/Ο Γιάννης Δαλιανίδης στον Αχιλλέα Παπαδιονυσίου

Ο Γιάννης Δαλιανίδης στον Αχιλλέα Παπαδιονυσίου

Το αρχείο του Αχιλλέα Παπαδιονυσίου περιέχει μια σειρά από εξαιρετικές συνεντεύξεις με σημαίνοντα πρόσωπα από το χώρο του πολιτισμού. Μια από αυτές είναι κι αυτή που ακολουθεί με τον σκηνοθέτη Γιάννη Δαλιανίδη.

Κυρίες και κύριοι γεια σας, στη σημερινή μας εκπομπή έχουμε την τιμή και χαρά να παρουσιάσουμε έναν σημαντικό σκηνοθέτη και σεναριογράφο του ελληνικού θεάτρου του κύριο Γιάννη Δαλιανίδη.

Σας καλωσορίζουμε στην εκπομπή μας και θα θέλαμε να μας πείτε πότε σκεφτήκατε να ασχοληθείτε με τον κινηματογράφο, την τηλεόραση και όλα αυτά και τι ήταν αυτό που σας ώθησε σ’ αυτό;

Δ: Από παιδί, από ηλικίας 6 ετών έπαιζα στο θέατρο, ήταν μοιραίο να ακολουθήσω αυτόν τον δρόμο, όλα με τραβούσαν στο θέατρο, όλα με τραβούσαν στον κινηματογράφο και σαν υπνωτισμένος τράβηξα αυτόν τον δρόμο, φρόντισα να πάρω τις γνώσεις που χρειάζεσαι για να υπηρετήσεις αυτά τα είδη του θεάματος και είναι πολλαπλές οι γνώσεις και έτσι πέρασα απ’ το χορό, πέρασα απ’ τις δραματικές σχολές και είμαι περήφανος γιατί την τεχνική του κινηματογράφου την έμαθα, εμφύτευσα ουσιαστικά όχι στη μεγάλη σχολή που υπάρχει αλλά σε εκλεκτούς και μεγάλους τεχνικούς του ελληνικού κινηματογράφου.

ΑΧ: Σε ποιους κύριε Δαλιανίδη;

Δ: Ήταν ένας Δρίτσας μοντέρ στην οδό Νοταρά, σ’ αυτόν έμαθα το μοντάζ γενικότερα και δούλεψα μαζί του στη μουβιόλα που είναι ένα μηχάνημα που γίνεται το μοντάζ και εκεί πραγματικά βλέπεις όλα τα ελαττώματα που πιθανόν να έχεις κάνει κατά τη διάρκεια του γυρίσματος. Επίσης δάσκαλός μου ήταν ένας απ’ τους καλύτερους διευθυντές φωτογραφίας που έβγαλε αυτός ο τόπος, ο Μίμης Καίδης, σ’ αυτόν δίπλα έμαθα τις ιδιότητες του κάθε φακού και φυσικά η θητεία μου στο χορό και το θέατρο ήταν στοιχεία που βοήθησαν στη σκηνοθεσία.

ΑΧ: Κάποια στιγμή νομίζω φύγατε από τη Βιέννη και πήγατε στη Βενετία να σπουδάσετε.

Δ: Ναι στα πολύ νεανικά μου χρόνια. Εκεί κυρίως σπούδασα χορό, είχα πάρει και μια υποτροφία για μια δραματική σχολή, δεν πρόλαβα να το ολοκληρώσω γιατί έπρεπε να μάθω πολύ καλά τη γλώσσα και ήρθε και το τέλος του πολέμου με όλες τις συνέπειες, είχα μπλέξει με ένα γκρουπ γαλλικό και έπρεπε να φύγω για το Παρίσι και ήρθα στην Ελλάδα να πάρω τη μητέρα μου γιατί δεν είχα σκοπό να ξαναγυρίσω. Τα γεγονότα ήρθαν έτσι που τελικά έμεινα εδώ, πρέπει να σημειώσω ότι έγραφα από μικρός, η μητέρα μου ήταν φιλόλογος και ήταν φυσικό να ακολουθήσω αυτόν τον δρόμο, έγραφα και αυτό με οδήγησε στη συγγραφή σεναρίων και έτσι μπορώ να πω ότι έχω την ιδιότητα του σκηνοθέτη και του σεναριογράφου αλλά έπαιξα και στο θέατρο και ειδικά στο μουσικό θέατρο.

