Γράφει ο Γιώργος Σταφυλάς, συγγραφέας
Δεν ήταν ο πρώτος από την αναθεματισμένη ράτσα των δημοσιογράφων που βλέπαμε στο χωριό μας. Άρχισαν να καταφτάνουν μετά τα γεγονότα με τον θάνατο του χοντρό Τζο Μάκ. Κανείς δεν ξέρει πως είχαν μυριστεί ότι κάτι περίεργο συνέβαινε εδω πέρα. Το χωριό μας ήταν το πιο ασήμαντο της κομητείας ίσως και ολόκληρης της πολιτείας. Μετά όμως από όσα ακολούθησαν το θάνατο του χοντρό Τζο πήρε άλλη υπόσταση. Δεν γνωρίζουμε ποιος το σφύριξε στους δημοσιογράφους. Έτσι κι αλλιώς όμως ερχόμενοι εδώ είδαν με τα μάτια τους τα γουρούνια να τριγυρίζουν χαρούμενα κ ελεύθερα στους δρόμους και τους ανθρώπους φοβισμένους να κλείνονται στα σπίτια τους.
Όσες φορές .όμως και να ρώτησαν τους κατοίκους του χωριού μας δεν λάμβαναν απάντηση στις ερωτήσεις τους. Και η βασική τους ερώτηση ήταν αυτή: ” πως συνέβαινε τούτο το αξιοπερίεργο και παράδοξο γεγονός και τι ήταν εκείνο που είχε προκαλέσει την απελευθέρωση των γουρουνιών από τις φάρμες που άλλοτε εκτρέφονταν για σφαγή και τον ταυτόχρονο εγκλεισμό των ανθρώπων;”. Φαίνεται ότι το γεγονός της απελευθέρωσης των γουρουνιών είχε κυκλοφορήσει γρήγορα εξαιτίας της οικονομικής παράλυσης που ειχε επιφέρει σε ολόκληρη την κομητεία. Βλέπετε το χωριό μας ηταν κατα βάση κτηνοτροφικό και αποτελούσε τον βασικό προμηθευτή χοιρινού κρέατος στην κομητεία της πολιτείας της Ιντιάνα.
Μετά τον θάνατο του Τζο Μακ και όσα έγιναν κατόπιν η παραγωγή σταμάτησε. Ήταν αδύνατο λοιπόν τούτη η κατάσταση να μην απασχολήσει την κυβέρνηση της πολιτείας που γρήγορα έστειλε εδω ανθρώπους από τα ανατολικά να δουν τι συμβαίνει. Κανείς ωστόσο δεν μιλούσε.
Όι λιγοστοί περαστικοί που τύγχανέ οι δημοσιογράφοι να απαντήσουν στους δρόμους της μικρής μας πόλης, γύρναγαν αμέσως την πλάτη στις ερωτήσεις των εκπροσώπων του τύπου και έτρεχαν να κλειστούν στα σπίτια τους σαν κάποιος να τους κυνηγούσε. Και οι δημοσιογράφοι απόμεναν άπρακτοι να παρακολουθούν με ανοιχτό το στόμα και το κεφάλι γεμάτο απορίες τις παρελάσεις των γουρουνιών. Αυτά δε όσο περνούσε ο καιρός και εδραιωνόταν η ελευθερία τους τόσο αποθρασύνονταν. Τώρα δεν δίσταζαν όχι μόνο να κατασκηνώσουν στις αυλές των σπιτιών τρώγοντας ότι υπήρχε διαθέσιμο αλλά συχνά τα έπιανε κανείς μέσα στο ίδιο του το σπίτι πάνω σε καναπέδες και κρεβάτια. Και κανείς δεν τολμούσε να τα διώξει. Τα γουρούνια είχαν γίνει στρατός κατοχής της μικρής μας πόλης.
