/Μαρίνα Αμπράμοβιτς. Η καλλιτέχνης είναι παρών

Μαρίνα Αμπράμοβιτς. Η καλλιτέχνης είναι παρών

Γράφει ο Δημοσθένης Δαββέτας Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης, ποιητής, εικαστικός, γεωπολιτιστικός αναλυτής

Ήταν τέλος δεκαετίας του ’80 όταν η καλη τότε φιλη Adelina Von Furstemberg , ,διευθύντρια του μουσείου σύγχρονης Τέχνης της πόλης Γκρενομπλ στην Γαλλία, με κάλεσε για μία διάλεξη. Ήμουν πάντα τότε αρθρογράφος στην Εφημερίδα Liberation ,αλλά και ταυτόχρονα έγραφα εισαγωγικά κείμενα σε καταλόγους κάποιων μουσείων για σημαντικούς καλλιτέχνες όπως ,μεταξύ άλλων τους Beuys, Baselitz, Kiefer, Twombly, Cragg κλπ.

Το θέμα της διάλεξης μου ήταν οι Περφορμανς του Joseph Beuys. Και πραγματοποιήθηκε στον χώρο των διαλέξεων που διέθετε το μουσείο. Ανάμεσα στους θεατές καθόταν και μια ωραία γυναίκα καλλιτέχνης, όχι ακόμα τόσο διάσημη όσο είναι τώρα, αλλά που είχε ήδη αρχίσει να προκαλεί το ενδιαφέρον γύρω της. Μου την σύστησε αμέσως μετά την διάλεξη η Adelina. “Η Μαρίνα Αμπραμοβιτς ” μου είπε ,συμπληρώνοντας ” θαπρεπε να γνωριστείτε εσείς οι δυο”.

Έτσι ήταν η πρώτη επαφή μου με την Μαρίνα. Στο μεταξύ από ένα πάντα μοιραίο παιχνίδι της ζωής 10 μέρες πριν είχαμε συμμετάσχει κι οι δύο μας ,δίχως βέβαια να έχουμε προσωπικά γνωριστεί, σ ‘ενα φεστιβάλ Τεχνών στο Μουσείο της Βέρνης στην Ελβετία. Αυτή είχε πραγματοποιήσει μια από τις γνωστές πλέον διεθνως περφορμανς της μαζί με τον Ulay .Κι εγώ είχα διαβάσει ποιήματα μου στο κοινό.

“Σε είχα προσεξει” μου ‘πε ” ήμουνα μάλιστα και στην ποιητική σου βραδυα” συμπληρωνοντας” ποιητή πυγμαχο-αθλητη πρώτη φορά συναντώ”, κάνοντας προφανώς αναφορά στο γεγονός οτι εκείνη την περίοδο έγραφα ποίηση και συμμετείχα ως αθλητής πυγμαχίας σε αγώνες. Και συνέχισε:” Άκουγα τα ωραία ποιήματα σου και κοιτούσα τους μυς σου “. Για να της πω αυθόρμητα και μειδιώντας πειρακτικα :” Κι εγώ πως δεν σε είδα ; Μια τόσο ωραία, γοητευτική, ελκυστική, ψηλή, καλιγραμμη γυναίκα!!!”. Χαμογέλασε με διακριτική αυταρέσκεια και μου απάντησε: ήμουν πίσω στο βάθος της αίθουσας.

Και μετά στο τέλος έφυγα γρήγορα γιατί είχα να πάω καπου”. Λέγοντας μου δε αμέσως ” μια συνάντηση που γίνεται δύο φορές σημαίνει οτι έχει περισσότερα περιθωρια”, βρήκα την ευκαιρία και της πρότεινα την επόμενη εβδομάδα να βρεθούμε στο Παρίσι. Έτσι κι έγινε .

Συναντηθήκαμε για γεύμα στο Καφέ Μπομπουρ ,ενα ωραίο διώροφο καφε -εστιατόριο που έφτιαξε ο αρχιτέκτονας Κριστιαν ντε Ποντζαμαρκ κι είναι ακόμη ως σήμερα ιδιοκτησία του φίλου μου Τιερι Κοστ. Δεν θυμάμαι σήμερα που γράφω αυτό το άρθρο τι φάγαμε ,θυμάμαι όμως οτι,σαν “επαγγελματιας” καλλιτέχνης που ήδη ένοιωθε και συμπεριφερόταν η Μαρίνα, ήρθε στην συνάντηση μας με ενα ντοσιέ που περιείχε πολλά χαρτιά και φωτογραφίες από τα πρότζεκτ που ήθελε να κάνει και σε κάποια από τα οποία ήθελε την συμμετοχή μου ως ποιητή.