ΑΧ: Πότε παίξατε και σε ποια έργα;

Δ: Μετά το στρατιωτικό μου είχα γνωριστεί με κάποιους ανθρώπους του κινηματογράφου και επειδή με ενδιέφερε ο κινηματογράφος φρόντισα να πάρω αυτά τα εφόδια που σας είπα και προηγουμένως και ήρθε μια στιγμή που ο Δαβίρας αποφάσισε να γυρίσει ένα σενάριό μου και ήθελε βοηθό σκηνοθέτη. Εκεί χρειάστηκε να σκεφτώ για να πάρω μια μεγάλη απόφαση να εγκαταλείψω το θέατρο και να δοθώ ψυχή και σώμα στον κινηματογράφο και έκανα αυτό, αυτή ήταν η επιλογή μου.

ΑΧ: Ποιο ήταν το πρώτο σενάριο που γράψατε;

Δ: Ήταν το ”Τρελοκόριτσο”, που γυρίστηκε με την Τζένη Καρέζη, τον Λάμπρο Κωνσταντάρα και το αστείο είναι ότι το σενάριο γράφτηκε για την Αλίκη Βουγιουκλάκη αλλά τα πράγματα ήρθαν έτσι που γυρίστηκε με την Καρέζη, αλλά αμέσως μετά ένα δεύτερο σενάριο ” Η μουσίτσα” γράφτηκε για την Αλίκη και γυρίστηκε με την Αλίκη και αυτή είναι η σκηνοθεσία η κινηματογραφική.

ΑΧ: Νομίζω ότι και τα δυο ήταν μεγάλη επιτυχία. Θα ήθελα να μου πείτε με ποιους ηθοποιούς έχετε συνεργαστεί και με ποιους έχετε τις καλύτερες αναμνήσεις.

Δ: Τώρα προκαλείται την μνήμη μου η οποία δεν είναι και απ’ τις καλύτερες, εκτός απ’ τις δυο πρωταγωνίστριες που προανέφερα, με τον Παπαγιαννόπουλο, τον Ηλιόπουλο, την Λάσκαρη η οποία ήταν μεταγενέστερη πρωταγωνίστριά μου και με την οποία έχω κάνει τις περισσότερες ταινίες, η Ρένα Βλαχοπούλου, Με τον Κώστα Βουτσά με τον οποίο προυπήρξαμε και φίλοι απ’ τη Θεσσαλονίκη και συνεργαστήκαμε σε πάρα πολλές ταινίες, τον Νίκο Κούρκουλο, τον Φαίδωνα Γεωργίτση, την Μαίρη Χρονοπούλου, την Μάρθα Καραγιάννη με την οποία διατηρώ πάρα πολύ καλές σχέσεις μέχρι σήμερα, είναι απ’ τα αστέρια που είμαι πολύ δεμένος μαζί της, με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα.

ΑΧ: Από όλους αυτούς από ποιους είχατε τις καλύτερες αναμνήσεις;

Δ: Αναμνήσεις έχω πολύ καλές με όλους αλλά βέβαια με άλλους συνεργάστηκα περισσότερο, με άλλους λιγότερο. Ένα απ’ τα πιο αγαπημένα πλάσματα είναι η Λάσκαρη με την οποία έκανα τις περισσότερες ταινίες και την οποία θαυμάζω για την εξέλιξή της.

ΑΧ: Θα θέλαμε να μας πείτε ποιες είναι οι πιο σημαντικές ταινίες που έχετε κάνει;

Δ: Όλες ήταν παιδιά μου, δεν μπορώ να ξεχωρίσω, βέβαια τα κοινωνικά δράματα που έχω γυρίσει έχουν μια πολύ καλή θέση στην καρδιά μου, αλλά και μουσικές ταινίες όπως είναι π.χ ”Κορίτσια για Φίλημα”, ”Οι θαλασσιές οι χάντρες”, ΄΄Ραντεβού στον αέρα, μου άρεσε πολύ το ”Γοργόνες και μάγκες” που έχει γράψει τα καλύτερα τραγούδια του ο Μίμης Πλέσσας σ’ αυτήν την ταινία του.

