/Βιβλιοκριτική: Δεν θα πεθάνεις (Κατρίν Σμιτ)

Βιβλιοκριτική: Δεν θα πεθάνεις (Κατρίν Σμιτ)

Γράφει ο Πέτρος Χατζησωτηρίου, φαρμακοποιός – κριτικός λογοτεχνίας

Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα που τιμήθηκε με το Βραβείο Γερμανικής Λογοτεχνίας 2009.

Απρόοπτο από τον τίτλο ως το τέλος του οδηγεί τον αναγνώστη στο να στοχαστεί πάνω σε θέματα που ενδεχομένως δεν τον είχαν απασχολήσει ποτέ. 

Η υπόθεση έχει να κάνει με μια γυναίκα με ταραχώδη και πάντως πολύ δύσκολη ζωή στο πρώην Ανατολικό Βερολίνο που μεγαλώνει τα τρία παιδιά της και το ένα από τον προηγούμενο γάμο του νυν συζύγου της μέσα στις αντιξοότητες που το πολιτικο-πολιτισμικο-ιστορικό πλαίσιο επιβάλλει. Ο γάμος της έχει τελματώσει κι από καιρό απεργάζεται την έξοδο. Στο σημείο αυτό γνωρίζει κι ερωτεύεται μία τρανσέξουαλ γυναίκα που όμως δεν προχώρησε σε εγχείρηση αλλαγής φύλου ώστε τα παιδιά της από το γάμο της να είναι αναγκασμένα να απευθύνονται σε μια ντυμένη και βαμμένη γυναίκα με τον όρο «μπαμπά». Σοκάρεται ακόμα και η ίδια με το συμβάν και μετά από λίγους μήνες και όχι πάνω από 3-4 συναντήσεις, ένα ρομαντικό 3ήμερο που κατέληξε σε καταστροφή και μία επίσκεψη της/του συντρόφου της στο σπίτι της για να γνωρίσει την οικογένειά της, η πρωταγωνίστρια πλήττεται από ένα ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο που την αφήνει ημιπληγική και ανίκανη να μιλήσει.

Απ’ το σημείο αυτό ξεκινάει μια εντυπωσιακή κατάδυση στα μύχια της σκέψης της άρρωστης αυτής γυναίκας και της ψυχής του ανθρώπου. Η Σμιτ χρησιμοποιεί ζωντανές αλλά σκληρές κι αληθινές περιγραφές για να δώσει τόσο το εξωτερικό πλαίσιο μέσα στο οποίο είναι πια αναγκασμένη η ηρωίδα της να κινείται όσο και τον αντίκτυπο στον ψυχικό της κόσμο. Ο αναγνώστης παρακολουθεί εμβρόντητος την εξέλιξη της υγείας της Ελένε αλλά ταυτόχρονα καλείται ν’ αναλογιστεί δύσκολα θέματα, όπως της ηθικής υποχρέωσης για συμπαράσταση, της συγχώρεσης, του δικαιώματος στη ζωή. Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που βρίσκει η Σμιτ να κάνει αυτούς τους δύο κόσμους να επικοινωνούν, το αδύναμο σώμα και το ακρωτηριασμένο μυαλό με την δυνατή ψυχή και το ασίγαστο πάθος. Ως παράδειγμα θα αναφέρουμε τη σκηνή όπου ο σύζυγος της Ελένε θα σκαρφαλώσει στο κρεβάτι της στο νοσοκομείο όπου αναρρώνει μόλις βρεθούν μόνοι για να της κάνει έρωτα. Η δύστυχη ασθενής ενώ δεν μπορεί να νιώσει τίποτα σχεδόν σωματικά θα αναγκαστεί να αγγίξει τον εαυτό της για να καταλάβει τι ακριβώς προηγήθηκε για να αναλυθεί σε λυγμούς όταν καταλάβει ότι όλο αυτό της επιφυλάχθηκε περισσότερο ως τιμωρία παρά σαν κάτι που προήλθε απ’ τα απομεινάρια του γάμου της.

Η Ελένε πριν συμβεί το εγκεφαλικό έγραφε. Ήταν άνθρωπος του πνεύματος. Τώρα δεν μπορεί να μιλήσει, δεν μπορεί να οργανώσει τις σκέψεις της κι αυτό της στοιχίζει. Το μόνο που της μένει είναι η κατάδυση στην ψυχή και στις αναμνήσεις της. Όμως είναι οι αναμνήσεις της αυτές που αναδύονται ή είναι κι αυτές αποτέλεσμα ατελών εγκεφαλικών διεργασιών ; Όσο προχωράει η ανάρρωσή της αντιδράει, επαναστατεί, παρεμβαίνει στην οικογένειά της και διεκδικεί το νέο ρόλο της. Αυτό που καθηλώνει όμως τον αναγνώστη είναι το πώς αποτυπώνονται όλες αυτές οι λεπτές διαβαθμίσεις της εξέλιξης μέσα από την αφήγηση. Είναι ένα βιβλίο όπου η κάθε εικόνα αφήνει ευδιάκριτο αποτύπωμα όπως ακριβώς το φως πάνω στο φωτογραφικό φιλμ. Με την ιδιαίτερη τεχνική της η συγγραφέας παύει να ενδιαφέρεται για τους ήρωές της. Το κέντρο του σύμπαντος γίνεται ο αναγνώστης. Η Σμιτ του δίνει όλα τα εφόδια για να συμπαθήσει όσο και ν’ αντιπαθήσει την κεντρική ηρωίδα. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Το ζητούμενο είναι ο δρόμος που θα διέλθει ο αναγνώστης για να φτάσει στο όποιο συμπέρασμα. 

Όπως σε όλα τα μεγάλα βιβλία έτσι κι εδώ η δύναμή του δεν βρίσκεται στην πλοκή. Βρίσκεται στο ικανότητά του να εκλύει σκέψεις και συναισθήματα.

Επειδή το βιβλίο τοποθετείται χρονικά λίγο πριν έως και λίγο μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου και την Επανένωση των Γερμανιών μοιραία εκφράζονται κι απόψεις για την κοινωνία, τις αξίες και την καθημερινότητα του «πριν» και του «μετά» ενός Βερολίνου όπου ζει κι η ίδια η συγγραφέας ενώ γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πρώην Ανατολικό κομμάτι. 

Με σπουδές Ψυχολογίας η Σμιτ κατάφερε με επιτυχία να παραδώσει ένα εγχειρίδιο αυτό-ψυχανάλυσης μέσω αφήγησης μια ιστορίας ισορροπώντας έντεχνα μεταξύ επιστήμης και λογοτεχνίας. Το «Δεν θα πεθάνεις» αποτελεί έναν καθρέφτη της συνείδησής μας που δεν θ’ αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. 

 

4,5/5