Έτσι λοιπόν και τούτος μου έκανε την ίδια ερώτηση εκείνο το πρωινό που τον συνάντησα στο μπαρ του όπου έπινα τον καφέ μου και έτρωγα το τσοτ όπως κάθε πρωί πριν ανοίξω το συνεργείο. Πως γίνεται να κυκλοφορούν όλα αυτά τα γουρούνια ελεύθερα στους δρόμους και γιατί οι άνθρωποι δεν απαντούν στις ερωτήσεις μας. Τι στ αλήθεια συμβαίνει εδώ;
Τον κοίταξα καλά. Ήταν ο τύπος του χαρτογιακά, ο χαρακτηριστικός λιμοκοντόρος της ανατολικής ακτής. Καστανόξανθος με πρόσωπο μακρουλό και ελαφρώς ωχρό. Φορούσε τουίντ σακάκι με προστατευτικά στους αγκώνες και ο κόμπος της γραβάτας ήταν άψογος. Τα μάτια του έπαιζαν αεικίνητα. Δεν μου φάνηκε αντιπαθής όσο ‘άλλοι του συναφιού του.
– Τι ακριβώς ζητάς να μάθεις ; του είπα
Ήταν προφανώς η πρώτη απάντηση που λάμβανε. Αναθρεμμένος (το διέκρινα στο βλέμμα του αυτό) είπε:
– Θέλω να μάθω τι συμβαίνει εδώ. Και πρώτα πρώτα πως πέθανε ο Τζο Μακ…
Ήταν έξυπνος. Είχε συνδέσει τα γεγονότα με τον θάνατο του Τζο.
– Πως ξέρεις για τον Τζο;
– Έκαναν την έρευνα μου πριν έρθω εδώ !
– Έχεις κάνει την ίδια ερώτηση σε πολλούς;
– Σε όσους έτυχε να συναντήσω.
– Και;
– Κανείς δεν μιλάει. Και τρέχουν να φύγουν μακριά.
– Ξέρουν αλλά δεν μιλούν !
– Γιατί;
– Γιατί φοβούνται;
– Τι φοβούνται;
– Τα γουρούνια ! Και ειδικά τον αρχηγό τους τον Άντολφ !
Με κοίταξε σαν να ‘έβλεπε έναν ηλίθιο.
– Εγώ μιλάω σοβαρά και συ με κοροϊδεύεις. Χαίρεται, είπε.
Σηκώθηκε και έκανε να πληρώσει.
– Ότι πήρες κερασμένο απο εμένα, είπα καθώς εκείνος έψαχνε τις τσέπες του. Αν όμως φύγεις τώρα δεν θα μάθεις ποτέ τι συμβαίνει εδώ…
Σταμάτησε να ψάχνει για ψιλά και με κοίταξε διερευνητικά.
– Θες να πεις ότι θα μιλήσεις;
– Ακριβώς !
Ξανακάθισε και άναψε προσφέροντας μου ταυτόχρονα κι εμένα. Δέχτηκα πήρα ένα από το πακέτο του και το άναψα με τον αναπτήρα του.
– Πριν αρχίσουμε θα ήθελα να πάμε να καθίσουμε αλλού, είπα ρίχνοντας μια λοξή ματιά στον Ρέι τον ιδιοκτήτη του καταστήματος που εκείνη την στιγμή είχε στήσει αυτί και άκουγε την συνομιλία με τον δημοσιογράφο κάνοντας πως σκουπίζει τα ποτήρια. Ο δημοσιογράφος μπήκε αμέσως στο νόημα. Σηκώθηκε και με ακολούθησε σε ενα σεπαρέ κάτω από το βλέμμα του Ρέι που το ένιωθα ακόμα να τρυπάει την πλάτη μου.
– Λοιπόν, έκανε όλος αγωνία ο δημοσιογράφος που έσκυψε κι ολας κοντά μου πάνω από το τραπέζι ώστε να μην ακουγόμαστε.
– Άνοιξε το μαγνητοφωνάκι σου, είπα και γράφε.