ΑΧ: Θα θέλαμε να μας μιλήσετε για την συνεργασία σας με τον Μίμη Πλέσσα.

Δ: Ο Μίμης, τα προσόντα του είναι πολλά και το κυριότερο είναι κινηματογραφικός. Μου κάλυψε με μουσική τόσο δράματα όσο και μουσικές ταινίες. Ότι χρειαζόμουν μουσικά μου το κάλυπτε θαυμάσια και με πολύ ωραίο τρόπο ο Μίμης Πλέσσας.

ΑΧ: Τιμηθήκατε από το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος σας χαρακτήρισε ”Λαϊκό μύθο του σινεμά” και η Ροζίτα Σώκου είπε ότι δημιουργήσατε ένα δικό σας είδος κινηματογράφου, το ελληνικό μιούζικαλ, που δεν μπορεί άλλος να τα κάνει όλα αυτά. Τι έχετε να μας πείτε;

Δ: Αυτά είναι φιλοφρονήσεις.

ΑΧ: Δεν νομίζω, μιούζικαλ δεν έχει κάνει άλλος.

Δ: Υπάρχουν και άλλοι άξιοι συνάδελφοί μου, δεν το καλλιέργησαν το είδος αλλά έχουν κάνει μουσικές ταινίες, ο Ντίνος Δημόπουλος και πολλοί άλλοι.

ΑΧ: Αυτές είναι σημαντικές κουβέντες από πολύ σημαντικά άτομα.

Δ: Καλώς και ήταν τιμητικό για μένα και φυσικό να πουν δυο καλές κουβέντες και τους ευχαριστώ.

ΑΧ: Θα θέλαμε να μας πείτε για το φεστιβάλ κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη, νομίζω είναι πολύ σημαντικό.

Δ: Εγώ το έχω δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι δεν μου λέει τίποτε το διεθνές φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το προτιμούσα όπως ήταν παλιά δηλ μια εβδομάδα κινηματογράφου. Αυτό θα είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον και πιστεύω ότι θα προωθούσε τον ελληνικό κινηματογράφο.

ΑΧ: Ποια είναι η διαφορά, ότι δεν προωθείται ο ελληνικός κινηματογράφος;

Δ: Αυτή τη στιγμή το φεστιβάλ είναι διεθνές. Φέρνουν λοιπόν κάποιες ταινίες από το εξωτερικό και είναι ένα φεστιβάλ που δεν υπάρχει ανταπόκριση, είναι τα φεστιβάλ του Βερολίνου, των Κανών, της Βενετίας, τι να σου κάνει ένα φεστιβάλ σε μια πόλη βαλκανική, σε ένα μικρό κράτος; Δεν νομίζω ότι βρίσκει απήχηση γενικότερα και ούτε νομίζω ότι στο εξωτερικό διαφημίζουν τις ταινίες τους οι βραβευμένοι από το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

ΑΧ: Εσείς πιστεύετε να είναι καθαρά ελληνικός κινηματογράφος;

Δ: Βεβαίως, θα είναι μια πάρα πολύ ωραία γιορτή.

ΑΧ: Πως το βλέπετε, να ήταν μια εβδομάδα με ελληνικές ταινίες;

Δ: Ναι ελληνικές, άντε και Βαλκανικές που θα ήταν και ουσιαστικό, το θέλει και η πολιτική μας.

ΑΧ: Ένα είδος που έχετε ασχοληθεί ήταν και η επιθεώρηση.

Δ: Έχω παίξει σαν ηθοποιός του μουσικού θεάτρου αλλά και έχω γράψει επιθεωρήσεις, δεν ήταν όμως απ’ τις κύριες ασχολίες μου.

ΑΧ: Πάντως ήταν ένα είδος που κάποια εποχή δέσποζε πάρα πολύ η επιθεώρηση.

Δ: Εγώ πιστεύω ότι και σήμερα δεσπόζει.

