Ο Κώστας Τσιάκαλος μόλις κυκλοφόρησε τη συλλογή διηγημάτων “Ο πόνος των άλλων”. Με αυτή την αφορμή απαντά στις 10+1 Ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας.
1. Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Άνω Τελεία, η συλλογή διηγημάτων σας «Ο πόνος των άλλων». Πώς θα την περιγράφατε συνοπτικά;
Ίσως είναι ένα έργο που προσπαθεί να εξερευνήσει τα όρια του λάθους. Τι νοείται ως τέτοιο, που ξεκινάει και τι αφήνει; Πότε διδάσκει και πότε γίνεται μία ακατάσχετη ορμή, κάτι σαν παραφθορά πάθους; Έπειτα όταν γίνεται πάθος οι άνθρωποι παύουν συχνά να το θεωρούν λάθος. Γίνεται μέρος της προσωπικότητας, ταπεραμέντο ή όποια άλλη δικαιολογία. Από ‘κει κι έπειτα το μπλέξιμο βαθαίνει… σε αρκετές στιγμές του το έργο βυθίζεται και ξεψαχνίζει αυτό το μπλέξιμο. Τώρα αν βγει κάτι απ’ όλο αυτό, Κύριος οίδε· αν ανακαλύψει κι ο άνθρωπος, μόνο κέρδος μπορεί να υπάρξει.
2. Γιατί επιλέξατε τις σχέσεις ανθρώπων και ζώων ως τον καμβά της ανάπτυξης των ιστοριών σας;
Κάποιες φορές το έργο επιβάλλεται και κινεί τα νήματα χρησιμοποιώντας τον δημιουργό ως όργανο εκτελεστικό. Μετέπειτα παρατήρησα ότι τα ζώα είναι μία επίφαση ή πρόφαση για να ειπωθεί το ουσιώδες. Τα ζώα πονάνε σωματικά, ενώ ο άνθρωπος λόγω της συνείδησης ή εντονότερης συνείδησης, βαθαίνει και πονάει και συναισθηματικά, ακόμα και υπαρξιακά. Συνυπάρχουμε, όμως την ευθύνη την έχει ο άνθρωπος. Όλο αυτό είναι μία ενδιαφέρουσα ιδέα για να ψάξει κανείς τα όρια των σχέσεων. Πότε γίνονται δεσμοί; Πότε η δύναμη γίνεται κατάχρηση και λάθος, που ορισμένες φορές πέρα από απλώς συναισθηματικές ή κοινωνικές κρίσεις, φτάνει να γίνει και τραγικό. Και μετά τι μένει; Επηρεάζονται μόνο αυτοί που το νιώθουν ή κι εκείνοι που δεν το αντιλαμβάνονται. Επίσης μέσα σε όλα αυτά χρειάζεται να συνειδητοποιήσει κανείς πως ό,τι νοείται κοινωνικά ως λάθος, είναι συχνά εκτόνωση καταπίεσης και πόνου (hurt people hurt people, που λένε) κι άλλοτε υπερβολική ορμή ζωής με στρεβλή, κακοφορμισμένη χρήση… Εν συντομία, μου φαίνεται ενδιαφέρον θέμα, πέρα από την συνηθισμένη (ωραία φυσικά) προσέγγιση παιδικής λογοτεχνίας ή κινηματογράφου όπου ο άνθρωπος δένεται με ένα ζώο, λίγη χαρά, λίγες αναποδιές, το ζώο πεθαίνει κι ο άνθρωπος με λίγα δάκρυα κι ένα χαμόγελο κρατάει το θετικό, τίτλοι τέλους. Η ζωή όμως συνεχίζεται αδίστακτα μετά τους τίτλους τέλους μίας ταινίας ή την τελευταία σελίδα ενός βιβλίου. Από εκεί προσπαθεί να ξεκινήσει αυτό το έργο. Τα καταφέρνει, άραγε; Όπερ έδει δείξαι.
