/Τάσος Πετρίδης: Ο “ανθός” της χαρμολύπης είναι το βίωμα μιας εσωτερικής αρμονίας και μιας ισορροπίας

Τάσος Πετρίδης: Ο “ανθός” της χαρμολύπης είναι το βίωμα μιας εσωτερικής αρμονίας και μιας ισορροπίας

Ο συγγραφέας Τάσος Πετρίδης απαντά στις 10+1 Ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, με αφορμή την κυκλοφορία της νέας του ποιητικής συλλογής “Της χαρμολύπης ο ανθός”.

1. Κυκλοφόρησε από τις Συμπαντικές Εκδόσεις η ποιητική συλλογή σας “Της χαρμολύπης ο ανθός”. Πώς θα τη περιγράφατε συνοπτικά;

– Η συλλογή αυτή ίσως είναι ένα μικρό μπουκέτο από “αγριολούλουδα”, από κείνα που φυτρώνουνε στα πιο απίθανα μέρη, ξαφνιάζοντας τους περαστικούς, αγριολούλουδα που πιο πολύ λαχταράνε να σκορπίσουνε το άρωμά τους όσο πιο μακριά γίνεται παρά να στολίσουν κάποιο βάζο σε κάποιο σαλόνι.

2. Το ποιητικό σας ύφος και η τεχνική προσαρμόζονται στη θεματολογία ή θέλετε να έχετε ένα συγκεκριμένο στίγμα γραφής;

– Σίγουρα το θέμα έχει μια δική του δυναμική, μια δική του “απαίτηση”, που καθορίζει σημαντικά το ύφος της έκφρασης και της γραφής μου ή οποία αναμφίβολα περιέχει και ένα προσωπικό στίγμα, το οποίο δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας επιθυμίας μου αλλά πιο πολύ αποτέλεσμα της εκάστοτε πηγαίας εσωτερικής μου ανάγκης.

Το βέβαιο σε κάθε περίπτωση είναι ότι δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου να έχω ένα συγκεκριμένο στίγμα στη γραφή μου.

Αν κάτι μ’ ενδιαφέρει απ’ όλα είναι η γραφή μου να αξιώνεται να συναντάει όσο πιο άμεσα γίνεται την ανάγκη της εσωτερικής αυθεντικότητάς μου για έκφραση.

3. Ποιος είναι ο “ανθός” της χαρμολύπης για τον σημερινό άνθρωπο σε μια εποχή ατομικού και υπερκατανάλωσης; 

– Ο “ανθός” της χαρμολύπης θα έλεγα ότι είναι το βίωμα μιας εσωτερικής αρμονίας και μιας ισορροπίας, το ζύγιασμα ίσως, ανάμεσα στη χαρά και τη λύπη που μάς κυκλώνουν ακάλεστες αδιάκοπα και σε διαφορετικά μεγέθη.

Ο σημερινός άνθρωπος, ολοκληρωτικά αποπροσανατολισμένος, βρίσκεται εντελώς απροστάτευτος στο “μάτι του κυκλώνα”, στο μεσοδιάστημα ενός κόσμου που πεθαίνει κι ενός άλλου που αγωνίζεται να υπάρξει.

Μέσα σ’ αυτή τη δίνη και οι χαρές και οι λύπες του είναι πιο πολύ τεχνητές, επιφανειακές, λησμονούνται εύκολα και γρήγορα, οι πληροφορίες που τον βομβαρδίζουν ανελέητες. Γι’ αυτό η εσωτερική αρμονία και ισορροπία, ο ανθός της χαρμολύπης, είναι τόσο δυσεύρετος.

4. Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης;

– Κάθε αναγνώστης είναι ένας ολόκληρος διαφορετικός κόσμος. Συνήθως καθένας αποκομίζει αυτό που θέλει και πετά κάθε τι άλλο. Πολύ δύσκολα ο αναγνώστης αφήνεται σε ότι διαβάζει ολοκληρωτικά. Δεν έχω ιδέα τι θα αποκομίσει κάθε αναγνώστης ως απόσταγμα.

5. Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

– Πιο πολύ η άρνησή μου να αποδεχτώ ως μοναδική υπαρκτή πραγματικότητα την απανθρωπιά και τον παραλογισμό που βλέπω στον κόσμο γύρω μου.

