συνέβη…
Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;
Η σιωπή που μιλάει, που φλυαρεί μέσα σου ακατάπαυστα, που αποκαλύπτει μυστικά αθώα ή ένοχα.
Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λογοτεχνία, και ειδικά ποίηση, λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο;
Νομίζω τη μεγαλύτερη ευθύνη φέρουν δύο παράγοντες. Το εκπαιδευτικό σύστημα και η οικογένεια. Δεν μπορείς να «φτιάξεις» αναγνώστες σε ένα απόλυτα τεχνοκρατικό περιβάλλον, όπως το ελληνικό σχολείο, στο οποίο τα μαθήματα πολιτισμού έχουν ελάχιστες έως και καθόλου ώρες διδασκαλίας. Επίσης δεν μπορείς να παραπονιέσαι ότι το παιδί μου ή τα παιδιά μου δε διαβάζουν εξωσχολικά βιβλία αν εσύ ο ίδιος δε δίνεις το παράδειγμα.
Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στην ψηφιακή εποχή μας;
Αν δεν υπάρξουν άμεσες ενέργειες από την πλευρά της πολιτείας, είναι θέμα χρόνου η εικόνα να καταπιεί το βιβλίο. Κυκλοφορεί στο διαδίκτυο μια φοβερή γελοιογραφία όπου ένα νέο παιδί στέκεται μπροστά από ένα πίνακα ζωγραφικής σε κάποιο μουσείο, τον αγγίζει και προσπαθεί να «σκρολάρει» αυτό που βλέπει πιστεύοντας ότι διαχειρίζεται ένα τάμπλετ.
Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;
Τη Νυχτερινή ιστορία του Καραγάτση, γιατί μέσα σε αυτή τη συλλογή διηγημάτων υπάρχει το αγαπημένο μου διήγημα η Οργή, την Ασκητική του Καζαντζάκη, το Καθένας του Φίλιπ Ροθ, Το χρυσό σημειωματάριο της Ντόρις Λέσινγκ και τον Οδυσσέα του Τζέημς Τζόυς γιατί δεν κατάφερα ποτέ να το τελειώσω.
Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;
Πιστεύω στο Θεό. Έστω και αν αυτό στην εποχή μας «ακούγεται» κάπως…
Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στις ζωές μας;
Τα λάθη της καρδιάς είναι συνήθως πιο οδυνηρά από τα λάθη της λογικής, αλλά είναι και αυτά που σημαδεύουν τη ζωή ενός ανθρώπου κατά τη γνώμη μου. Προτιμώ να απολογούμαι στο συναίσθημα της ψυχής και όχι στις ατραπούς του μυαλού.