Απίθωσε πάνω στο τραπέζι ένα από εκείνα τα δημοσιογραφικά μαγνητοφωνάκια με τις μικρές κασέτες και πάτησε το Play και το Record. Εγώ τράβηξα μια βαθιά τζούρα από το τσιγάρο μου και ξεκίνησα:
– Όλα άρχισαν, όπως καλά κατάλαβες, με τον θάνατο του χοντρο Τζο Μακ. Ο χοντρό Τζό δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στην μικρή μας πόλη. Κανένας ωστόσο δεν χάρηκε με το άσχημο τέλος του. Κανείς εκτός βέβαια από τα γουρούνια και ειδικά τον Αντολφ. Η πόλη μας ζει από την κτηνοτροφία. Ολόκληρη η γύρω περιοχή είναι γεμάτη φάρμες. Η φάρμα του Τζο ήταν από τις μεγαλύτερες της περιοχής αλλά ο Τζο είχε δυο ελαττώματα. Ήταν τσιγγούνης και σαδιστής. Αλλά το δεύτερο ήταν πιο σημαντικό γιατί όλοι υποψιαζόμασταν ότι βασάνιζε τα ζώα του όχι από τσιγγουνιά αλλά από σαδισμό.
– Τι εννοείς;
– Θα σου πω αμέσως : Ο Τζο μισούσε τα γουρούνια. Είχε την παράξενη θεωρία πως τα ζώα αυτά ειναι ύπουλα πανέξυπνα και μοχθηρά. Συχνά έπινε και ξεκίναγε ένα παραλήρημα μίσους γι αυτά τα ζώα. Έλεγε πως διαθέτουν μια σατανική καταχθόνια ευφυία και ότι απεργάζονται από αιώνες ‘ένα σχέδιο κυριαρχίας πάνω στους ανθρώπους.
– Μήπως του είχε σαλέψει;
– Προφανώς ! Ωστόσο δεν του δίνω ολότελα άδικο. Πράγματι τα γουρούνια είναι έξυπνα. Έχεις ζήσει ποτέ σε αγροτική πόλη;
– Όχι !
– Άρα δεν έχεις παρατηρήσει πως συμπεριφέρονται τα γουρούνια. Καταλαβαίνουν πολυ καλά τι πρόκειται να συμβεί ‘όταν τα μαζεύουν για το σφαγείο. Και τότε ουρλιάζουν για ώρες με φωνές σπαρακτικές που σου σηκώνεται η τρίχα.. Ουρλιάζουν σαν άνθρωποι. Έπειτα είναι και κείνα τα μάτια τους…
– Τι με τα μάτια τους;
– Όταν σε κοιτούν με κοιτούν με το μικρό τους γουρουνίσιο ματάκι είναι φορές που νιώθεις ότι ο χοντρο Τζο είχε δίκιο. Είναι σαν να σε ζυγίζουν σαν να σε μετρούν με το μοχθηρό τους ματάκι για να δουν αν μπορούν να στην φέρουν…
Είχα αρχίσει να ιδρώνω και σίγουρα η όψη καθώς μιλούσα για τα γεγονότα που αναστάτωσαν την μικρή μας πόλη θα πρέπει να είχε αλλάξει πολυ γιατί τον έβλεπα που με κοιτούσε με φανερή δυσπιστία. Ίσως και να αναρωτιόταν μέσα του αν είχε να κάνει με τρελό.
-Τέλος πάντων, είπε. Η εξυπνάδα των γουρουνιών μπορεί να γίνει αντικείμενο μελέτης από τους ειδικούς επιστήμονες. Ωστόσο εμάς τώρα μας ενδιαφέρει τι απέγινε ο Τζο Μακ και ποια σχέση είχε ο θάνατος του με όσα επιτέλους συμβαίνουν εδώ…
– Ναι έχεις δίκιο…Λοιπόν, συνέχισα, ο Τζο από την τσιγγουνιά του και το μίσος του για τα γουρούνια τα άφηνε για μέρες ατάιστα. Και αυτά εξαιτίας αυτής της δοκιμασίας γίνονταν νευρικά και επιθετικά. Κι ενώ τα γουρούνια πεινούσαν ο ίδιος ο Τζο ολοένα πάχαινε τρώγοντας αποκλειστικά χοιρινό κρέας και μάλιστα από τα δικά του ζώα. Ξέρεις αυτό ειναι κάτι πουν δεν συνηθίζεται. Οι κτηνοτρόφοι δεν τρώνε από τα δικά τους. Είναι κάτι σαν άγραφος κανόνας αυτό μεταξύ τους. Ο Τζό όμως δεν τον τηρούσε και έτρωγε από τα δικά του ζώα. Και όχι μόνο αυτό αλλά τα οδηγούσε ο ίδιος στο σφαγείο φροντίζοντας πάλι προσωπικά ο ίδιος ώστε να μην τηρηθεί κανένα ανθρωπιστικού χαρακτήρα μέτρο που θα μπορούσε να μειώσει τον πόνο του σφαζόμενου ζωντανού.
