Η συγγραφέας Άννα Λύκου απαντά στις 10+1 Ερωτήσεις που της θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου της παιδικού διηγήματος “Κομιλφό – Ώρα Μηδέν”.
1.Κυκλοφόρησε το παιδικό διήγημά σας «Κομιλφό ‒ Ώρα Μηδέν» από τις εκδόσεις Άνω Τελεία. Πώς θα το περιγράφατε συνοπτικά;
Το «Κομιλφό ‒ Ώρα Μηδέν» είναι μια περιπέτεια που ξεκινά με μια πόλη υπέρ το δέον τακτοποιημένη. Τόσο, που η ακαταστασία θεωρείται σχεδόν έγκλημα. Ώσπου τρία παιδιά αποφασίζουν να αμφισβητήσουν την υπερβολική πειθαρχία.
Είναι μια ιστορία που μιλά για τη σημασία του να είσαι ο εαυτός σου· να μη χωράς απαραίτητα σε κουτάκια, ειδικά όταν αυτά είναι σχεδιασμένα μεθοδικά με χάρακα.
2. Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο; Τι συμβολίζει;
«Κομιλφό» είναι το σύμπαν της υπερβολικής ευπρέπειας. Η «Ώρα Μηδέν» είναι η στιγμή που εμφανίζεται το πρώτο «μη κομιλφό» χαμόγελο.
3. Περιγράψτε μας τους βασικούς ήρωες, τα κίνητρα και τους στόχους τους;
Οι τρεις βασικοί ήρωες είναι ο Τακ, η Άουερ και ο Γουίκ – παιδιά που ασφυκτιούν λόγω της υπέρμετρα «κομιλφό» κανονικότητας της πόλης τους.
Το κίνητρό τους είναι απλό αλλά ουσιώδες: θέλουν να νιώσουν ο εαυτός τους, χωρίς να χρειάζεται να πάρουν άδεια γι’ αυτό. Έτσι απαιτούν χώρο. Χώρο να είναι λίγο ακατάστατοι, λίγο αυθόρμητοι. Και τελικά, ίσως αυτό αποτελεί την πιο γενναία πράξη σε μια κοινωνία γεμάτη πρέπει.
4. Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό, στην εποχή μας;
Και τα δύο. Ο ρεαλισμός σου λέει να μαζέψεις το δωμάτιο, την ίδια στιγμή που ο ρομαντισμός σου φυτεύει την ιδέα να φτιάξεις κάστρο με τα πεταμένα ρούχα.
Πιστεύω στον ρεαλισμό που αφήνει χώρο για κάστρα. Ζούμε σε μια εποχή που όλα πρέπει να γίνονται γρήγορα και αποδοτικά, αλλά αν χάσουμε τον ρομαντισμό, δηλαδή την πίστη ότι κάτι αξίζει να γίνει απλώς και μόνο επειδή είναι όμορφο και μας προσφέρει ευχαρίστηση, τότε χάνουμε τον αυθορμητισμό, τη φαντασία και εντέλει την παιδική μας πλευρά. Αυτό προσπαθώ να πω και στο «Κομιλφό»: Η τάξη είναι χρήσιμη, μα χωρίς λίγη ακαταστασία και ένα «γιατί όχι;», ο κόσμος γίνεται ασφυκτικός.
5. Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης;
Σίγουρα μια καλή δικαιολογία για να χαλαρώσει λίγο τους ρυθμούς του και πιθανότατα μια έντονη επιθυμία για… κο-μιλφέιγ.
6. Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Δεν ξέρω γιατί άρχισα να γράφω. Ίσως επειδή κάποια στιγμή γέμισα λέξεις και κάτι έπρεπε να κάνω μ’ αυτές. Να μπουν σε μια σειρά.
7. Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;
Η λογοτεχνία είναι το παράθυρο και ο καθρέφτης μας ταυτόχρονα.
8. Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λογοτεχνία λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο;
Επειδή έχουμε τόσο καλές ιστορίες γύρω μας, που δεν απομένει χρόνος για τις γραμμένες. Η ζωή εδώ άλλωστε είναι από μόνη της μια συνεχής περιπέτεια.
9. Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στην ψηφιακή εποχή μας;
Στην ψηφιακή εποχή το βιβλίο αποτελεί μια ήσυχη μορφή αντίστασης στην ταχύτητα και την επιφανειακότητα (ο κορέκτορας ενίσταται).
10. Ένας μήνας «καραντίνα». Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;
Είναι σίγουρο ότι θα ’θελα μαζί μου βιβλία (δεν ξέρω αν θα ’ταν πέντε και ποια δυστυχώς αυτή τη στιγμή), μα είναι ακόμα πιο βέβαιο ότι δεν θα ’θελα σε καμία περίπτωση κανενός είδους καραντίνα ξανά.
11. Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;
Μοιραία, στην τύχη.
Ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο, τον χώρο και τη φιλοξενία!