/Αυγουστίνος Ρεμούνδος: Η ισορροπία ανάμεσα στο δραματικό και στο κωμικό βρίσκεται πραγματικά στην κόψη του ξυραφιού

Αυγουστίνος Ρεμούνδος: Η ισορροπία ανάμεσα στο δραματικό και στο κωμικό βρίσκεται πραγματικά στην κόψη του ξυραφιού

Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Αυγουστίνος Ρεμούνδος απαντά στις ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, με αφορμή την παράσταση “Φωτιά και Νερό” που συνεχίζεται για 2η χρονιά στο Θέατρο Άβατον.

Φωτιά και Νερό, για 2η χρονιά στο Θέατρο Άβατον. Πώς θα παρουσιάζατε συνοπτικά την παράσταση σε όσους δεν την γνωρίζουν; 

Το έργο διαδραματίζεται σε μια ευρωπαϊκή πόλη, σκόπιμα αδιευκρίνιστη, όπου ένας ανυποψίαστος Ευρωπαίος μπερδεύει το σπίτι και μπαίνει στο δωμάτιο που ζουν εκπατρισμένοι ο Ιρακινός Σαΐντ με την Ιρανή σύντροφό του Χαγιάτ. Πέφτει θύμα ομηρίας και παραμένει έγκλειστος για μία εβδομάδα, όπου ένας κύκλος μαθημάτων σκάκι και ιστορίας του Ισλάμ αρχίζει για τον Ξένο μέσα σε μια παράλογη ατμόσφαιρα, με δόσεις χιούμορ, εξομολογήσεις, εφιάλτες και γοητευτικές ιστορίες και μύθους απ’ τις χίλιες και μία νύχτες που χρησιμοποιούνται ως όχημα για να συναντηθούν οι ήρωες στις βαθύτερες ανάγκες και επιθυμίες τους. Ο Σαΐντ, πρώην δάσκαλος που έχει χάσει την οικογένειά του σε βομβαρδισμό στο Ιράκ, η Χαγιάτ, νοσοκόμα που κατηγορήθηκε άδικα απ’ τον σύζυγό της για μοιχεία και καταδικάστηκε σε θάνατο από το Ιρανικό δικαστήριο και ο Ευρωπαίος που αποκαλείται σε όλο το έργο ως «Ξένος» σκόπιμα, παραπέμποντας συμβολικά σε κάθε πολίτη του δυτικού κόσμου .

Δώστε μας κάποια παραπάνω στοιχεία για τη δομή και τους συντελεστές της παράστασης;

Η πλοκή εκτυλίσσεται σε 17  σκηνές διαδεχόμενες η μια την άλλη με καταιγιστικούς ρυθμούς, σε έναν κλειστό χώρο, ένα μικρό προσφυγικό δωμάτιο, όπου δημιουργούνται συνέχεια νέες δυναμικές, που κορυφώνονται με έναν εντυπωσιακό επίλογο. Μαζί με την Έλενα Τυρέα και τον Δημήτρη Γεωργαλά ζωντανεύουμε για δεύτερη χρονιά, τους ήρωες της Χρύσας Σπηλιώτη στο θέατρο Άβατον και θα κλείσουμε τον κύκλο των παραστάσεων στις 5 Ιανουαρίου του 2025. Και οι τρεις θέλουμε να συνεχίσουμε όμως νέα σχέδια μας υποχρεώνουν να δώσουμε τέλος στο Φωτιά και Νερό, που πραγματικά αγαπάμε πολύ. Όλοι οι συντελεστές της παράστασης είναι παλιοί γνώριμοι που έχουμε δουλέψει ξανά στο παρελθόν και με την Έλενα και τον Δημήτρη θα συνεχίσουμε τη συνεργασία με νέο project έκπληξη που σκοπεύουμε να ανεβάσουμε μετά το Πάσχα.

