/Διονύσης Μαρίνος: Η ζωή δεν είναι τέχνη (όχι πάντα, τουλάχιστον), ενώ η τέχνη σφύζει από ζωή

Διονύσης Μαρίνος: Η ζωή δεν είναι τέχνη (όχι πάντα, τουλάχιστον), ενώ η τέχνη σφύζει από ζωή

Ο συγγραφέας Διονύσης Μαρίνος απαντά στις 10+1 Ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, με αφορμή την κυκλοφορία του μυθιστορήματος “Σαν νορμάλ”.

Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο το νέο σας μυθιστόρημα «Σαν νορμάλ». Πώς θα το περιγράφατε συνοπτικά;

Πρόκειται για σπονδυλωτό μυθιστόρημα με ήρωες που μπαίνουν στις ιστορίες άλλων ηρώων και με κάποιο τρόπο όλοι μαζί ενώνονται στο τέλος. Ζουν σε μια επινοημένη πόλη, το Σαν Νορμάλ, που μοιάζει να είναι κάπως αλλόκοτη, αλλά με κάποιο τρόπο δε διαφέρει και τόσο από τη δική μας πόλη.

Ποια είναι τα κίνητρα και οι στόχοι των βασικών ηρώων σας;

Να κατανοήσουν και να κατανοηθούν σε έναν παράλογο κόσμο. Να αγαπήσουν και να αγαπηθούν σε ένα αναγάπητο περιβάλλον. Να μπορέσουν να αποδεχθούν τη διαφορετικότητά τους και να συμφιλιωθούν με τους εαυτούς τους. Πάνω κάτω ό,τι ζητάμε όλοι από τη ζωή μας.

Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης; 

Εύχομαι αναγνωστική ευχαρίστηση και κάποια μορφή ταύτισης με τα πάθη των ηρώων. Μπορεί να μοιάζουν αρχικά εντελώς παράξενοι, αλλά στην ουσία τους οι ήρωες του Σαν Νορμάλ είναι σαν εμάς, απλώς ως μυθιστορηματικοί και όχι πραγματικοί, έρχονται αντιμέτωποι με καταστάσεις που φτάνουν ή ξεπερνούν τα άκρα.

Υπάρχουν όρια κανονικότητας (νορμάλ) στη ζωή και κυρίως στην τέχνη; 

Η ζωή δεν είναι τέχνη (όχι πάντα, τουλάχιστον), ενώ η τέχνη σφύζει από ζωή. Οτιδήποτε συμβαίνει στην καθημερινότητά μας, ελάχιστο ενδιαφέρον έχει για την τέχνη. Μόνο στο βαθμό που παίρνει στοιχεία από αυτήν για να τα μετασχηματίσει σε κάτι καλύτερο και πληρέστερο. Επομένως, κάτι μη κανονικό στη ζωή (αποτέλεσμα νόμων, προκαταλήψεων ή γενικότερων απαγορεύσεων), στην τέχνη μπορεί να υπάρξει στον υψηλότερο βαθμό. Για να φέρω ένα παράδειγμα: ο Χάμπερτ Χάμπερτ θα περνούσε από δίκη ως παιδεραστής αν ήταν πραγματικός, κι όμως ο Ναμπόκοφ τον έβαλε ωραιότατα στη Λολίτα του και τον ευχαριστούμε πολύ γι’ αυτό.

Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

Δεν ξέρω, μάλλον είμαι από χαλασμένο υλικό. Από μικρός ενδιαφερόμουν για τη λογοτεχνία και το γράψιμο. Ήταν ο δικός μου τρόπος να υπάρξω και να εκφραστώ. Όλα αυτά τα χρόνια δεν έχω βρει καλύτερο και προσφορότερο. Λογικά, στον δικό μου κόσμο δεν πρέπει να υπάρχει.

Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στον ψηφιακή μας κόσμο; Πόσο επηρεάζεται από τις εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη; 

Οι έρευνες δείχνουν πως το χάρτινο βιβλίο εξακολουθεί να είναι η πρώτη επιλογή των αναγνωστών παγκοσμίως. Επομένως, οι λογής κινδυνολόγοι που λένε ότι τελείωσε το βιβλίο, καλό θα είναι να ξανασκεφτούν τι ονειρεύονται. Όσο για την τεχνητή νοημοσύνη, σαφώς είναι ένα νέο πεδίο πού δεν ξέρουμε ακόμη πώς και με ποιο τρόπο θα μας επηρεάσει. Είναι πάρα πολύ νωρίς για προβλέψεις. Επί του παρόντος λειτουργεί δίχως σοβαρούς νόμους και κανόνες. Ελπίζω σύντομα να συμβεί κι αυτό.

Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;

Ό,τι πιο κοντινό στον άνθρωπο. Χωρίς τη λογοτεχνία (αλλά και τις τέχνες, συνολικά) θα είχαμε φτάσει στο όριο της τρέλας.

Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λογοτεχνία λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο;

Γιατί κανείς δεν τους είπε πως το διάβασμα είναι κάτι μαγικό που μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή. Δυστυχώς κουβαλάμε τις μνήμες και τη νοοτροπία ενός κακού σχολικού περιβάλλοντος με αδιάφορους και ημιμαθείς (ως επί το πλείστον) καθηγητές που μας έκαναν να μισήσουμε καθετί γραπτό. Στη φιλαναναγνωσία η Ελλάδα έχει αποτύχει παταγωδώς.

Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη; 

Πιστεύω στην τυχαιότητα της μοίρας. Δηλαδή σε τίποτα και σε όλα. Ο κόσμος, η ζωή μας, είναι ένα παίγνιο όπως έλεγε και ο Αξελός. Παίζουμε με τα ζάρια που μας δόθηκαν δίχως να γνωρίζουμε αν η παρτίδα είναι στημένη. Πολλές φορές είναι.

Ενας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας; 

Καταρχάς για έναν συγγραφέα η καραντίνα είναι ζηλευτος χρόνος για απομόνωση και γράψιμο. Τώρα, ως προς τα βιβλία, θα επέλεγα τη Μεταμόρφωση του Κάφκα, το Κουτσό του Κορτάσαρ, τον Δρόμο του ΜακΚάρθι, τα Άπαντα του Μπόρχες και το Κιβώτιο του Αλεξάνδρου.

Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στην εποχή μας; 

Αν ως ρομαντισμό εννοούμε το φεγγάρι ή το ηλιοβασίλεμα σε κάποιο νησί με υπόκρουση κάποια γλυκερή μουσική, έχω ήδη βαρεθεί. Αν ως ρεαλισμό εννοούμε τον κυνικό πραγματισμό που οδηγεί σε μια χύδην ζωή, τότε έχουμε ατυχήσει. Οι όροι έχουν χάσει τη σημασία τους στις μέρες μας. Πρέπει να τους επανεφεύρουμε για να ξέρουμε τι ακριβώς εννοούμε όταν μιλάμε για ρομαντισμό και ρεαλισμό. Στο μεταξύ, δεν θα επέλεγα καμία από τις δύο ερμαφρόδιτες καταστάσεις. Προτιμώ αυτή που φτιάχνω στο μυαλό του. Είναι tailor made και μου ταιριάζει απόλυτα.