/Παύλος Γεώργιζας: Η ευτυχία υφίσταται όταν τη μοιράζεσαι

Παύλος Γεώργιζας: Η ευτυχία υφίσταται όταν τη μοιράζεσαι

Ο Παύλος Γεώργιζας απαντά στις 10+1 Ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του “59,5 χώρες και το πιγκλού“.

1. Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Οσελότος το βιβλίο σας “59,5 χώρες και το πιγκλού”. Πώς θα το περιγράφατε συνοπτικά;

Χμμ, πρόκειται πρακτικά για ένα μυθιστόρημα που αποτελείται από παρουσιάσεις 59 χωρών, ενωμένες υπό μια ενιαία ιστορία. Κάποιες φορές οι παρουσιάσεις είναι πιο ταξιδιωτικές, άλλες πάλι όχι τόσο. Αφηγητής είναι ένας αυτοκρατορικός πιγκουίνος, ο οποίος περιγράφει τα όσα βλέπει σε κάθε κράτος με βάση τη δική του «πιγκουινική» ματιά, χωρίς ωστόσο η παρουσία του να καθιστά το βιβλίο παιδικό· το αντίθετο θα έλεγα. Από εκεί και πέρα, πέραν των πολλών ταξιδιωτικών πληροφοριών, το βιβλίο συνιστά μια κριτική σε διάφορα κοινωνικά ζητήματα, προσπαθεί να προβληματίσει για τον τρόπο που πορεύεται ο ανθρώπινος πολιτισμός, για το κατά πόσο είμαστε ευτυχισμένοι με τον τρόπο ζωής που έχουμε σήμερα, όπως και να δώσει μια απάντηση στο τι θα πει σπίτι. Τώρα, θα μπορούσα να πω κι άλλα για όλα αυτά, αλλά επειδή μπορώ να μιλάω για ώρα, νομίζω θα σταματήσω εδώ.

2. Γιατί επιλέξατε τον πιγκουίνο ως πρωταγωνιστή; Ποιος ο συμβολισμός και το ιδιαίτερο διαθέτει η ματιά του πάνω στις ιστορίες που πραγματεύεται;

Το έχω ξαναπεί αυτό, αλλά κάθε φορά που μου κάνουν αυτή την ερώτηση, νιώθω πως ξεχνάω πράγματα. Κι άλλοτε βέβαια δεν τα αναφέρω όλα επίτηδες γιατί οι λόγοι είναι μπόλικοι και θέλουν κι ανάλυση. Άσε που πάντα με πιάνουν κι ενοχές όταν μιλάω υπερβολικά πολύ και κλέβω τον χρόνο από τον άλλον. Τέλος πάντων, «εν συντομία», το βιβλίο περιέχει αρκετή κριτική. Θεώρησα επομένως καλύτερο να ασκήσω αυτή την κριτική μέσα από έναν πιγκουίνο γιατί έτσι ακούγεται πιο ανάλαφρα κι ευχάριστα. Επιπλέον, πράγματα που σε εμάς φαίνονται αυτονόητα αρχίζουν να ακούγονται διαφορετικά όταν επικρίνονται ή αναλύονται από κάποιον που βρίσκεται τελείως απ’ έξω. Ένας πιγκουίνος θα περιγράψει και θα μιλήσει για τις καταστάσεις με έναν τρόπο τελείως ανοίκειο, κι ίσως έτσι ο λόγος του μας εντυπωθεί καλύτερα και μας κάνει να σκεφτούμε περισσότερο. Ίσως πάλι και όχι θα μου πεις, αλλά τέλος πάντων. Εν πάση περιπτώσει, άλλος ένας λόγος είναι πως οι πιγκουίνοι είναι συντροφικά και κοινωνικά πλάσματα κι ένα από τα μηνύματα που θέλω να περάσω στο βιβλίο είναι πως η ευτυχία υφίσταται όταν τη μοιράζεσαι, ενώ για να υπάρξει η κοινωνία είναι απαραίτητο να υπάρχει και αλληλεγγύη.

3. Έχετε επισκεφθεί πλήθος χωρών; Τι σας ώθησε σε αυτό το διαρκές ταξίδι στον πλανήτη, ποιες είναι οι βασικές εντυπώσεις που σας έχουν μείνει για τις ομοιότητες και τις διαφορές των κοινωνιών και πώς αποτυπώνονται αυτές οι ανησυχίες στο βιβλίο;