3. Τελικά για κάθε πράξη υπάρχει μια συντριβή; Και τι καθορίζει την ανθρώπινη αντίληψη της ευθύνης;
Εγώ το έγραψα οπότε αφορά τους άλλους εάν συμφωνούν ή διαφωνούν. Όμως κάθε επιλογή από την ώρα που ξυπνάει κάποιος είναι απαλοιφή όλων των υπολοίπων. Ακόμα κι αυτή η απόρριψη είναι μία “συντριβή” όλων των άλλων πιθανοτήτων. Όσο για το τι καθορίζει την ανθρώπινη αντίληψη της ευθύνης, μάλλον η αντοχή του καθενός. Νοητικά, συναισθηματικά, κοινωνικά…
4 . Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης;
Ας κάνει ό,τι θέλει.
5. Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Δεν είχα κανένα ερέθισμα. Άγνωστο. Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν έχω κανέναν για να κατηγορήσω.
6. Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στον ψηφιακό μας κόσμο; Πόσο επηρεάζεται από τις εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη;
Το βιβλίο είναι μία δυνατότητα. Μπορεί να διαβαστεί την χρονιά της πρώτης του έκδοσης ή δεκαετίες μετά. Όσο γράφονται και εκδίδονται βιβλία η δυνατότητα είναι ανοιχτή και συμπορεύεται με όλες τις άλλες δυνατότητες όπως ο λεγόμενος ψηφιακός κόσμος και η τεχνητή νοημοσύνη.
7. Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;
Είναι μία δυνατότητα μέσα από αισθητική εννοιολόγηση μέσω του γραπτού λόγου. Μπορούν να συμβούν σχεδόν τα πάντα ή σχεδόν τίποτα. Οι θρησκείες έχουν κείμενα, με τις ερμηνείες και τις παρερμηνείες να είναι άπειρες. Κάθε επάγγελμα για να διδαχθεί έχει κείμενα. Άλλοι ξεκινάνε πολέμους με αφορμή κείμενα, άλλοι ερωτεύονται και εκφράζονται με κείμενα. Άλλοι διδάσκονται κι άλλοι καταστρέφονται. Κι αυτές εδώ οι ερωταπαντήσεις είναι μία απλοικής μορφής λογοτεχνία, κάποιος ίσως να το διαβάσει. Η λογοτεχνία όπως κάθε δυνατότητα είναι ένα άνοιγμα, το για που ή προς τι είναι άλλο θέμα που δε μπορεί να υποβαθμίσει το ίδιο το άνοιγμα.
8. Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λογοτεχνία λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο;
Δεν το ήξερα. Ίσως ως ένα βαθμό να έχει να κάνει με τις οικονομικές συνθήκες του κάθε λαού, που υποβάλλουν διαφορετικό ρυθμό καθημερινότητας και ο ρυθμός διαφορετικές διαθέσεις, επιθυμίες, διασκεδάσεις, τρόπο αντίληψης. Αυτό όμως που έχει ισχυρότερη αξία είναι ότι γράφονται και εκδίδονται βιβλία και από έλληνες λογοτέχνες.
9. Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;
Περίπου το ίδιο δεν είναι; Σαν πανωφόρι που ο καθένας το φοράει μέσα-έξω ανάλογα την περίσταση ή τι προτιμάει ή πως έχει γαλουχηθεί μέσα σε πεποιθήσεις και έλξεις. Άλλοτε λένε ήταν της μοίρας του γραφτό κι άλλοτε ήταν το τυχερό του.
10. Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;
Φάε την γλώσσα σου. (χιουμοριστικά το εννοώ) Παλιότερα λέγανε τι θα έπαιρνες σε ένα ερημονήσι. Τώρα πια έγινε καραντίνα; Ας μην ξαναχρειαστεί μία τέτοια συνθήκη κι ας μην ξανά ανοίξω βιβλίο. Ούτως ή άλλως όσα έχω διαβάσει τα έχει απορροφήσει το σύστημά μου. Είναι μέσα μου όλα.
11. Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στην εποχή μας;
Περισσότερη συνείδηση. Κι επειδή ως κι αυτό έχει φτάσει να θεωρείται αόριστο, περισσότερη κατανόηση. Των συνθηκών, των λεγομένων μας, των πράξεών μας, των συνεπειών. Της ευθύνης, η οποία δεν στέκει ως βάρος αλλά ως δώρο. Αρκεί κανείς να δύναται.