Είναι αδύνατο στο νου μου να υποταχτεί στη βαρβαρότητα και να την αποδεχτεί σαν μοναδική κανονικότητα.

Γράφω πρώτα απ’ όλα για εμένα τον ίδιο. Είναι ένας προσωπικός τρόπος κατανόησης του δικού μου περιεχόμενου. Γράφω σε μια προσπάθεια να φωτίζονται και να αναπνέουν κάποιες μικρές απλές ανθρώπινες αλήθειες που παράδοξα και πεισματικά εμείς οι ίδιοι θάβουμε στα σκοτάδια για να αισθανόμαστε πιο βολικά.

6. Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στον ψηφιακή μας κόσμο; Πόσο επηρεάζεται από τις εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη;

– Το βιβλίο ήταν, είναι και θα είναι ανεκτίμητο προσωπικό αγαθό γιατί καλλιεργεί με τρόπο μοναδικό τον ατομικό νου, τον καλεί να προεκτείνει τα όριά του στο τώρα.

Στο σύγχρονο ψηφιακό κόσμο οι άνθρωποι είναι που, μαγεμένοι από τις εντυπωσιακές ψηφιακές εφαρμογές, απομακρύνονται από την ουσία και την εμπειρία της ανάγνωσης ενός βιβλίου με την κλασική του μορφή.

Μου είναι απίστευτα θλιβερό να διαβάσω κάποιο ποίημα ή ένα λογοτεχνικό έργο φτιαγμένο από την τεχνητή νοημοσύνη γιατί όσο άρτιο, όσο καλογραμμένο κι αν είναι, θα του λείπουν πάντα βασικά πρωτογενή ανθρώπινα στοιχεία.

7. Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας και ειδικότερα στην Ποίηση;

– Είμαι τόσο μικρός και λίγος για να ορίσω την Ποίηση. Ίσως η Ποίηση να ζει μέσα σε κάθε τι που περιέχει ομορφιά, αλήθεια και ευγένεια απέναντι στη ζωή.

8. Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λογοτεχνία λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο;

– Είναι τόσα πολλά τα “γιατί” που θα έπρεπε να μας απασχολούν για τον σύγχρονο Έλληνα…

Ειλικρινά αδυνατώ να εξηγήσω μεγάλο πλήθος από επιλογές και συμπεριφορές των συμπατριωτών μου.

9. Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;

– Έχω μια γενικότερη δυσκολία με την έννοια της πίστης αυτής καθεαυτής. Αν όμως θα έπρεπε να δώσω κάποια απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα θα έλεγα ότι όλη αυτή η παράξενη μαγεία γύρω μας ίσως χρησιμοποιεί με τη σοφία της άλλοτε τη μοίρα και άλλοτε την τύχη

10. Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;

– Καζαντζάκης (Ασκητική), Κρισναμούρτι (Το τέλος του χρόνου), Λιαντίνης (Γκέμμα), Β. Ραιχ (Άκου ανθρωπάκο), Τ. Λειβαδίτης ( Ποίηση Ι & ΙΙ).

11. Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στην εποχή μας;

– Χρειαζόμαστε και τα δύο. Θα ήταν ανόητο να ταχθώ μόνο με το ένα ή το άλλο. Το ζητούμενο για μένα είναι η αρμονία, η ισορροπία, κατάσταση που έχει χαθεί σήμερα.

Η καθαρά υλιστική εποχή μας έχει σχεδόν εκτοπίσει το ρομαντισμό, την ομορφιά, την ευγένεια, την ευαισθησία, την αποδοχή, τη συμπόνια και εν τέλει τις αξίες εκείνες που οδηγούν σε μια βιώσιμη συνύπαρξη με τα πάντα.

Ζούμε μια μακρά εποχή στην οποία έχουμε τοποθετήσει την ύλη στην κορυφή των αξιών μας με αποτέλεσμα ο ρεαλισμός, οι διαιρέσεις, οι ανισότητες και οι συγκρούσεις να κυριαρχούν σε όλα τα επίπεδα.

Αυτή η ανισορροπία είναι αβάσταχτη και οδυνηρή.