/Βιβλιοκριτική: Ξενόνυχτες – Η βασίλισσα του Αιγαίου (Συμώνη Κατραμάδου)

Βιβλιοκριτική: Ξενόνυχτες – Η βασίλισσα του Αιγαίου (Συμώνη Κατραμάδου)

Γράφει ο Θανάσης Σέμογλου, ΑΠΘ – Θεσσαλονίκη

Το νέο βιβλίο «Ξενόνυχτες ‒ Η βασίλισσα του Αιγαίου» της Συμώνης Κατραμάδου από τις εκδόσεις Άνω Τελεία (Αύγουστος, 2024) είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα γεμάτο ένταση, πάθος και συγκίνηση.

Όλη η δράση συμπυκνώνεται από το φθινόπωρο του 1461 έως την κατάληψη του νησιού από τους Οθωμανούς, ακριβώς έναν χρόνο μετά.

Στο διάστημα αυτό αιωρείται η απειλή της εισβολής των Οθωμανών και διαγράφεται το τέλος μιας μακράς ειρηνικής διακυβέρνησης των Γενουατών Γατελούζων στη Λέσβο. Γινόμαστε θεατές μιας ερωτικής ιστορίας, που εξελίσσεται σε πάθος, γοητευόμαστε από τη δύναμη της αγάπης μεταξύ ατόμων διαφορετικών εθνοτήτων και θρησκευτικών δογμάτων, ενώ απογοητευόμαστε από εκβιασμούς πάσης φύσεως και αλαζονικές επιδείξεις ισχύος μεταξύ Ελλήνων· μετέχουμε σε μια φιλοσοφική αναζήτηση και σε έναν διάλογο που αναδεικνύει την ελληνική αρχαιότητα ως την κοινή βάση πολιτισμού και κρίκο σύνδεσης του Βυζαντίου με τη λατινική Δύση εις πείσμα σφοδρών αντιδράσεων συντηρητικών εκκλησιαστικών ανθενωτικών κύκλων που επιμένουν να εναντιώνονται στη δύναμη της θύραθεν αρχαίας ελληνικής παιδείας, καταδικάζοντας την τύχη του Ελληνισμού με την χωρίς κανέναν δισταγμό επιλογή από πλευράς τους της αλλόθρησκης κυριαρχίας των Οθωμανών αντί εκείνης των ομόθρησκων αλλά ετερόδοξων Λατίνων· παίρνουμε μια γεύση από τα σκοτεινά παιχνίδια εξουσίας και ανταγωνισμών που καταλήγουν σε φόνους, προσδίδοντας στο έργο μια πρόσθετη αστυνομική πλοκή σε ατμόσφαιρα μυστηρίου· συμπάσχουμε με τους πρωταγωνιστές, αγωνιούμε για την τύχη τους εν μέσω απειλών, πολέμων και τρομερών επιδημιών χωρίς όμως να έχουμε καμία αμφιβολία για τον έρωτα που τρέφει ο ένας για τον άλλον και που εξελίσσεται σε μια αγνή, βαθιά και άδολη αγάπη.

Και όλα αυτά συμβαίνουν κάτω από το κλίμα φόβου και έντονης ανησυχίας για το μέλλον της Λέσβου και των κατοίκων της, που δυστυχώς έμελλε ιστορικά να επιβεβαιωθεί από τις άγριες λεηλασίες και τις σφαγές των αυτόχθονων που ακολούθησαν μετά την κατάληψή της από τους Τούρκους.

Η ιστορία ξεκινά με ένα κρύο, βροχερό και σκοτεινό απομεσήμερο που «μοιάζει βράδυ» και κλείνει με την εικόνα μιας γαλήνιας ανατολής που προμηνύει πολύ φως. Το ίδιο αντίθετες διαγράφονται και οι πορείες των πρωταγωνιστών του στην αρχή και στο τέλος του: μια δύσκολη και δύσβατη ανηφοριά μέσα στις λάσπες, από το λιμάνι προς την χώρα με έντονο όμως το στοιχείο του πάθους που προ-οικονομεί πλοκή και περιπέτεια απ’ τη μια, και απ’την άλλη μια σωτήρια κατάβαση προς έναν γαλήνιο όρμο μέσα από πευκοδάση, καρυδιές, φράξους, φιλύρια και κράταιγους, μια χλωρίδα οικεία και γνώριμη για τους φυσιολάτρες και περιπατητές του Λεσβιακού Ολύμπου.

Οι αντιθετικοί αυτοί πόλοι και εικόνες του μυθιστορήματος ορίζουν ταυτόχρονα και το ιστορικό πλαίσιο της αφήγησης το οποίο, ωστόσο, εξελίσσεται με ακριβώς αντίστροφο τρόπο καθιστώντας τις αντιθέσεις ακόμη πιο ηχηρές και τις συναισθηματικές εντάσεις ακόμη πιο γλαφυρές.

