Σημερινός μας καλεσμένος στο culturepoint.gr να μιλήσουμε για το νέο του βιβλίο «Ο Θυριδοποιός» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος, ο Φαίδων Κυριακού. Πρόκειται για έναν νέο συγγραφέα πολλά υποσχόμενο, το συγγραφικό έργο του οποίου αξίζει την προσοχή σας.
Επιμέλεια συνέντευξης: Γιώργος Δόλγυρας, συγγραφέας – αρθρογράφος
-Αρχικά Φαίδων θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας κάποιες προσωπικές πληροφορίες για εσένα ώστε να σε γνωρίσουμε καλύτερα;
Γεννήθηκα στην Αθήνα το ’90 και τα τελευταία εννέα χρόνια ζω στην Βρετανία. Αποφοίτησα από το ΕΜΠ, έκανα διδακτορικό στην Εμβιομηχανική και προσδοκώ ότι κάποια στιγμή θα βιοπορίζομαι από τη συγγραφή. Αυτή την προσδοκία προσπαθώ πολύ να την κάνω πραγματικότητα.
-Tι αγαπάς, τι φοβάσαι, τι έχεις χάσει στη ζωή σου;
Αγαπώ τον ήλιο και τη θάλασσα (ιδίως απ’ τον καιρό που έφυγα για το εξωτερικό), τις καλές συζητήσεις και τα μαζέματα σε φιλικά σπίτια. Μεγάλη μου αδυναμία είναι και το αργεντίνικο τάνγκο το οποίο χορεύω ανελλιπώς τα τελευταία έξι χρόνια. Από φόβους… Θα έλεγα ότι κυρίως φοβάμαι μια ζωή χωρίς νόημα ή μια ζωή στην οποία δεν καταφέρνεις να ευτυχίσεις. Όσο για απώλειες… έχω χάσει συγγενείς και λίγα όνειρα στον δρόμο.
-Πώς ξεκίνησε αυτό το ταξίδι σου στην συγγραφή;
Ο λόγος άρχισε να με κεντρίζει από πολύ μικρή ηλικία – νηπιακή, αν πιστέψω τους γονείς μου. Έφτιαχνα στιχάκια και σκάρωνα ιστορίες από παιδί. Στο δημοτικό, κάθε καλοκαίρι ξεκινούσα να γράφω κι ένα καινούργιο βιβλίο που βέβαια ποτέ δεν ολοκλήρωνα. Όταν έγινα δεκατεσσάρων ανακάλυψα ότι μπορούσα να εκφράσω τις εφηβικές μου ανησυχίες μέσω της ποίησης και κάπως έτσι μπήκαν τα θεμέλια της σχέσης μου με τη συγγραφή. Μέσα στα επόμενα σχολικά και κυρίως ακαδημαϊκά χρόνια, η ενασχόλησή μου έγινε πιο επισταμένη, πιο σοβαρή, και τελικά ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου.
-Πώς εμπνεύστηκες το τόσο ιδιαίτερο μυθιστόρημα σου «Ο θυριδοποιός»;
Η πρώτη σκέψη που είχα για το μυθιστόρημα ήρθε στη μορφή μιας φράσης που τελικά έγινε και η αρχή του βιβλίου: «Αν ήταν άλλος στη θέση μου, θα είχε αυτοκτονήσει. Kι εγώ βέβαια στη θέση του το ίδιο θα έκανα.» Όταν σκέφτηκα αυτές τις προτάσεις τις βρήκα τόσο παράξενες που ήθελα να καταλάβω ποιος άνθρωπος, και κάτω από ποιες συνθήκες, θα μπορούσε να τις έχει πει. Αυτή η προσπάθεια αποκωδικοποίησης, λοιπόν, γέννησε τον κεντρικό ήρωα, τον Μάνο, μέσα στην Κατοχή.
-Δηλώνω εντυπωσιασμένος από τις γλαφυρές περιγραφές σου και την αποτύπωση του κλίματος της εποχής (κατοχική Αθήνα του 41). Πώς τα κατάφερες να μας μεταφέρεις ένα ιστορικό κλίμα μιας εποχής που δεν έζησες, τόσο άψογα; Ιστορική έρευνα ή βοήθησε καμιά γιαγιά με τις αφηγήσεις της;
Γνώρισα την ιστορική έρευνα στο πρώτο μου μυθιστόρημα Η γκιλοτίνα του Ναυπλίου. Εκεί αντιμετώπισα για πρώτη φορά την πρόκληση του να μελετάς μια περασμένη εποχή όχι για να μάθεις τα μεγάλα γεγονότα και τις σημαντικές ημερομηνίες της (πληροφορίες που βρίσκεις εύκολα σε ιστορικά βιβλία), αλλά για να κατανοήσεις πώς ήταν εκείνη η καθημερινότητα. Το ίδιο απαιτούσε και αυτό το βιβλίο αλλά με δεδομένο ότι η εποχή είναι πιο πρόσφατη, οι δυσκολίες ήταν λιγότερες. Αν και η γιαγιά μου έζησε την βουλγαρική Κατοχή στις Σέρρες, ήταν πολύ μικρή για να μου μεταφέρει προσωπικές μαρτυρίες. Αν ψάξει όμως κανείς μπορεί εύκολα να βρει ντοκουμέντα. Η εποχή είναι πρόσφατη και οι μνήμες καταγεγραμμένες.