Ποιο είναι το κυρίαρχο στοιχείο του ρόλου σας και τι σας δυσκόλεψε ερμηνευτικά;

Το κυρίαρχο στοιχείο στο πρώτο μισό του έργου είναι η μοναξιά και στο δεύτερο μισό η εξάρτηση. Το θύμα γίνεται θύτης και δάσκαλος με μαθητή πλησιάζονται εξαναγκασμένοι να αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλο, προκειμένου να συνεννοηθούν. Τώρα όσον αφορά στη δυσκολία…  Η Χρύσα Σπηλιώτη, γράφει κατά βάση ρεαλιστικά, με αρκετά γκροτέσκ στοιχεία και πολύ χιούμορ. Η ισορροπία ανάμεσα στο δραματικό και στο κωμικό βρίσκεται πραγματικά στην κόψη του ξυραφιού και αν υπερβάλεις στον ρόλο σου είτε κωμικά είτε δραματικά, καταρρέει όλο το οικοδόμημα της συγγραφέως.   Μου αρέσει ο ρόλος του Ξένου γιατί είναι ένας δύσκολος ρόλος. Έπρεπε να σκάψω βαθιά μέσα μου, να αμφισβητήσω τον εαυτό μου και να εκτεθώ για να τον πετύχω.

Υπάρχουν συνήθεις αντιδράσεις του κοινού στην προσέγγιση της παράστασης στα ζητήματα που εκθέτει; 

Ναι. Οι περισσότεροι λένε ότι μόλις πάνε σπίτι τους θα ανοίξουν τον χάρτη και θα διαβάσουν  για τη σύγχρονη αραβική ιστορία και την κουλτούρα της Ανατολής.

Πώς θα περιγράφατε το επιμύθιο της παράστασης για την ανεκτικότητα και τη συμπερίληψη; 

Το «Φωτιά και Νερό» είναι ένα έργο για την υπεράσπιση της ανθρώπινης αξίας και την αποδοχή του άλλου, του ξένου. Έχει έναν βαθύ πολιτικό στοχασμό για την ελευθερία της σκέψης, για τη συνύπαρξη των λαών και τον ρόλο του ενεργού πολίτη στη χάραξη της Ιστορίας.

Ποιο είναι το πιο μεγάλο καλλιτεχνικό σας όνειρο; 

Να δουλεύω με ανθρώπους που θαυμάζω και εκτιμώ.

Πόσο δύσκολο είναι στη σημερινή εποχή να δοθούν σε έναν καλλιτέχνη, οι ανάλογες εικαιρίες ανάδειξης; 

Σε όλες τις εποχές υπήρχαν δυσκολίες. Στην εποχή μας δίνονται ευκαιρίες αλλά χάνονται μέσα στην υπερπληροφόρηση. Η πραγματική δυσκολία των ανθρώπων της τέχνης όμως, είναι οι πενιχρές αμοιβές και η απαξίωση των κόπων μας και των πτυχίων μας απ’ το κράτος.

Πώς κρίνετε την πορεία του θεατρικού χώρου στη χώρα μας, τα τελευταία χρόνια;

Έχει μεγάλο ενδιαφέρον το γεγονός ότι στην Ελλάδα και ειδικά στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια ανεβαίνουν εκατοντάδες παραστάσεις. Διακρίνει κανείς έντονη δημιουργικότητα, από νέα και παλαιότερα θεατρικά σχήματα με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Επιπλέον, υπάρχει μια νέα γενιά Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων που αρχίζουν να ξεχωρίζουν, σκηνοθέτες με προσωπικό ύφος, άποψη και φαντασία και φυσικά πολλοί εξαιρετικοί ηθοποιοί. Δυστυχώς πολλές αξιόλογες παραστάσεις «χάνονται» στην υπερπληθώρα που υπάρχει και οι περισσότεροι θεατές δεν έχουν μάθει ακόμη να διακρίνουν τι αξίζει πραγματικά να δουν και τι όχι. Σαφώς στη χώρα που γεννήθηκε το θέατρο έχουμε πολλά βήματα να κάνουμε ακόμη, ειδικά στον χώρο της Παιδείας. Της εκπαίδευσης όχι μόνο των ανθρώπων του θεατρικού χώρου, αλλά και των θεατών.