ΑΧ: Και πιστεύετε ότι έχουμε σήμερα επιθεώρηση;

Δ: Πως δεν έχουμε τρεις στην Αθήνα;

ΑΧ: Ναι, το θέμα είναι αν έχουν την ποιότητα της παλιάς εποχής.

Δ: Δεν μπορώ να μιλήσω για ποιότητα και να κρίνω τους συναδέλφους, ίσως υπάρχει κάποια πτώση ενδιαφέροντος για την επιθεώρηση γιατί είναι η τηλεόραση η οποία υπηρετεί την επικαιρότητα κατά τέτοιο τρόπο ώστε η σάτιρα οποιουδήποτε γεγονότος απ’ τη μια μέρα στη άλλη εξαφανίζεται και δεν μπορεί να κρατήσει μια σεζόν ολόκληρη, τα γεγονότα τρέχουν.

ΑΧ: Μετά ασχοληθήκατε με την τηλεόραση, μια μεγάλη επιτυχία ήταν το Λούνα Παρκ . Μιλήστε μας γι’ αυτές τις δουλειές, όλες κάνανε πάταγο εκείνη την εποχή.

Δ: Το Λούνα Πάρκ κράτησε 7 χρόνια, με τον Παπαγιαννόπουλο που είχε το παράπονο τόσα χρόνια ηθοποιός και χρειάστηκε να παίξει στο Λούνα Πάρκ για να γίνει γνωστός και αγαπητός. Αυτό το καλό έχει η τηλεόραση. Ότι κάνει ανθρώπους γνωστούς από τη μια μέρα στην άλλη .

ΑΧ: Μήπως ανεβάζει και κάποιους που δεν το αξίζουν;

Δ: Αυτό συμβαίνει σε όλες τις τέχνες, σε όλα τα είδη θεάματος, πολλοί ανεβαίνουν χωρίς να το αξίζουν, γίνονται πρόσωπα της ημέρας και κάποτε τους εξανεμίζει η νύχτα.

ΑΧ: Πως βλέπετε σήμερα τα κινηματογραφικά δρώμενα;

Δ: Αυτή τη στιγμή εξακολουθεί να υπάρχει κρίση, κυριαρχεί η τηλεόραση και σε ένα μικρό κράτος είναι δύσκολο να πετύχει μια ανάπτυξη κινηματογραφική.

ΑΧ: Πιστεύω ότι ο κινηματογράφος είναι πολύ δημοφιλής στη μορφή διασκέδασης. Τι μπορεί να γίνει για να ανέβει ο ελληνικός κινηματογράφος πάλι;

Δ: Δεν είναι εύκολο γιατί αυτή τη στιγμή κυριαρχεί ο αμερικανικός κινηματογράφος γιατί είναι μια πολύ συγκροτημένη βιομηχανία με τεράστια κεφάλαια και δεν βλέπετε που παει; σβήστε την Ελλάδα. Είναι ο ιταλικός κινηματογράφος που είναι πολύ μεγάλος, με πολύ μεγάλους σκηνοθέτες, με τεράστια έργα, με στούντιο τεράστια και με κάποια εκατομμύρια θεατών. Εμείς είμαστε 10.000.000 και είναι δύσκολο να ξαναμπάσουμε τον κόσμο στις κινηματογραφικές αίθουσες. Γι’ αυτό ακριβώς όπως συμβαίνει σε κάθε κρίση θεάτρου ή κινηματογράφου μια ταινία μπορεί να μαζεύει όλα τα εισιτήρια, οι υπόλοιπες είναι καταδικασμένες όσο καλές κι αν είναι. Καταρχήν μιλάμε για τον ελληνικό κινηματογράφο που πάσχει τρομερά από σενάρια, και δεν μπορώ και δεν θέλω να κρίνω τους συναδέλφους απεναντίας έχουμε πολύ καλούς σκηνοθέτες, παιδιά με γνώση και με αίσθηση κινηματογραφική αλλά από αυτό το σημείο μέχρι το σημείο να αναπτυχθεί ο κινηματογράφος και να ξαναμπάσει τον κόσμο μέσα στις αίθουσες είναι δύσκολο. Και απ’ το κράτος πρέπει να ενισχυθεί, αλλά πως;

ΑΧ: Όμως οι κινηματογραφικές αίθουσες πιστεύω λόγω του πολυμορφικού κινηματογράφου που αρχίζει και ανθίζει αρχίζουν πάλι και γεμίζουν.

