/TAR: Αξίζει η ταινία την θέση της στα Oscar;

TAR: Αξίζει η ταινία την θέση της στα Oscar;

Γράφει η Νικολέτα Δογορίτη 

Όσο η μεγάλη γιορτή των φετινών Oscar πλησιάζει, όλο και περισσότερο συζητιούνται οι υποψήφιες ταινίες αλλά και κατά πόσο, τελικά, αξίζουν την θέση τους στα βραβεία. 

Δεν είναι λίγοι αυτοί που έχουν στρέψει το σινεφίλ βλέμμα τους στην τελευταία ταινία της Kate Blanchett, το πολύ συζητημένο Tar.  Σε εξαιρετική σκηνοθεσία του Todd Field, ο οποίος επέστρεψε πίσω από τον κινηματογραφικό φακό δεκαέξι χρόνια μετά την τελευταία του δουλειά στη μεγάλη οθόνη, μας μιλά για ένα μη υπαρκτό πρόσωπο με μία, ωστόσο, άκρως ρεαλιστική προσέγγιση, αφού η ταινία χαρακτηρίζεται ξεκάθαρα βιογραφική.

Λόγος γίνεται για τον κύριο χαρακτήρα της ταινίας, την ομοφιλόφυλη maestro Lydia Tar.

Μια γυναίκα με πρωτοφανή καριέρα στο χώρο, η οποία στο σημείο που τη συναντάμε, βρίσκεται στο απόγειο της καριέρας της, καθώς διευθύνει για πρώτη φορά την συμφωνική ορχήστρα του Βερολίνου. Το βιβλίο με την αυτο-βιογραφία της είναι το επόμενο best seller και όλος ο πλανήτης μιλά για το γυναικείο μουσικό φαινόμενο του αιώνα.

Από τις πρώτες κι όλας σκηνές μπαίνουμε στον κόσμο της maestro και αντιλαμβανόμαστε έντονα την αφοσίωσή της στη μουσική, σε βαθμό που τίποτα άλλο δεν έχει αληθινά σημασία για εκείνη. Όσο η ταινία προχωρά, βλέπουμε πως κάποια λάθη του παρελθόντος, σε συνάρτηση με ένα παγόβουνο ψεμάτων, έρχεται να απειλήσει και -εν τέλει- να στοιχειώσει την ηρωίδα. Καθαρά είναι τα μηνύματα του έργου σχετικά με την χειραγώγηση και την κατάχρηση της εξουσίας με στόχο τη σεξουαλική ισχύ, γεγονός -θα λέγαμε-σύνηθες, το οποίο ιδιαίτερα απασχολεί τον καλλιτεχνικό χώρο τα τελευταία χρόνια. 

Η Kate Blanchett, σε μία μαγνητική ερμηνεία (που αν με ρωτάτε δικαιούται και με το παραπάνω το χρυσό ανθρωπάκι!), δημιουργεί μια μεγαλοπρεπή maestro, κυρίαρχη σε μία ταινία γεμάτη εσωστρεφές και συνάμα minimal style.

Είναι φανερό πως μιλάμε για μία ιδιοφυία καλλιτεχνικά, η οποία ξεπέφτει και παραγκωνίζεται από τον κύκλο της, εξαιτίας των δικών της χειρισμών, που όμως καταλήγει να βρίσκει ξανά τον εαυτό της, στην πιο αληθινή του εκδοχή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως απεγκλοβίζεται από αυτόν.

Μια ταινία που δεν υποτιμά την νοημοσύνη του θεατή και που σίγουρα έρχεται να προστεθεί στις ελάχιστες, δυστυχώς, υψηλής αισθητικής και συγκροτημένης φιλοσοφίας, αμερικάνικες παραγωγές.

Παρ’όλα αυτά, δεν είναι λίγοι αυτοί οι οποίοι μιλούν για ρατσιστικά στερεότυπα που προβάλλονται  στην ταινία.

Μπορεί η θέση της Τar -ως γυναίκας- στην ιστορία να απορρίπτει εξ’ αρχής οποιαδήποτε διάθεση για στερεοτυπική αποδοχή καταστάσεων,το ‘φινάλε’ της, ωστόσο, σε χώρα της Ασίας -σε ένδειξη της ”πτώσης” της από την μητρόπολη των τεχνών, προκάλεσε αντιδράσεις τόσο σε μερικούς θεατές, όσο και σε αρκετούς δημοσιογράφους  που ασχολήθηκαν πιο επιτακτικά με την ταινία. Μάλιστα, η συγγραφέας May-lee Chai, σε κριτική της ταινίας που δημοσιεύθηκε στο ”The Boston Globe”, είπε χαρακτηριστικά: ”Η ταινία χρησιμοποιεί την κατάληξη της Tar στην Ασία στερεοτυπικά, θέλοντας να δείξει την κατακόρυφη κοινωνική της κατάπτωση, γεγονός που με έκανε να αισθανθώ εντελώς άβολα”.

Η ίδια η Kate Blanchett σε πρόσφατη συνέντευξη της, προς απάντηση στην ερώτηση περί της σκηνής κατά την οποία η maestro διευθύνει -πια- ένα κονσέρτο για μεταμφιεσμένους σε ήρωες video game κάπου στην μακρινή Ασία, δήλωσε τα εξείς: ”Όταν διάβασα αυτή τη σκηνή στο σενάριο, σκέφτηκα ότι είναι πολύ καταθλιπτική, αντίθετα όμως, αποκαλύπτει πόσο σημαντική είναι η πτώση στην άβυσσο και μαζί η αναγέννηση, η κάθαρση που ακολουθεί. Είναι το ξεγύμνωμα και η επιστροφή στις απαρχές των αξιών ενός καλλιτέχνη που έχει χάσει το δρόμο του.”

Χωρίς να τοποθετηθώ προσωπικά πάνω στο θέμα που δίχασε μία μικρή μερίδα του κοινού, θα κλείσω με τα λόγια του Martin Scorsese για την συγκερκιμένη ταινία. Όντας λακωνικός, χαρακτήρισε την ταινία ως την ”λιακάδα” που ήρθε για να φωτίσει τα σκοτάδια του κινηματογράφου της εποχής.