-Ο πρωταγωνιστής σου είναι ένας φερετροποιός που χάνει την γη κάτω από τα πόδια του στην κατοχική Αθήνα όπου κανένας δεν έχει να πληρώσει για κηδεία και όλοι πεινάνε, πώς εμπνεύστηκες έναν τόσο γκροτέσκο χαρακτήρα;
Ήθελα χρόνια να μιλήσω για έναν ήρωα που θα ήταν φερετροποιός. Είναι ένα επάγγελμα για το οποίο δεν γνωρίζουμε τίποτα – ακόμα και η λέξη είναι άγνωστη σε πολλούς, παρότι απολύτως κατανοητή. Η συνθήκη, όμως, ενός τέτοιου χαρακτήρα που ζει από τον θάνατο, σε μια Αθήνα που ναι μεν έχει άφθονους νεκρούς αλλά έχει τόση φτώχια που δεν μπορεί να τους κηδέψει, δημιουργεί μια αντίθεση που είναι εξαίσιο έδαφος για λογοτεχνική μελέτη. Όταν συνδύασα τα δύο – τον ήρωα με αυτό το περιβάλλον – ήξερα ότι είχα στα χέρια μου κάτι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Ο κίνδυνος, φυσικά, ήταν να γίνει όλο αυτό ένα τόσο σκοτεινό σκηνικό που θα τρόμαζε τους αναγνώστες, οπότε ήταν απαραίτητο να υπάρχει φως στην ιστορία. Από τις κριτικές που διαβάζω, φαίνεται ότι η ισορροπία επετεύχθη.
-Τι άλλο θα διαβάσουμε στο μυθιστόρημα σου; Μην τα αποκαλύψω όλα εγώ…
Ούτε εγώ θέλω να αποκαλύψω πολλά. Νομίζω ότι Ο θυριδοποιός είναι ένα βιβλίο που σε κερδίζει για τους χαρακτήρες του. Είναι κυρίως ένα ψυχογράφημα. Μας μεταφέρει σε μια δύσκολη εποχή και μας συστήνει έναν κόσμο που δεν έχουμε ξαναδεί, πρωτίστως όμως καταβυθίζεται στον άνθρωπο, και μέσω του Μάνου εξερευνά την ανθρωπιά, την αίσθηση του χρέους, τον θάνατο, και τελικά – τι άλλο; – τη ζωή.
-Το έργο σου βαθιά αντιπολεμικό σε μία εποχή που η ιστορία τείνει να επαναληφθεί, η εισβολή από την Ρωσία στην Ουκρανία μας έχει φέρει στα πρόθυρα του Γ’ ΠΠ (πέρα από τις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες), η ανθρωπότητα τελικά δε μαθαίνει από τα λάθη της;
Νομίζω ότι η ανθρωπότητα μαθαίνει αλλά με ρυθμούς που δεν μας ευνοούν. Οι αντιλήψεις χρειάζονται πολλές γενιές, συχνά αιώνες, για να αλλάξουν. Φυσικά υπάρχουν και πισωγυρίσματα αλλά αν κοιτάξει κανείς από απόσταση την ιστορία της ανθρωπότητας, ζούμε στην εποχή όπου υπάρχει η μεγαλύτερη ευημερία και οι λιγότεροι πόλεμοι. Αλλά δυστυχώς αυτό εξακολουθεί να σημαίνει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων που εξακολουθούν να ζούνε ανυπόφορα δύσκολες ζωές. Έχουμε ακόμα δρόμο. Έχουμε ακόμα πολλά να μάθουμε από τα λάθη μας.
