Γράφει η Μαρία Σκαμπαρδώνη
Ο Νίκος Κούρκουλος κατέχει περίοπτη θέση στη λίστα με τους γόηδες του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου.
Ευλογημένος με ένα υποκριτικό χάρισμα και με μία γοητευτική εμφάνιση, ο Κούρκουλος δεν ήταν απλά ένας ωραίος. Ήταν ένας σκληρός ωραίος, μαθημένος στην πιάτσα και την εργατιά, την έντονη ζωή και τη μαγκιά.
Δεν είχε τη γλυκανάλατη γοητεία, αλλά μία χειμαρρώδη προσωπικότητα που σε άρπαζε όταν το ήθελε για να σε κλείσει στην αγκαλιά του.
Στον Κατήφορο, ο Κούρκουλος εγκαταλείπει γυμνή τη Ζωή Λάσκαρη, ενώ προσπαθεί να αποπλανήσει και την αδελφή της. Όσο βρίσκεται στο αμαρτωλό διαμέρισμά του προσπαθώντας να μπλέξει το επόμενο ερωτικό του θύμα στο δρόμο της καταστροφής, οι σφαίρες της Ρέας τον καταστούν νεκρό.
Ο Κούρκουλος δεν είχε την ομορφιά του εκλεπτυσμένου Χορν, μήτε τη γοητεία αξιοπρεπούς Αλεξανδράκη.
Είχε μία αμαρτωλότητα που σε πλάνευε, μία λαϊκότητα που σε γοήτευε και σε παγίδευε ως άλλη αράχνη στα δίχτυα της.
Διεπόταν από μία παράνομη ομορφιά, η οποία ήταν μάγκικη και ατόφια.
Στο Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο, μία πολεμική ταινία που εμπνεύστηκε από τα Ιταλικά γουέστερν, ο Κούρκουλος ανέδειξε το ταλέντο του σε δραματικούς ρόλους.
Ο Κούρκουλος έμεινε αθάνατος φωνάζοντας απλά μία φράση, η οποία έμελλε να γίνει μία από τις διασημότερες στον Ελληνικό Κινηματογράφο: όχι άλλο κάρβουνο”.
Ο Κούρκουλος να χορεύει και ο Διονυσίου να τραγουδά δίχως να εμφανίζεται “βρέχει φωτιά στη στράτα”. Δύο αρσενικά της νεότερης Ελληνικής τέχνης συνεργάζονται σε μία σκηνή που συμβολίζει τη ματαιότητα, την απώλεια, την απουσία ελπίδας.
Ο πονεμένος γόης που θέλει τα πάντα να γίνουν στάχτη, καθιστώντας το ζεϊμπέκικο ανδρική υπόθεση.
Ο Κούρκουλος ανάγκασε πολλές γυναίκες να κοιμούνται αγκαλιά με μία δική του φωτογραφία στο μαξιλάρι τους. Αν και εμένα προσωπικά δε με συγκίνησε ποτέ ιδιαίτερα, αναγνωρίζω τη διαχρονικότητα της γοητείας και των ερμηνειών του στην τέχνη του ηθοποιού στη χώρα μας.