Δεν την άφησα να μου φάει τον χρόνο με τόσα μα τόσα πρότζεκτ που είχε στο μυαλό της και μόλις μου δόθηκε η ευκαιρία κάποια στιγμή της είπα οτι ήταν ωραία γυναίκα και μου θύμιζε λίγο το στυλ της κάτι από εικόνες της Μαρία Κάλλας που είχα δει. Το σχόλιο μου της άρεσε κι αμέσως άρχισε να μου μιλά με θαυμασμό για την Κάλλας και να μου λέει ότι κάποτε θάκανε μια δράση αφιερωμένη στην μεγάλη ελληνίδα υψιφωνο. Μιλώντας όμως δημιουργήθηκε μια αμοιβαία συμπάθεια μεταξύ μας που εξελίχθηκε σε τρυφερή επικοινωνία.

Η έλξη μας ήταν αμοιβαία ,αυθόρμητη κι όμορφη. Έτσι συναντιόμαστε τακτικά στο για λίγους μήνες σπιτι-εργαστηριο που της είχε δώσει για να μείνει η διοίκηση του μεγάρου centre georges Pompidou. Αυτο βρισκόταν στον τρίτο όροφο του γωνιακού κτιρίου στην μόνο για πεζούς place Merri. Στις συχνές μας συναντήσεις ,εκτός από την χαρά να βρίσκομαι με την Μαρίνα, ενα χαρούμενο παιδί κι ας ήταν τότε μεγαλύτερη μου , μια εν δυνάμει σπουδαία καλλιτέχνη κι όμορφη γυναίκα, επίσης έμαθα αρκετά πράγματα για την ζωή και το έργο της.

Γεννήθηκε το 1946 στο Βελιγράδι. Από την οικογένεια της είχε ισχυρές καταβολές που επηρέασαν το έργο και τον χαρακτήρα της. Και πιο συγκεκριμένα. Ο θείος της ήταν ο πατριάρχης Βαρνάβας της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Από αυτόν πήρε την πνευματική διάσταση που έχουν τα έργα της.

Οι γονείς της ήταν κι οι δύο κομμουνιστές παρτιζανοι. Ο πατέρας της ήταν ήρωας της κομμουνιστικής εξέγερσης που έφερε τον Τιτο στην εξουσία. Η δε μητέρα της υπήρξε υψηλόβαθμο στέλεχος με πολλές αρμοδιότητες του κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας. Κι οι δύο γονείς της ήταν ισχυρές προσωπικότητες και πέρασαν στην Μαρίνα την οργάνωση,την πειθαρχία ,την αποτελεσματικότητα και την παραγωγικότητα.

Όταν έφυγε ο πατέρας της από το σπίτι λόγω χωρισμού με την μητέρα της ,την πειθαρχική της διαπαιδαγώγηση ανέλαβε η μητέρα της ,την οποία η Μαρίνα θεωρούσε αφάνταστα σκληρή. Απλά να πω οτι τα πρώτα χρόνια που έκανε εκθέσεις ,παροτι δεν ηταν πλεον παιδι, ως τα 29 της ,έπρεπε ο,τι καλλιτεχνικό κάνει να το κάνει ως τις 10 το βράδυ γιατί τότε έπρεπε να επιστρέψει σπίτι της. Κι η μητέρα της δεν αστειευοταν. Αυτή όμως η αγωγή της Μαρίνας διαπέρασε και τον χαρακτήρα και το έργο της. Θα μπορούσα να πω οτι η Αμπραμοβιτς, από τότε που ξεκίνησε την καλλιτεχνική της πορεία ως σήμερα έχει τρείς βασικές περιόδους που την καθόρισαν ως άνθρωπο και καλλιτέχνη.