– Ήταν λοιπόν σαδιστής ο Τζο Μακ;
– Κάτι παραπάνω. Μισούσε τα γουρούνια ‘όπως σου είπα. Γι αυτό τα έκανε όλα αυτά.
-Όλα αυτά ειναι αρκετά παράξενα…
– Και υπάρχει κάτι ακόμα πιο παράξενο.
– Τι;
– Ενώ ο Τζο όπως σου είπα μισούσε τα γουρούνια και τα βασάνιζε υπήρχε παρ όλα αυτά ένα γουρούνι που δεν το έσφαζε. Άγνωστο για ποιον λόγο ο Τζο άφηνε το γουρούνι αυτό να παχαίνει και να θεριεύει χωρίς να το οδηγεί στο σφαγείο. Αυτό το γουρούνι ο Τζο το είχε βγάλει Άντολφ εξαιτίας του μικρού γαλάζιου ματιού του. Και στα αλήθεια ο Τζο το φοβόταν αυτό το γουρούνι !
– Γι αυτό δεν το έσφαζε;
– Ακριβώς! Και αυτό το γουρούνι ο Αντολφ με το μοχθηρό γαλάζιο του ματάκι ειναι σήμερα ο αρχηγός των απελευθερωμένων γουρουνιών της πόλης μας.
Η ιστορία τον είχε συνεπάρει. Το έβλεπα στο μάτια του.
– Και τι απέγινε ο Τζο, ρώτησε σκύβοντας κοντά μου
– Η ιστορία εξελίχθηκε ως μια μονομαχία μεταξύ του Τζο Μακ και του Αντολφ. Εκείνη την τελευταία μέρα της ζωής του ο Τζο είχε έρθει εδω στο μπαρ του Ρει όπως συνήθιζε κάθε Παρασκευή. Μόνο που εκείνη η Παρασκευή ήταν Παρασκευή και 13. Ο Τζο, θυμάμαι, ήπιε πολυ. Έπινε και μίλαγε συνεχώς.
– Τι έλεγε;
– Ω, τα συνηθισμένα του για τα γουρούνια. Αυτά που έλεγε πάντοτε. Πως τα γουρούνια ειναι διαβολικά και πως πρέπει να τα σφάξουμε όλα πριν κυριαρχήσουν αυτά πάνω στην γη. Αλλά πιο πολυ μίλαγε για τον Αντολφ. Έπινε κάθε τόσο ο Ρέι που τον έκανε γούστο του έβαζε κι άλλο ουίσκι στο ποτήρι και καθώς είχε ολοφάνερα μεθύσει φώναζε λέγοντας πως θα έσφαζε τον Άντολφ. Θυμάμαι λίγο πριν φύγει από το μπαρ εκείνη την μοιραία ημέρα μας ανακοίνωσε την απόφαση του. Επρόκειτο εκείνη την ίδια ημέρα να κάνει κάποιες εργασίες στην στέγη του στάβλου και την επομένη, το Σάββατο, θα πήγαινε τον Άντολφ στο σφαγείο. Εμείς θυμάμαι προσπαθήσαμε να τον αποτρέψουμε από την πραγματοποίηση του σχεδίου του. Δεν μας ‘ένοιαζε τι θα έκανε με τον Άντολφ – δικό του ζώο ήταν και ούτε που δίναμε σημασία σε αυτά που έλεγε για τα γουρούνια- ωστόσο Παρασκευή και 13 κανείς δεν κάνει εργασίες. Δεν μας άκουσε όμως…
– Και τι έγινε;
– Τον βρήκανε την επόμενη ημέρα νεκρό μέσα στον στάβλο εργάτες από τα σφαγεία που είχαν ειδοποιηθεί να πάνε να παραλάβουν τα γουρούνια που ήταν για σφάξιμο μαζί με τον Αντολφ. Αυτοί βρήκαν ότι είχε απομείνει από τον δύστυχο τον χοντρό Τζό. .