-Από το παιδικό βιβλίο στην ενήλικη λογοτεχνία, ξανά πίσω στο παιδικό και πάλι στην ενήλικη λογοτεχνία. Ποια η διαφορά όταν γράφεις για μεγάλους και όταν γράφεις για παιδιά;
Είναι δύο πολύ διαφορετικές συγγραφικές λειτουργίες. Η παιδική φόρμα είναι μικρή, σε περιορίζει και σε αναγκάζει να βρίσκεις τα απολύτως απαραίτητα στοιχεία της ιστορίας σου. Σου βάζει επίσης θεματολογικούς και λεξιλογικούς φραγμούς. Δίνει όμως την δυνατότητα να πλάσεις φανταστικούς κόσμους με μια παιδικότητα που σπάνια χρησιμοποιείς στην καθημερινότητά σου, κι ως εκ τούτου είναι απελευθερωτική. Ως τελευταίο διαχωριστικό στοιχείο, όλα τα παιδικά μου κείμενα είναι έμμετρα, οπότε έχουν μια εγγενή ποιητικότητα που επίσης τα διακρίνει από τα μυθιστορήματα.
-Η λογοτεχνία μπορεί να κάνει τον κόσμο καλύτερο;
Ερώτηση παγίδα. Πιστεύω ότι, εν γένει, η λογοτεχνία δεν έχει την δύναμη να αλλάξει έναν μεμονωμένο άνθρωπο, μπορεί όμως, τελικά, να αλλάξει την ανθρωπότητα. Υπάρχουν άλλωστε παραδείγματα όπου συγκεκριμένα έργα, όπως ο Ζοφερός Οίκος ή ο Όλιβερ Τουίστ του Ντίκενς, έκαναν ακριβώς αυτό, έχοντας απτές κοινωνικές επιπτώσεις (το πρώτο άνοιξε τη συζήτηση για την αστική καθαριότητα, βοηθώντας λίγα χρόνια αργότερα στη δημιουργία του αποχετευτικού συστήματος του Λονδίνου ενώ το δεύτερο ευαισθητοποίησε τον κόσμο στο ζήτημα της παιδικής εργασίας). Είμαι της άποψης ότι η λογοτεχνία υπάρχει πρωτίστως για να ψυχαγωγεί και να πλουτίζει τη ζωή μας, ακόμα κι αν δεν φιλοδοξεί να μας αλλάξει. Καμιά φορά όμως, το κάνει κι αυτό.
-Νεότατος συγγραφέας που έχει πετύχει έργα του να κυκλοφορούν στους μεγαλύτερους εκδοτικούς της χώρας. Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας; Τι θα συμβούλευες τους νέους συγγραφείς;
Χαμογελώ στην ερώτηση. Δεν νιώθω ότι έχω κατακτήσει την επιτυχία. Γενικά είναι δύσκολο να νιώσεις επιτυχημένος λογοτεχνικά σε μία γλώσσα πολύ λίγων ομιλητών που σπανίως διαβάζουνε. Το μυθιστόρημα δεν απασχολεί τον μέσο Έλληνα και κάθε νέος συγγραφέας πρέπει να εξοπλιστεί μ’ αυτή την γνώση. Νομίζω ότι λίγο πολύ όλοι γράφουμε γιατί το αγαπάμε και γιατί δεν μπορούμε να φανταστούμε τη ζωή μας χωρίς αυτό. Μια πιο απτή συμβουλή, όμως, είναι να στέκεται κανείς όσο πιο κριτικά μπορεί στα κείμενά του. Να συγκρίνεται με τα καλύτερα βιβλία που έχει διαβάσει και να προσπαθεί να αγγίξει το επίπεδό τους. Δυστυχώς κυκλοφορούν πάρα πολλά κακογραμμένα βιβλία και είναι εύκολο να πιστέψει κανείς ότι αξίζουν τα έργα του απλώς επειδή βάζει τον πήχη σ’ αυτά. Όποιος θέλει να δει τη δουλειά του να κυκλοφορεί είναι σημαντικό να την βελτιώνει όσο περισσότερο μπορεί, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει περισσότερο χρόνο επιμέλειας. Αυτό θα βοηθήσει και την έκδοσή της και την θετική ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού.
-Ποια τα μελλοντικά συγγραφικά σου σχέδια;
Το επόμενο βιβλίο που θα κυκλοφορήσει θα είναι παιδικό και αναμένεται μέσα στο 2024 (ο τίτλος ακόμα εκκρεμεί). Γενικά τα νέα για τα βιβλία μου ανεβαίνουν στο σάιτ μου www.faidonkyriakou.com και στη σελίδα μου στο facebook οπότε όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να ενημερώνεται και από εκεί.
-Σε αποχαιρετώ με ένα μεγάλο ευχαριστώ γι’ αυτήν την συνέντευξη.
Εγώ ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σου στη δουλειά μου.