Ελληνικό Άγαλμα – Βισουάβα Σιμπόρσκα
Με τη βοήθεια των ανθρώπων και των άλλων στοιχείων
ο χρόνος δεν έκανε κακή δουλειά πάνω του.
Πρώτα απομάκρυνε τη μύτη, μετά τα γεννητικά όργανα,
στη συνέχεια, ένα προς ένα, τα δάχτυλα στα πόδια
και τα χέρια,
τον αριστερό μηρό, τον δεξιό,
τους ώμους, γοφούς, κεφάλι και γλουτούς,
και οτιδήποτε διασκορπίστηκε έχει από τότε
καταρρεύσει σε κομμάτια
σε μπάζα, χαλίκι και άμμο.
Όταν κάποιος ζωντανός πεθαίνει μ’ αυτό
τον τρόπο
το αίμα ρέει σε κάθε χτύπημα.
Όμως τα μαρμάρινα αγάλματα
πεθαίνουν λευκά
και όχι πάντοτε εντελώς.
Από το άγαλμα που συζητάμε μόνο
ο κορμός χρονοτριβεί
και μοιάζει με μιαν ανάσα συγκρατημένη
με μεγάλη προσπάθεια,
αφού τώρα πρέπει
να προσελκύσει στον εαυτό του
ακέραιη την χάρη και την βαρύτητα
απ’ αυτό που χάθηκε.
Και τα προσελκύει.
Και τα προσελκύει,
για την ώρα το κατορθώνει,
το κατορθώνει και καταυγάζει
καταυγάζει και διαρκεί.
Εδώ ο χρόνος δικαιούται κάποιο χειροκρότημα
αφού σταμάτησε το έργο του νωρίς
και άφησε ένα μέρος του γι’ αργότερα.