Ο Θάνος Σώρας μιλά στον Κωνσταντίνο Μανίκα, με αφορμή την έκδοση της ποιητικής συλλογής «Διανατέλλοντες».
Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ιωλκός το νέο βιβλίο σας «Διανατέλλοντες». Πώς θα το περιγράφατε συνοπτικά;
Οι Διανατέλλοντες είναι μια ποιητική συλλογή χαμηλών πτήσεων, αφιερωμένη για τις γενιές των millennials, zillenials και Ζ, που βίωσαν στο πετσί τους τις κρίσεις από την προηγούμενη δεκαετία κι ύστερα. Οι Διανατέλλοντες ανοίγουν αυλαία αθόρυβα τη νύχτα και δύουν σαν πυροτεχνήματα την αυγή. Αυτός ο παραλληλισμός αποτυπώνεται και στο εξώφυλλο του βιβλίου όπου κατοπτρίζεται ο μονόλιθος της Ανάφης την ημέρα και τη νύχτα.
Ποια ζητήματα επιθυμείτε να θίξετε με αυτό σας το έργο και πώς προέκυψε η συγκεκριμένη έμπνευση;
Μέσα από 5 ποιητικές ενότητες (Το Μεγάλο Εντερλέζι, Επιτέλους Παράδεισος, Στο Νησί της Κίρκης Τίποτα Δεν Αλλάζει, Το Μεγάλο Εντερλέζι, Αναθυμιάσεις Χλωρίου) άπτονται ζητημάτων που ταλανίζουν την κοινωνία —την “καλά” κρατούσα πατριαρχία, τις γυναικοκτονίες, την αστυνομική αυθαιρεσία, τον μετασχηματισμό του έρωτα στην εποχή των applications, τη μετουσίωση του ίδιου του ανθρώπου (ακόμη και του θανάτου) μέσα από τη νέα ψηφιακή πραγματικότητα και την Tεχνητή Νοημοσύνη.
Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης;
Μια αίσθηση συμπαράστασης αλλά και συνενοχής. Τα 28 ποιήματα έχουν την αίσθηση του τριαντάφυλλου από “το Αηδόνι και το Ρόδο” από τον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα του Όσκαρ Ουάιλντ· δίνουν τρυφερότητα αλλά σε τσακίζουν κάπως τα αγκάθια τους. Θέλω να δώσω ένα σκούντηγμα στην πλάτη στον αναγνώση πως δεν είναι μόνος σε αυτή τη διαρκή αναζήτηση ταυτότητας. Δεν φιλοδοξώ να δώσω στέρεες απαντήσεις ούτε διδακτισμούς, αλλά να φυτέψω σπόρους ανησυχίας.
Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Οι ποιητές των εφηβικών μας χρόνων: Καρυωτάκης, Λαπαθιώτης, Καβάφης, Δημουλά, Αγγελάκη-Ρουκ, Γώγου, Λειβαδίτης αλλά και οι low bap στίχοι των Active Member. Έδωσαν το έναυσμα να πειράξω στιχάκια στο χαρτί και με τα χρόνια να γράψω ποιήματα.
Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στον ψηφιακή μας κόσμο; Πόσο επηρεάζεται από τις εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη;
Ανακαλώ τους στίχους από το “Ιντερλούδιο”:
“Πως βιώνεις τη ζωή όταν δεν έχει παιχτεί στο Χόλυγουντ/ ή όταν έχει πέσει το chat-AI;/ Από κάπου θα πρέπει να βρούμε το εγχειρίδιο χρήσης.”, αλλά και το ποίημα “Το παρελθόν είναι στο χέρι σου” που έχει την πρόζα ενός κωδικού python. Η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι ένα πεδίο που απασχολεί και διαπερνά διάφορες Ενότητες των Διανατέλλοντων. Η αλήθεια είναι ότι το βιβλίο καλείται να προσαρμοστεί corpus και animus. Ο κανόνας “adapt or die” δυστυχώς αφορά όλους και όλα. Γι’ αυτό το λόγο προσπαθώ μέσα από τα βιντεοποιήματα που δημοσιεύω στα social media μου και τα spoken word κομμάτια με τους indie pop, dream pop ρυθμούς να τραβήξω το ενδιαφέρον, ειδικότερα στις νέες γενιές.
Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;
Yoko Ogawa.
Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λογοτεχνία λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο;
Ίσως γιατί στην Ελλάδα η ανάγνωση δεν έχει καλλιεργηθεί ως εμπειρία απόλαυσης αλλά ως υποχρέωση. Ήδη από την α΄ δημοτικού είχαμε ασκήσεις για το σπίτι από το περίφημο “Ανθολόγιο” και στη Γ΄ Λυκείου η Λογοτεχνίας ήταν εξεταζόμενο μάθημα στις Πανελλαδικές. Πως μπορείς να αγαπήσεις κάτι το οποίο έχεις μια υποχρέωση απέναντί του; Η λογοτεχνία θα έπρεπε να διδάσκεται μόνο στο πλαίσιο εργαστηρίων εντός των σχολείων. Ένας άλλος παράγοντας είναι ότι, διανύουμε την εποχή υπερπληροφόρησης, όπου η ταχύτητα έχει αντικαταστήσει τη βύθιση.
Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;
Σε τίποτα από τα δύο. Οι άνθρωποι είμαστε απόλυτα αυτεξούσιοι.
Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;
Θα αναφέρω 5 βιβλία από το bucket list μου: Σπουδή στο Μπλε (Maggie Nelson), Εύα και Άλλα Ποιήματα (Eileen Myles), Άδεια Σπίτια (Navarro Brenda), Οδύσσεια (James Joyce), Ο Αυτοκράτορας της Χαράς (Ocean Vuong).
Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στην εποχή μας;
Αμφότερα. Έχουμε ανάγκη από λυρικό ρεαλισμό. Από τη μία να σταματήσουμε να λέμε ψέματα στον εαυτό μας, στα παιδιά μας και τους γύρω μας για τα τεκταινόμενα, κοινωνικά και πολιτικά και από την άλλη να πιούμε εκείνο το ποτήρι της αμβροσίας από τη γύρη που μαζεύουμε με κόπο τόσα χρόνια.