Η πρώτη περίοδος ξεκίνησε απο το 1965 ως το 1970 που ήταν φοιτήτρια στη σχολή καλών Τεχνών στο Βελιγράδι. Εγγράφηκε στην συνέχεια στο μεταπτυχιακό που το τελείωσε το 1972 στην σχολή καλών Τεχνών του Ζάγκρεμπ της Κροατίας. Το 1971 έκανε τον πρώτο της γαμ6ο με τον καλλιτέχνη Νεσα Παριποβιτς , ενώ από το 1972 ως το 1975 δίδαξε στην σχολή καλών Τεχνών στο Νοβισαντ πρίν στην συνέχεια παρει διαζύγιο(1976) και φύγει το 1976 για το Αμστερνταμ.

Ολη Αυτη την πρώτη περίοδο ως την έξοδο της προς την Ολλανδία , Η Μαρίνα έβαζε τις βάσεις γέννησης της περφορμανς ως νεα ουσιαστική εικαστικη γλώσσα. Πειραματίστηκε στα διαφορετικά είδη εικαστικης έκφρασης ,αλλά οι προτιμήσεις της φάνηκαν: ξεκίνησε τις πρώτες περφορμας της κι υποστήριζε στα μαθήματα και τις συνεντεύξεις της μια Τέχνη όπου αλληλοσυμπληρωνεται με την ζωή ,μια Τέχνη που οδηγεί στην απελευθέρωση σώματος ,καρδιάς, πνεύματος.

Στην Ολλανδία άρχισε να υλοποιεί μια σειρά απο περφορμανς που την έκαναν αμέσως γνωστή: αυτές με τον τίτλο rythme 0. Σ’αυτές έβαζε σε κίνδυνο το σώμα της κι ειδικά στην πρώτη όταν στεκόταν γυμνή ακίνητη και σ’ενα διπλανό τραπέζι υπήρχαν διάφορα αιχμηρά αντικείμενα ,τα οποία ο θεατής αν ήθελε μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει πάνω της.

Τότε γνωρίστηκε με τον Ulay ο οποίος κι αρχικά προβληματίστηκε όπως ο ίδιος εξομολογήθηκε ,για το πόσο επικίνδυνη ήταν η Μαρινα ,μιας κι έκανε τόσο ακραία πράγματα. Όμως υπήρξε μεταξύ τους έλξη την οποία μεγάλωσε κι η ανακάλυψη οτι γεννήθηκαν ίδιο έτος ιδια μέρα. Και στους δύο τότε γεννήθηκε η ιδέα να γίνουν οχι μόνο ζευγάρι στην ζωή αλλά ζευγάρι και στην τέχνη . Θ’ αποτελούσαν ενα άτομο με αρσενικοθηλυκη διάσταση,ενα ανδρόγυνο. Η ιδέα αυτή ,που θυμίζει στο συμπόσιο του Πλάτωνα όταν ο Αριστοφάνης μιλούσε λέγοντας οτι άντρας και γυναίκα πριν χωριστούν από τον Δια υπήρξαν μια αδιαχωριστη οντότητα , έγινε το καλλιτεχνικό τους κονσεπτ στο εξής.

Κι έχουμε έτσι την δεύτερη περίοδο της Τέχνης της Αμπραμοβιτς. Αχώριστοι πια σε ζωή και Τέχνη δημιούργησαν μια σειρά από διάσημες περφορμανς με το όνομα ” Ulay and Marina Abramovic “. Σ’αυτές αναπαραστησαν επί σκηνής ,ως δράση κι οχι ως θέατρο, στιγμές και θέματα που απασχολούν την καθημερινότητα ,φανερή η αθέατη, ενος ζευγαριού. Η σχέση επίσης του καλλιτέχνη με το κοινό μπήκε στην προβληματική τους ως μια πρόταση διεύρυνσης της Τέχνης.
Πνευματικά παιδιά κι οι δύο τους του Joseph Beuys και των Ανατολικών αλλά κι αρχαίων θρησκειών, έδωσαν στην Τέχνη της περφορμανς μια τελείως διαφορετική διάσταση: από πειραματική η συμπληρωματική που ήταν ενός έργου τέχνης έγινε η ίδια το έργο Τέχνης ,έγινε κύρια έκφραση, κύρια εικαστική γλώσσα.