Μια προσωπική δραματική και τρυφερή ιστορία πλέκεται μαζί με την ιστορία και τη μοίρα του νησιού, καλώντας τον αναγνώστη σε μια παράλληλη ανάγνωση ή καλύτερα σε πολλαπλές παράλληλες αναγνώσεις:

κατ’αρχάς αυτή της σχέσης της ηρωίδας και του ήρωα, της Μυτιληνιάς νεαρής δασκάλας ευγενούς Βυζαντινής καταγωγής Φωτεινής (ή Φοίβης για την οικογένεια), θυγατέρας του επίσης λόγιου και δασκάλου Κουζηνού και του Γενοβέζου αξιωματικού σινιόρ Πιέτρο Καβάννα· έπειτα μια ανάγνωση των δραματικών στιγμών του τόπου της Λέσβου, όπως και της ιστορίας της ευρύτερης περιοχής του ανατολικού Αιγαίου στο τέλος του μεσαίωνα, αλλά και μια ακόμη ανάγνωση, αυτή της μοίρας ολόκληρου του Ελληνισμού, εν τέλει, μετά την οριστική κατάλυση του Βυζαντίου και την πτώση του στους Οθωμανούς το 1453. Όλες οι παραπάνω αναγνώσεις εμπλέκουν ταυτόχρονα την ιστορία, τη φιλοσοφία, τη γλώσσα, τη θεολογία, την τέχνη, εν ολίγοις το σύνολο της αρχαίας ελληνικής σκέψης και θεωρητικής σκευής που αποτέλεσε την πολύτιμη πολιτιστική κληρονομιά των Ελλήνων που βρέθηκαν υπό ξένη, λατινική ή οθωμανική κυριαρχία, διαμόρφωσε την ιδιαίτερη ταυτότητά τους και καθόρισε τον ρόλο και τη στάση τους στον ορίζοντα της ιστορίας.

Το μυθιστόρημα της Συμώνης Κατραμάδου αποτυπώνει την ένταση της εποχής, γεμίζοντας τον αναγνώστη με εικόνες και συγκινήσεις. Με το έργο αυτό, η συγγραφέας ολοκληρώνει μια τριλογία διατρέχοντας την ιστορία της αγαπημένης της πατρώας γης ή μάλλον της θαλάσσιας πατρίδας της, της Λέσβου, από τον 6ο αιώνα π.Χ., την εποχή της διάσημης λυρικής ποιήτριας Σαπφούς, στο πρώτο της μυθιστόρημα, περνώντας από τη Ρωμαϊκή περίοδο τον 1ο αιώνα π.Χ. στο δεύτερό της έργο, για να φτάσει στη βασίλισσα του Αιγαίου της μεσαιωνικής εποχής των Γατελούζων και τις ξενόνυχτες με το παρόν βιβλίο. Η νεαρή Φοίβη συνέχει με τον αγνό της έρωτα και το πάθος όλη την ιστορία του νησιού και αναδεικνύεται ως η κεντρική ηρωίδα και στα τρία βιβλία. Σηματοδοτεί, ορίζει και ορίζεται από την τύχη του νησιού, για να ταυτιστεί τελικά με αυτό ως τη ρωμαϊκή θεότητα Fortuna, την προσωποποίηση της Τύχης του νησιού ή, όπως επιλέγει η συγγραφέας, με την ίδια τη Θέτιδα, τη Νηρηίδα της ελληνικής μυθολογίας και βασίλισσας του Αιγαίου, όπως αυτή αποτυπώνεται σε ένα ρωμαϊκό αντίγραφο και φέρει το κάλλος και τα χαρακτηριστικά της ηρωίδας.

Στον ακατανόητο, τέλος, τίτλο του βιβλίου Ξενόνυχτες που θα ’ρθουν πριν βραδιάσει, όπως της εκμυστηρεύεται προφητικά ο πατέρας της Φοίβης στο 8ο κεφάλαιο, προβάλλει μια τρυφερή αυτοβιογραφική φωτογραφική αποτύπωση μιας προσωπικής δυνατής στιγμής της συγγραφέως, που βρίσκει έκφραση στην αφιέρωση του βιβλίου της, αποτίοντας φόρο τιμής στον πατέρα της και αντίστοιχα καθοδηγητή της στη διαδρομή της στο ταξίδι της γνώσης. Είναι οι ίδιες ξενόνυχτες του Κουζηνού, του πατέρα της Φοίβης, με εκείνες του Παναγιώτη, του πατέρα της Συμώνης, για τις οποίες, όπως αναφέρει η συγγραφέας, της μίλησε και αυτής ένα δειλινό. Είναι αυτές «που κρατούν ξάγρυπνους τους κατοίκους της πόλης, που μοιράζουν εφιάλτες αλλά και αναμνήσεις τρυφερές, που ξεπηδούν από το θολό μυαλό της αρρώστιας, που δίνουν καταφύγιο στον έρωτα κάτω από το φως της γνώσης».