Ναι, βασικά κοντεύω τις 70. Κάθε φορά που αναφέρω αριθμό όμως, όσο κι αν κατά βάθος το περηφανεύομαι, νιώθω παράλληλα και λίγο άβολα, γιατί αισθάνομαι ψώνιο. Φυσικά, ξέρω ότι προκαλεί μια κάποια εντύπωση, γι’ αυτό και προσπαθώ να το χρησιμοποιώ προκειμένου να διαφημιστεί το βιβλίο. Εν πάση περιπτώσει όμως, όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα, η μητέρα μου δούλευε ως σωφρονιστικός και έπαιρνε συχνά μεταθέσεις όταν ήμουν μικρός. Ήδη μέχρι τα 15 μου είχα μείνει σε τέσσερις διαφορετικές ελληνικές πόλεις. Ταυτόχρονα, ως παιδί ταξιδεύαμε συχνά οικογενειακώς – εντός Ελλάδας. Επίσης, ήδη από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού διάβαζα πολλά βιβλία γεωγραφίας. Όλα αυτά τα δεδομένα συνέβαλαν επομένως στο να ταξιδεύω έντονα ως ενήλικος. Τώρα στο τρίτο ερώτημα θα έλεγα πως κατά βάση όλοι οι άνθρωποι έχουμε τις ίδιες ανησυχίες – ή έστω σχεδόν τις ίδιες. Θεωρώ πως οι ομοιότητες ξεπερνούν τις διαφορές· απλώς συχνά κρύβονται πίσω τους. Για το αν ωστόσο αυτό αποτυπώνεται στο βιβλίο δεν είμαι σίγουρος. Έχω προσπαθήσει να αναδείξω αρκετούτσικα ζητήματα, αλλά το συγκεκριμένο δεν είμαι σίγουρος ότι το αναδεικνύω επαρκώς.

4. Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης;

Τι πιστεύω ή τι θέλω να αποκομίσει; Μάλλον θα απαντήσω για το δεύτερο. Αφενός ελπίζω να θελήσει να ταξιδέψει περισσότερο κι εκείνος, όπως και να μάθει κάτι ακόμα για τις χώρες για τις οποίες μιλάω. Αφετέρου, θα ήθελα να τον κάνω να ταξιδεύει πιο υπεύθυνα. Να προσπαθεί με την παρουσία του να κάνει τον εκάστοτε προορισμό καλύτερο, ή έστω να μην τον κάνει χειρότερο. Επιπλέον, θα ήθελα να προβληματιστεί λίγο σε σχέση με κάποια θέματα του βιβλίου, δηλαδή το κατά πόσο οι άνθρωποι είμαστε ευτυχισμένοι με τη δομή της σημερινής κοινωνίας και τον τρόπο ζωής μας που έλεγα και πιο πριν, πόση σημασία έχει η έννοια του σπιτιού και ποια είναι αυτή, όπως και με το ποια πράγματα μετράνε τελικά περισσότερο στη ζωή. Από ‘κει και πέρα, θα ήθελα και να γελάσει. Μου αρέσει να κάνω τον κόσμο να γελάει γενικότερα.

5. Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

Διάβαζα πολλά βιβλία από μικρός, ενώ επίσης, όπως είπα και πριν, ξεκίνησα τα ταξίδια σε πολύ νεαρή ηλικία. Αυτό δημιούργησε μια αγάπη και για τα δύο. Μετέπειτα, όταν πια τα ταξίδια είχαν γίνει πάρα πολλά, άρχισα να νιώθω ότι ζω μόνο για τον εαυτό μου και συνεχώς ταξιδεύω, δηλαδή καταναλώνω, χωρίς να δημιουργώ. Το να πηγαίνω από ‘δω κι από ‘κει απλώς μου φαινόταν λίγο και κάπως έπαψε να συνιστά το κύριο νόημα της ζωής μου. Ήθελα να προσφέρω κάτι μέσα από τα ταξίδια και να προσπαθήσω πιο έντονα να βελτιώσω τον κόσμο –ε, όσο μπορώ δηλαδή. Ταυτόχρονα, ένιωθα τρομερή απουσία νοήματος από την εργασία μου, ή μάλλον δουλειά· ο όρος εργασία είναι συνήθως λάθος τη σήμερον ημέρα. Κι αυτό το ένιωθα –και το νιώθω– σε κάθε δουλειά θα έλεγα. Άρα, από πολλές πλευρές, η συγγραφή αποτέλεσε και αποτελεί μια όμορφη διέξοδο.

6. Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στον ψηφιακό μας κόσμο; Πόσο επηρεάζεται από τις εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη;

Δυστυχώς, στο πρώτο ερώτημα, θα απαντήσω ολοένα και πιο περιορισμένο. Έτσι νιώθω, τουλάχιστον. Ο τρόπος ζωής μας, ο τρόπος που εργαζόμαστε – το λεγόμενο multitasking – και οι οθόνες δεν βοηθάνε καθόλου την κατάσταση. Για να διαβάσει κάποιος ένα βιβλίο χρειάζεται συγκέντρωση κι αυτή είναι μια ικανότητα που σταδιακά χάνεται απ’ όλους μας. Για να μην είμαι βέβαια κι εντελώς απαισιόξοδος, υπάρχει μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού που αγαπά το βιβλίο. Η λογοτεχνία είναι μια μορφή τέχνης, και η τέχνη, σε όλες τις τις μορφές, δεν θα μπορέσει ποτέ να χαθεί ολοκληρωτικά. Τώρα σε σχέση με το δεύτερο ερώτημα, δεν το έχω σκεφτεί αναλυτικά η αλήθεια είναι. Δεν είμαι πάντως αισιόδοξος με την τεχνητή νοημοσύνη. Θεωρώ ότι θα υπονομεύσει σοβαρά τη δημιουργία.

7. Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;

Τον ίδιο που θα έδινα και στην έννοια της τέχνης; ότι δηλαδή μάλλον δεν υπάρχει ορισμός. Ίσως να έλεγα ότι η λογοτεχνία είναι η δυνατότητα να αρπάζεις τον λόγο στα χέρια σου και να τον κάνεις ό,τι θες –να τον αναδομείς– με σκοπό να εκφραστεί μέσα από αυτόν ένα κομμάτι τόσο του δικού σου ψυχισμού όσο και του αναγνώστη. Και πάνω απ’ όλα, χρησιμοποιώντας τον να κάνεις τον άνθρωπο και τον κόσμο καλύτερο.

8. Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λογοτεχνία λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο; 

Ε, σ’ όλες τις στατιστικές δεν είμαστε συνήθως στις πρώτες θέσεις όσον αφορά τα κακά, και στις τελευταίες όσον αφορά τα καλά; Αυτό νομίζω έχει να κάνει γενικότερα με το κατά πόσο η Ελλάδα είναι πράγματι μια αναπτυγμένη χώρα. Απ’ όσο έχω δει, είμαστε στις τελευταίες θέσεις στη φιλαναγνωσία μαζί με την κλασική ομάδα των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών της Ευρώπης, που συνήθως κάθε φορά μας συνοδεύει. Αυτό δείχνει κάτι γενικότερο, το οποίο θαρρώ πως είναι αυτονόητο. Επιπλέον, στην περίπτωση της Ελλάδας δεν βοηθάει καθόλου μα καθόλου μα καθόλου το εκπαιδευτικό μας σύστημα (θα μπορούσα να πω μπόλικες φορές ακόμα τη λεξη «καθόλου»). Προσωπικά, παρόλο που διάβαζα αρκετά βιβλία από μικρός, στο σχολείο μισούσα τη λογοτεχνία. Και εξακολουθώ να πιστεύω, ώντας απόλυτος σε αυτό, ότι δεν μου προσέφερε απολύτως τίποτα με τον τρόπο που τη διδάχθηκα. Άσε που το ελληνικό σύστημα –αν μπορώ να το πω «σύστημα», γιατί ούτε καν αυτός ο χαρακτηρισμός δεν του αξίζει– δεν ενθαρρύνει καθόλου την ανάγνωση εξωσχολικών βιβλίων.

9. Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη; 

Σε τίποτα από τα δύο. Πιστεύω στην πραγματικότητα και στη θέληση του ανθρώπου. Η πραγματικότητα, ή αλλιώς οι συνθήκες γύρω από τον καθένα μας, ορίζει σε τεράστιο βαθμό το τι θα καταφέρουμε. Κάποιοι μπορεί να προσπαθούν λίγο και να καταφέρνουν πολύ περισσότερα από κάποιον που προσπαθεί θερμά για το ίδιο πράγμα, μόνο και μόνο επειδή τους ευνοεί το περιβάλλον γύρω τους. Εκεί όμως μπαίνει και η θέληση, ανεξαρτήτως συνθηκών. Θεωρώ πως αν κάποιος διαθέτει τη σωστή ποσότητα θέλησης για να υπερβεί τα όποια εμπόδια στον δρόμο του, ούτε μοίρα υφίσταται, ούτε τύχη. Το θέμα είναι πως ορισμένες φορές η ποσότητα αυτή πρέπει να είναι μεγάλη.

10. Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;

Δυστυχώς, αποκλείεται να κατάφερνα να διαβάσω πέντε, καθώς είμαι απελπιστικά αργός αναγνώστης. Ωστόσο, υποθέτοντας πάντα, το αγαπημένο μου μυθιστόρημα είναι «Το Κουρδιστό Πουλί» του Χαρούκι Μουρακάμι. Άκρως συμβολικό και συνειρμικό βιβλίο. Από ‘κει και πέρα, επειδή η καραντίνα είναι δυσάρεστο πράγμα, θαρρώ πως θα ήθελα μερικά βιβλία φαντασίας για να με μεταφέρουν σε μια άλλη πραγματικότητα. Πρόσφατα διάβασα το «Howl’s Moving Castle» της Diana Wynne Jones (νομίζω δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά) που μου άρεσε πάρα πολύ και με ταξίδεψε με πολύ γλυκό τρόπο. Θα προσέθετα ίσως και μια συλλογή φινλανδικών και ιρλανδικών παραμυθιών που έχω. Μου προκαλεί μεγάλη ζεστασιά να τα διαβάζω. Έφτασα τα πέντε; Χμμ, μάλλον όχι, αλλά ας κατάφερνα να διαβάσω τα παραπάνω μέσα σε έναν μήνα και θα ήμουν μια χαρά ικανοποιημένος!

11. Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στην εποχή μας; 

Περισσότερο ρεαλισμό για να αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα προσφέροντας ουσιαστικές λύσεις στα προβλήματα που αυτή ενέχει, και περισσότερο ρομαντισμό για να αντέχουμε την παραπάνω διαδικασία.