Είδα την φρίκη να καθρεφτίζεται στα διεσταλμένα του μάτια.
– Εννοείς πως…
– Τα γουρούνια τον είχαν φάει…
-Μα πως;
– Όπως καταλάβαμε από την τρύπα στην στέγη του στάβλου, ο Τζο είχε ανέβει στην οροφή να επιδιορθώσει κάποιες φθορές όταν ένα σανίδι κατέρρευσε και ο δύστυχος άνθρωπος βρέθηκε ανάμεσα στις λάσπες και στα κόπρανα των ζώων που τόσο μισούσε με εκείνα από πάνω του να γρυλίζουν πεινασμένα και άγρια καθώς ήταν ατάιστα. Θα πρέπει να ήταν οικτρό το τέλος του. Οι εργάτες των σφαγείων βρήκαν ελάχιστα μόνο κόκκαλα από το σκελετό του και το κρανίο του πάνω στο οποίο καθόταν θριαμβευτικά ο Άντολφ το τεράστιο γουρούνι με τα γαλάζιο ματάκι που ο χοντρό Τζο ετοίμαζε για σφάξιμο. Αυτή ήταν η περιγραφή που μας έκαναν οι ίδιοι οι άνθρωποι του συνεργείου καθώς έφυγαν έντρομοι από την φάρμα του Τζο με τα γουρούνια να γρυλίζουν ακόμα αγριεμένα.
Τώρα τα φρύδια του είχαν σμίξει και με κοιτούσε με μια απερίγραπτη έκφραση φρίκης κ τρόμου αποτυπωμένη στην μακρουλή μορφή του.
– Άρα, είπε, ψελλίζοντας, Όλα αυτά τα γουρούνια που γυρίζουν ελεύθερα στην πόλη ειναι τα γουρούνια του Τζο Μακ;
– Το πιασες! Αλλά σε αυτά που έφυγαν από την φάρμα του δύστυχου του χοντρο Τζο προστέθηκαν και τ άλλα εκείνα που οι ιδιοκτήτες τους απελευθέρωσαν από φόβο γιατί τα γουρούνια λες και κάποιος; αέρας επανάστασης τα είχε ξεσηκώσει άρχισαν να εκδηλώνουν επιθετικότητα. Αναφέρθηκαν μάλιστα περιστατικά επιθέσεων σε ανθρώπους και προτού κάποιος από τους φάρμερς συναντήσει την μοίρα του Τζο αποφασίστηκε να αφήσουν όλοι τα γουρούνια τους ελεύθερα. Από τότε οι άνθρωποι κλείνονται στα σπίτια τους γιατί τα γουρούνια έχουν γίνει πολυ επιθετικά και δεν διστάζουν να μπουν σε ενα σπίτι και να το ρημάξουν.
– Απίστευτο ! Και ο Άντολφ;
– Ο μεγάλος Άντολφ με το μικρό γαλάζιο ματάκι ειναι ο αρχηγός τους. Ζει ακόμα στο σπίτι του χοντρό Τζο. ‘Όχι όμως στον στάβλο αλλά μέσα στο σπίτι που πλέον είναι δικό του. Όχι μόνο τα γουρούνια αλλά και οι άνθρωποι τον υπακούν. Γρήγορα όλοι εκτίμησαν την εξυπνάδα του και θυμήθηκαν ‘όσα έλεγε ο Τζο για την σατανική ευφυΐα αυτιών των πλασμάτων. Ο ‘Αντολφ ‘έγινε ο πραγματικός άρχοντας της μικρής μας πόλης. Οι άνθρωποι τον επισκέπτονται στο άλλοτε σπίτι του Τζο και του πηγαίνουν δώρα αποσκοπώντας στην εύνοια του όπως θα έκαναν αν κυβερνήτης ήταν κάποιος άνθρωπος. Ναι όσο και ακούγεται απίστευτο τα γουρούνια κυβερνούν την πόλη μας και ο Άντολφ με το γαλάζιο του μικρό ματάκι ειναι ο βασιλιάς. Σήμερα θα πρέπει να ζυγίζει πάνω απο 500 κιλά και οι άνθρωποι του πηγαίνουν κιλά από κρέας. Και του μιλούν. Σίγουροι πως εκείνος του ακούει, του μιλούν. Του εκθέτουν κάθε τους πρόβλημα και κάνουν ότι μπορούν ώστε να τα έχουν καλά μαζί του και το σπίτι τους να μην αποτελέσει στόχο των γουρουνιών. Να βλέπεις εδώ τον Ρέι;
Κοίταξε με τρόπο πάνω πάνω απο το σεπαρέ, Δεν χρειαζόταν να τον ρωτήσω. Ήξερα ότι ο Ρέι θα έχει στήσει αυτί.