Δ: Γεμίζουν με τις μεγάλες αμερικάνικες παραγωγές οι οποίες κατορθώνουν και έχουν την εκμεθόδευση σε όλη την Ευρώπη. Έχουν τις αίθουσες, μια ελληνική ταινία δεν μπορεί να βρεί εύκολα αίθουσα για να παιχτεί και εκτός αυτού χρειάζονται τεράστια ποσά για τη διαφήμιση πράγμα που το διαθέτουν οι αμερικάνικες εταιρείες. Είναι μια τρομερά οργανωμένη βιομηχανία την οποία δύσκολα μπορούμε να ανταγωνιστούμε.

ΑΧ: Όταν λέμε κινηματογραφική τέχνη τι ακριβώς εννοούμε;

Δ: Την τέχνη των κινούμενων εικόνων.

Αχ: Ποια πιστεύετε ότι είναι η μαγεία του κινηματογράφου;

Δ: Η μαγεία είναι ότι βρίσκεσαι σε μια σκοτεινή αίθουσα μαζί με άλλους συνανθρώπους σου, όλα μεγεθύνονται και συ έχεις μια παθητικότητα μπροστά σ’ αυτές τις κινούμενες εικόνες.

ΑΧ: Η Αγλαΐα Μητροπούλου, στο βιβλίο της ”Ελληνικός κινηματογράφος” γράφει ότι η Ελλάδα δεν κατόρθωσε να αναπτύξει την βιομηχανική πλευρά του κινηματογράφου και ότι αυτό θα έπρεπε να έχει γίνει, ότι είναι απαραίτητο. Ποια είναι η άποψή σας γι΄αυτό;

Δ: Ο κινηματογράφος είναι μια τέχνη που θέλει πολλά λεφτά και εδώ τα μέσα ήταν περιορισμένα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να γίνουν και 2-3 καλές ελληνικές ταινίες όπως και έγιναν, υπήρξαν δημιουργοί στον κινηματογράφο όπως ο Μιχάλης Κακογιάννης που έκανε ταινίες οι οποίες βγήκαν στο εξωτερικό με πολύ μεγάλη επιτυχία. Αλλά μιλάμε για βιομηχανία και η κινηματογραφική βιομηχανία από ένα μικρό κράτος είναι δύσκολο να γίνει αλλά θα μου πείτε ότι και η Δανία είναι μικρό κράτος και όμως έχει σήμερα κινηματογραφία ανεπτυγμένη, αλλά άλλη η παιδεία αυτών των ανθρώπων στο Βορρά και άλλη εδώ.

ΑΧ: Εσείς τι βλέπετε, θα επιτρέψει η τηλεόραση να ανθίσει ξανά ο ελληνικός κινηματογράφος;

Δ: Αποκλείεται όπως ήταν παλιά, άλλωστε αυτή η μορφή της τέχνης δηλ των κινούμενων εικόνων δεν είναι απαραίτητο να γίνει μέσω αυτού του πράγματος που λέγεται κινηματογράφος δηλ μια αίθουσα στην οποία συναντώνται κάποιοι συνάνθρωποί μας και απολαμβάνουν τα δρώμενα πάνω σε μια οθόνη. Η τεχνολογία προχωράει και είναι πιθανόν να βλέπουμε τον κινηματογράφο μέσα από το ρόλοι μας η μέσα από το κινητό μας τηλέφωνο. Το ίδιο συμβαίνει και με τον τύπο. Οι εφημερίδες σήμερα έρχονται με το διαδίκτυο.

ΑΧ: Οι νέοι, πως έχετε ακούσει, τους αρέσουν τα μιούζικαλ τα παλιά, ο κινηματογράφος; γιατί βλέπουμε ότι παίζονται συχνά.