Αυτοί ήταν που καθιέρωσαν την περφορμανς στην συνείδηση του ευρέως κοινού ως ίδια έκφραση Τέχνης. Όμως όταν ζεις πλήρως την ζωή και την Τέχνη σου έρχεται κάποια στιγμή κόπωσης και φθοράς. Έβλεπαν κι οι δύο οτι δεν θα έμεναν για πολύ μαζι σαν ζευγάρι και σαν συνεργάτες καλλιτεχνικοί. Κι αυτό γιατί η Μαρίνα διψούσε περισσότερο για κίνδυνο και Τέχνη απο τον Ulay. Είχε μεγαλύτερη θέληση κι αντοχές . Γι’ αυτό κι η Μαρίνα πρότεινε να ξαναβρεθούν μετά από τρείς μήνες χωρισμού στο Σινικό τείχος και να δουν αν η εν απουσία τους σκέψη ,ήταν να συνεχίσουν να’ναι μαζί η όχι.

Έτσι κι έγινε: μετά απο 2.500 χιλιόμετρα πεζοπορίας ο καθένας, ( αυτη ξεκίνησε απο την κίτρινη θάλασσα, συμβολίζοντας έτσι την γυναικα- υγρο στοιχείο κι αυτός ξεκίνησε από την έρημο Γκομπι, συμβολίζοντας τον αντρα-φωτια )συναντήθηκαν σ’ενα σημείο του σινικού τείχους κι απλά επιβεβαίωσαν τον χωρισμό τους.

Μετά από ένα πρώτο χρονικό διάστημα λύπης η Μαρίνα συνήλθε και ξεκίνησε ,όπως είχε αρχίσει, την Τρίτη περίοδο ,τώρα μόνη, της εικαστικής της ως σήμερα πορείας.
Σημαντικές έτσι δράσεις γεννήθηκαν , μια των οποίων ήταν πρίν λίγα χρόνια ,στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης το περίφημο ΜΟΜΑ, με τον τίτλο “the artist is present”. Σε τρείς μήνες σχεδόν ένα εκατομμύριο θεατές πέρασαν να την δουν και να κάτσουν απέναντι της σε μια καρέκλα ,όπου η καλλιτέχνης, καθιστή για 8 συνεχόμενες ώρες καθημερινά, τους κοιτούσε ανέκφραστη και λίγο πιο μετά ο κάθε θεατής αντιδρούσε( αλλος δάκρυζε,άλλος έφευγε,άλλος γυμνωνόταν κλπ).

Θα χρειαστούν πολλές σελίδες για τις περφορμανς της Μαρίνας. Υπάρχει άλλωστε το βιβλίο μου γι’αυτην στις εκδόσεις Τοπος ,στα Ελληνικά, που μπορεί να σας ενημερώσει με λεπτομέρειες για τις δράσεις της. Και βέβαια πρίν λίγους μήνες έκανε πράξη ενα ακόμη όνειρο της : πραγματοποίησε στην Ελλάδα ,στο ίδρυμα Νιάρχος ,την για τόσα χρόνια ποθούμενη περφορμας της για την Μαρία Κάλλας.

Η τρίτη περιοδος της δεν έχει ακόμα τελειώσει. Η Αμπραμοβιτς νοιώθει ακόμα μέσα της δίψα για ζωή και Τέχνη. Και θα την ξαναδούμε σίγουρα σε κάτι εντυπωσιακό. Αυτή, που είναι μέντορας της Lady Gaga, η μέντορας πολλών ανθρώπων ξέρει να δίνει αγάπη και κυρίως να ξυπνά την αγάπη στους άλλους για τον εαυτό τους. Στόχος της ήταν και είναι να συμβάλλει με την Τέχνη της ώστε ο καθένας ν’ανακαλυψει μέσα του τις δημιουργικές του δυνάμεις ,να τις καλλιεργήσει και να τις εκφράσει ελεύθερα.

Άξια “μαθήτρια” των ιδεών του Joseph Beuys ,κατάφερε να κάνει αυτή πράξη το κονσεπτ του “δασκαλου”της :καθένας είναι καλλιτέχνης. Καθένας δηλαδή μπορεί να ψάξει και να βρει την δημιουργική δύναμη μέσα του. Γιατί όλοι μας την έχουμε φτάνει να συνομιλήσουμε με τον εαυτό μας, να μπούμε και να ταξιδέψουμε βαθιά μέσα του στις άγνωστες πλευρές του.