– Ετοιμάζεται να τρέξει στον Άντολφ να του τα πει…
– Απίστευτη ιστορία ψέλλισε πιάνοντας το κεφάλι τπυ που θα πρέπει εκείνη την ώρα να είχε πυρετό
– Δεν μπορώ να τα γράψω αυτά. Θα με περάσουν για τρελό. Εμείς εκεί έξω πιστεύουμε ότι εδω λαμβάνει χώρα μια οικολογική ουτοπία.
– Μην γράψεις τίποτα. Αρκεί που ξέρεις την αλήθεια. Κρύψε την κασέτα να υπάρχει ως ντοκουμέντο και φύγε γρήγορα. Όσο μένεις εδω κινδυνεύεις.
– Ο ‘Αντολφ…
– Θα τα ξέρει όλα σε λίγο. Κοίτα έξω, του είπα και τον είδα να στρέφει το κεφάλι του.
Ο Ρέι έφευγε βιαστικά να προφτάσει να του τα πεί. Ήξερα τι σήμαινε αυτό…
– Φύγε, του είπα.
Σηκώθηκε. Ιδρώτας κυλούσε στο πρόσωπο του.
– Κι εσυ;
– Μην σε νοιάζει. Θα τα βολέψω…
– Στ αλήθεια υπάρχει κίνδυνος;
– Τρέξε άνθρωπε μου του έκανα μέ ένταση.
Έφυγε σαν κυνηγημένος. ‘Άκουσα την μηχανή του αυτοκινήτου του να παίρνει μπρος και τα λάστιχα του αυτοκινήτου του να σπινιάρουν στριγγλίζοντας πάνω στο οδόστρωμα. Μπορούσα να φανταστώ την συνέχεια. Λίγο πριν την μεγάλή στροφή του δρόμου πλάι στα χωράφια με τις ‘άλλοτε κτηνοτροφικές φάρμες το αυτοκίνητο τυ θα συναντήσει το μπλόκο των γουρουνιών. Κανείς δεν βγαίνει από την πόλη μας. Τα γουρούνια χρειάζονται τροφή. Θα έπρεπε να με είχε ρωτήσει που το βρίσκουν οι άνθρωποι το κρέας που πηγαίνουν στον Άντολφ για δώρο αφού πλέον κανείς δεν σφάζει τα χοιρινά του. Θα έπρεπε να γνώριζε για τις παράξενες εξαφανίσεις προσώπων που συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στην πόλη μας. Δεν με ρώτησε… Κι εγώ δεν του τα είπα όλα. Δεν του ανέφερα τίποτα για τα μωρά με τις παράξενες μύτες που γεννιούνται τον τελευταίο καιρό στην πόλη μας. Οι άνθρωποι βλέπετε κάνουν τα πάντα προκειμένου τα γουρούνια να τους επιτρέψουν να ζήσουν. Τι θα απογίνει ο δημοσιογράφος; Θα προσπαθήσει να αποφύγει το μπλόκο θα μπει μες στα χωράφια ώσπου κάποια στιγμή θα κολλήσει και τα γουρούνια θα τον πιάσουν. Κάποτε κάποιοι άνθρωποι θα ανακαλύψουν τα απομεινάρια του δύστυχου. Εύχομαι να μείνει η κασέτα. Να μείνει ως τεκμήριο για τις επόμενες γενιές. ‘Οσο για μένα…Ήδη βλέπω τον Άντολφ έξω από το παράθυρο να με κοιτάζει με το μοχθηρό γαλάζιο του ματάκι. Τουλάχιστον θα μου κάνει την τιμή να με περιποιηθεί ο ίδιος. Θα πιώ ένα ουίσκι κα θα τον περιμένω