/Αντρέι Ταρκόφσκι: Σινεμά σαν ποίηση

Αντρέι Ταρκόφσκι: Σινεμά σαν ποίηση

Με το πέρασμα του χρόνου, αναπόφευκτα αναδύονται νέα πρότυπα. Στην τέχνη, στην πολιτική και στην ιστορία, κάθε γενιά βρίσκει τους δικούς της ήρωες. Στον κινηματογράφο, όμως, συμβαίνει αυτό;

Ποιοί κινηματογραφικοί δημιουργοί  έχουν την μεγαλύτερη επιρροή σε άλλους σκηνοθέτες, καθώς και στο κοινό; Με ποιους τρόπους αυτοί βοήθησαν να διαμορφωθεί ο κινηματογράφος όπως γνωρίζουμε και βλέπουμε σήμερα;

Με μια σειρά κειμένων θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα  προσεγγίζοντας το έργο των σημαντικότερων “auteurs” στην ιστορία του κινηματογράφου.

Αντρέι Ταρκόφσκι: Ο οραματιστής του χωρο-χρόνου

«O Ταρκόφσκι για μένα είναι o μεγαλύτερος από όλους μας, αυτός που επινόησε μια νέα γλώσσα, πιστή στην φύση του κινηματογράφου, καθώς συλλαμβάνει τη ζωή ως αντανάκλαση, τη ζωή ως ένα όνειρο»  Ιngmar  Bergman

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΡΓΟ-ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αν ο Σεργκέι Αϊζενστάιν είναι ο άνθρωπος που ουσιαστικά δημιουργεί το ρωσικό κινηματογράφο, ο Αντρέι Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι είναι αυτός που τον καθιερώνει. Ο σπουδαίος Ρώσος δημιουργός ήρθε στη ζωή στις 4 Απριλίου του 1932, στην πόλη Ζαβράγιε (Zavrazhye) της Ρωσίας. Ήταν γιος του Arseny Alexandrovich Tarkovsky, σημαντικού Ρώσου ποιητή του 20ου αιώνα και της Maria Ivanova Vishnyakova, ηθοποιού. Οι γονείς του χώρισαν, όσο ήταν ακόμη μικρός. Βίωσε το 1937 μια δύσκολη περίοδο, όταν ο πατέρας του αναχώρησε για τον πόλεμο. Παρακολούθησε μαθήματα πιάνου σε μουσική σχολή, καθώς επίσης γλυπτική, ζωγραφική και αραβικά, ενώ για ένα διάστημα εργάστηκε ως γεωλόγος στη Σιβηρία.

Το 1956 εισέρχεται στην περίφημη κινηματογραφική σχολή της Ρωσίας, VGIK όπου παρακολουθεί μαθήματα, με μέντορα τον Mikhail Romm και τον Alexander Dovzhenko. Οι «Φονιάδες»(Ubiitsy, 19′, 1958) αποτέλεσαν την πρώτη φοιτητική ταινία του, βασισμένη στο ομώνυμο διήγημα του Έρνεστ Χέμινγουεϊ και ακολούθησε η δεύτερη φοιτητική του ταινία «Δεν υπάρχει αναχώρηση σήμερα» (Segodnya uvolneniya ne budet, 45′, (1959).Το 1960 θα αποφοιτήσει, παρουσιάζοντας ως πτυχιακή εργασία του την μικρού μήκους ταινία (46΄) «Ο οδοστρωτήρας και το βιολί»( The steamroller and the violin).

Στη συνέχεια πήγε να δουλέψει για τη Mosfilm και έκανε το σκηνοθετικό ντεμπούτο του σε ταινία μεγάλου μήκους το 1962 με τα «Παιδικά χρόνια του Ιβάν», την τραγική ιστορία της κατεστραμμένης παιδικής ηλικίας του Ιβάν εν καιρώ πολέμου, ζωγραφισμένης χωρίς ίχνος συναισθηματισμού. Η ταινία του κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας και  ο Ζαν Πωλ Σαρτρ έγραψε πως είναι «η ωραιότερη ταινία που έχει δει ποτέ του».

Η δεύτερη ταινία του«Αντρέι Ρουμπλιώφ», είναι ίσως το πιο γνωστό έργο του Ταρκόφσκι. Φαινομενικά  πορτραίτο ενός Ρώσου ζωγράφου του 15ου αιώνα, η ταινία είναι στην πραγματικότητα ένα μεταφορικό δράμα που αντικατοπτρίζει τη δεινή κατάσταση των Ρώσων καλλιτεχνών στο καταπιεστικό σοβιετικό καθεστώς. Μερικοί αναλυτές έχουν επεκτείνει την παραβολή της ταινίας ως αντικατοπτρισμό των δραματικών επιπτώσεων του πολέμου και του χάους στην ανθρωπότητα. Πολλοί κριτικοί θεωρούν αυτό το έργο το αριστούργημα του Ταρκόφσκι, αλλά αν και γυρίστηκε το 1966, τα προβλήματα με τους σοβιετικούς λογοκριτές ,λόγω του χριστιανικού περιεχομένου της ,ανέστειλαν την προβολή του μέχρι το 1971. Η ταινία κέρδισε ένα βραβείο FIPRESCI στις Κάννες και έφερε τον Ταρκόφσκι στην πρωτοπορία του διεθνούς κινηματογράφου.