Δ: Ακόμα αρέσουν και εκείνο που έχει σημασία και που εξηγεί αυτή την επιτυχία αυτών των ταινιών είναι ότι έχουν μια αυτοτέλεια , αρχή, μέση και τέλος σε αντίθεση με τα σίριαλ που πρέπει να τα παρακολουθείς και να εξελίσσεται η ιστορία τους και πολλές φορές επαναλαμβάνονται τα ίδια και τα ίδια. Μια ταινία είναι κάτι ανεξάρτητο, αυτοτελές.

ΑΧ: Η καλλιτεχνική προσφορά μιας χώρας πως μπορεί να εκφραστεί και διαρκέσει και να αποδώσει πολιτιστικά και βιομηχανικά;

Δ: Είναι θέμα παιδείας, από εκεί ξεκινούν όλα.

ΑΧ: Τι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει για το θέμα της παιδείας;

Δ: Αυτό δεν μπορώ να το πω εγώ, ας δώσουν περισσότερη προσοχή, ας γίνουν διακομματικές επιτροπές να το εξετάσουν, να μην υπερλειτουργούν έτσι μόνο, κάθε λίγο και λιγάκι αλλάζει το πρόγραμμα της παιδείας με κάθε υπουργό. Πρέπει να βάλουν κάποια μέτρα και να εδραιωθεί ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα που να είναι αποδεκτό από όλους.

ΑΧ: Το ενδιαφέρον του κράτους πως το βλέπετε όσον αφορά τον πολιτισμό;

Δ: Το κράτος δεν ξέρει που να πρωτοβάλει τα κεφάλαια, ποιόν να χρηματοδοτήσει, την υγεία, την κυβερνητική πρόνοια γενικότερα, το τελευταίο ποτήρι που μένει είναι για τον πολιτισμό.

Αχ: Το μέλλον του ελληνικού κινηματογράφου ποιο μπορεί να είναι;

Δ: Η κατάσταση αυτή έτσι θα σέρνεται και θα υπάρχουν και κατά καιρούς κάποιες εξαιρέσεις, κάποιες ταινίες θα είναι όπως φέτος που όλα τα εισιτήρια πάνε στις Νύφες, όπως πέρσι που πήγαιναν στην Πολίτικη κουζίνα κ.λ.π.

ΑΧ: Μια πόλη η οποία γίνεται πολιτιστική πρωτεύουσα τι ενέργειες πιστεύετε ότι πρέπει να γίνουν σε μια τέτοια εκδήλωση ώστε η πόλη αυτή να αναπτυχθεί;

Δ: Για να αναπτυχθεί μια πόλη χρειάζεται γενικότερη υποδομή. Παράδειγμα στη Θεσσαλονίκη ξοδεύονται κάποια χρήματα, ευτυχώς έμειναν κάποια θέατρα , προετοιμάστηκαν, και αυτό είναι το κέρδος και μιλάμε για μια πόλη πολύ μεγάλη και με ένα κέντρο το οποίο θα μπορούσε να είναι Βαλκανικό.

ΑΧ: Πάντως γίνονται πολλές εκδηλώσεις στη Θεσσαλονίκη.

Δ: Αλίμονο αν δεν γινόταν και τίποτα. Η Θεσσαλονίκη υπήρξε πάντα η δεύτερη πόλη και η γεωγραφική της θέση είναι αυτή που την κάνει σπουδαία και ήταν και πνευματικό κέντρο και πολιτιστικό.

ΑΧ: Ποιοι είναι οι μελλοντικοί σας στόχοι;

Δ: Να ξαναγυρίσω μια ταινία όπως την θέλω εγώ, όχι με περιορισμένα μέσα, γιατί πάντοτε είχαμε ένα σκληρό κοστολόγιο για τον σκηνοθέτη, δεν ήταν και για την εποχή την καλή του κινηματογράφου, τα μέσα μας ήταν περιορισμένα, οικονομικά τουλάχιστον. Κάποτε θα ήθελα να ξεφύγω από αυτό το άγχος της οικονομίας και να γυρίσω μια ταινία έτσι όπως την ονειρεύτηκα, όχι σπαταλώντας χρήματα αλλά με οικονομική άνεση.