Το 1972, σκηνοθετεί το «Σολάρις» και αποσπά βραβείο Grand Prix Special du Juri. Βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Στάνισλαβ Λεμ, το φιλμ αποτελεί την πρώτη απόπειρα του να ασχοληθεί με το σινεμά του φανταστικού, ακολουθώντας το οδοιπορικό του Κρις Κέλβιν, που έχει σταλεί σε αποστολή στον πλανήτη Solaris για να ξεδιαλύνει τα μυστήρια που αναφέρθηκαν από έναν προηγούμενο κοσμοναύτη.

Η ταινία του 1975 «Καθρέφτης», με την αιθέρια αφήγηση και τις πρωτοποριακές σκηνοθετικές τεχνικές, έγινε  πολύ δημοφιλής μεταξύ των Ρώσων διανοουμένων. Μια οικεία, πολυεπίπεδη αυτοβιογραφική ιστορία στην οποία το χρονοδιάγραμμα παλινδρομεί διαρκώς προς τα εμπρός και προς τα πίσω, αντανακλώντας τα όνειρα του Ταρκόφσκι και τις εμπειρίες μιας οικογένειας καλλιτεχνών κάτω από την εξουσία του Στάλιν. Θεωρείται από πολλούς ένα αμιγώς υποκειμενικό έργο συμπληρωματικό του «Ιβάν», στο οποίο περιγραφόταν αντικειμενικά η εμπειρία ενός αγοριού που μεγάλωσε κατά την εποχή του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου.

Τον Δεκέμβριο του 1976, σκηνοθετεί το “Hamlet” του William Shakespeare, το μοναδικό θεατρικό του έργο, στο Lenkom Theatre της Μόσχας.

Η τελευταία του ταινία στην Ρωσία, ήταν το «Στάλκερ» του  1979,   όπου περιγράφεται η πορεία τριών ατόμων μέσα σε ένα φανταστικό τοπίο καθώς αναζητούν  ένα μυστηριώδη χώρο στον οποίο εκπληρώνονται όλες οι ανθρώπινες ασυνείδητες επιθυμίες.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Ταρκόφσκι άρχισε να κάνει ταινίες έξω από τη Σοβιετική Ρωσία. Αλλά αν και έκανε ταινίες στην Ιταλία και τη Σουηδία, τα θέματα ,ο τόνος και το ύφος παρέμειναν αμιγώς ρωσικά.

Το 1983 στην Ιταλία σκηνοθετεί το ντοκιμαντέρ «Ταξίδι στο χρόνο»  ,ένα ωριαίο ντοκιμαντέρ, το οποίο εξιστορεί τα ταξίδια του στην Ιταλία για τα γυρίσματα της «Νοσταλγίας», και για τα οποία συνεργάστηκε στενά με τον σεναριογράφο και συγγραφέα Τονίνο Γκουέρα.

Την ίδια χρονιά ολοκληρώνει και τη «Νοσταλγία» (1983) ,με κεντρικό ήρωα ένα συγγραφέα που επισκέπτεται την Ιταλία σκοπεύοντας να γράψει την βιογραφία του Ρώσου συμπατριώτη του και ποιητή Σασνόφσκι, ο οποίος είχε ζήσει τον 18ο αιώνα και αφού έμεινε στην Ιταλία για τρία χρόνια, επιστρέφοντας στην Ρωσία είχε γίνει ράκος και αυτοκτόνησε. Για την «Νοσταλγία» μοιράζεται το βραβείο Grand Prix du cinema de creation με τον μεγάλο Γάλλο σκηνοθέτη Robert Bresson, με τον οποίο είχε εκλεκτική συγγένεια στην πίστη στις αρχές του Χριστιανισμού και του Ουμανισμού,  για το αριστουργηματικό φιλμ του τελευταίου «Το χρήμα».

Το 1984, ο Ταρκόφσκι δεν μπόρεσε να πάρει την επίσημη άδεια να παραμείνει στο εξωτερικό και έμαθε ότι, αν γυρίσει στη Μόσχα, δεν θα του επιτραπεί πλέον να κάνει ταινίες, οπότε αυτοεξορίστηκε στη Δυτική Ευρώπη.

Το 1986 ολοκλήρωσε τη «Θυσία» το κύκνειο άσμα του που είναι παράλληλα και ένας φόρος τιμής στον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Ένας μεσήλικας μαθαίνει από το ραδιόφωνο ότι κηρύχτηκε ο Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Μέσα από μια εκ βαθέων προσευχή, και μέσα από αυτόν ο Ταρκόφσκι, αφήνει στον κόσμο την τελευταία προσευχή και ζητά να θυσιαστεί ο ίδιος μαζί με ό,τι υλικό έχει αποθησαυρίσει, για να αποφευχθεί το πυρηνικό ολοκαύτωμα. Το φιλμ ,που κέρδισε 3 βραβεία στις Κάννες, αποτελεί την πνευματική παρακαταθήκη του δημιουργού στην ανθρωπότητα.

Ο  Ταρκόφσκι άφησε την τελευταία του πνοή στις 29 Δεκεμβρίου 1986 στο Παρίσι, ηττημένος από την ασθένεια που τον βασάνιζε. Ήταν παντρεμένος με την Larisa Kizilova- Tarkovskaya και είχε ένα γιο τον Andrei Jr. Το 1990 τιμήθηκε με το βραβείο Lenin, για την “εξαιρετική συμβολή του στην ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης και για το ανανεωτικό του έργο που στοχεύει στην κατάφαση των ανθρώπινων αξιών και του ουμανισμού’’.

Μετά το θάνατό του, με πρωτοβουλία της γυναίκας του, εκδόθηκαν τα προσωπικά του ημερολόγια σ’ ένα τόμο, που φέρει το γενικό τίτλο «Μαρτυρολόγιο». Επιπρόσθετα, πολλά ντοκιμαντέρ γυρίστηκαν προς τιμήν του, στα οποία συμπεριλαμβάνονται: “Moscow Elegy” του Alexander Sokurov, One day in the life of Andrei Arsenevich” του Chris Marker, The Recall” του γιου του Andrei Jr. Πληθώρα ελληνικών και ξενόγλωσσων βιβλίων, άρθρων και η προσωπογραφία του σε ρώσικα γραμματόσημα, τιμούν το έργο του σκηνοθέτη. Εκτός από τις ταινίες, έγραψε και το βιβλίο ‘’Σμιλεύοντας το χρόνο’’(Sculpting in Time), το οποίο αποτελεί μια πνευματική αυτοβιογραφία σχετικά με το έργο, τις απόψεις του για την τέχνη και τη ζωή του. 

Ο Ταρκόφσκι ,κληρονόμος της λυρικής παράδοσης του Ντοβζένκο και της ύστερης περιόδου του Αϊζενστάιν, είναι ένας  ποιητής της εικόνας, που μετέφερε τη βαθιά εσωτερική εμπειρία του στον κινηματογράφο. Με το έργο του μάς θυμίζει να ξανακοιτάξουμε μέσα στον εαυτό μας. Οι ταινίες του βιώνονται τοποθετώντας τον θεατή με πλάνα μεγάλης διαρκείας μέσα σε υγρά, ονειρικά τοπία.

Είναι ο εμβληματικός δημιουργός  που κατόρθωσε το ιδεώδες του καλλιτέχνη: την διαρκή ώσμωση ανάμεσα στην τέχνη  και την ζωή ,μετασχηματίζοντας τον κινηματογράφο σε ζωή του και τη ζωή του σε κινηματογράφο, τροφοδοτώντας το έργο του, με τα πιο πολύτιμα βιώματα της ψυχής του.

Το έργο του είναι μικρό σε αριθμό αλλά κολοσσιαίο σε καλλιτεχνική αξία.

Μόλις επτά ταινίες –επτά αριστουργήματα –  μαρτυρίες της βαθιά αισθαντικής ψυχής του, εντυπωσιακά ασυμβίβαστες στη φιλόδοξη  θεματική  και στην τολμηρή τους φόρμα, στις οποίες ο θεατής εμβαπτίζεται κάθε φορά με την ίδια πάντα πνευματική ανάταση. Ένα έργο γήινο αλλά και υπερκόσμιο.

Ο  κορυφαίος Έλληνας κριτικός Γιάννης Μπακογιαννόπουλος γράφει με εξαίσιο ποιητικό λόγο αντάξιο του μέγιστου δημιουργού : «Ο πρόωρα χαμένος Aντρέι Tαρκόφσκι, είναι ο κορυφαίος ποιητής και μύστης του κινηματογράφου  , συνεχιστής των Βυζαντινών ζωγράφων … Το έργο του ακρογωνιαίος λίθος σε έναν ακάματο διάλογο, με τον εσωτερικό εαυτό μας, την ψυχή μας, με τη Φύση, με τον κόσμο όπως τον δια-παρα-μορφώνουμε, με το Διάστημα, με τον Θεό.

O Tαρκόφσκι πραγματοποιεί συνεχώς αυτήν την κρίσιμη κατάδυση και αναδύεται, σαν σπογγαλιεύς, κομίζοντας με ταπεινοφροσύνη, τα μαργαριτάρια της τέχνης του. Για μας. Επιστρέφει πάντα στη μητέρα, στη γη, στο νερό. Εξομολογείται συνεχώς μιαν αγάπη, νοσταλγική και απελπισμένη, για ό,τι αθώο, ανυπεράσπιστο, ειλικρινές. Δεμένος μέσα στις μνήμες του, και παλεύοντας με το μυστήριο της ύπαρξης και του μέλλοντος.

Όπως οι αυτοθυσιαζόμενοι ήρωές του, στη «Θυσία», στη «Nοσταλγία» καίγεται σαν το κερί. Kοιτάζει τόσο εντατικά, ώστε όλα ακτινοβολούν. Μεταμορφώνονται σε αγλάισμα της μυστικής ομορφιάς του ορατού και αόρατου σύμπαντος». 

fermouart