Γράφει η Ιωάννα Σταθοπούλου, Συγγραφέας
Η ποιητική συλλογή της Ευαγγελίας Ζηνέλη «Εκεί που σαλεύει η επιθυμία», Εκδόσεις Ενύπνιο, αποτελεί μια ευαίσθητη καταβύθιση στον εσωτερικό κόσμο της ψυχής, εκεί όπου η μνήμη, η απώλεια, ο έρωτας και η προσδοκία πλέκονται σε μια αέναη συνομιλία. Πρόκειται για μια γραφή που αναζητά τον βαθύ παλμό της ανθρώπινης ύπαρξης, υπερβαίνοντας τη ρεαλιστική επιφάνεια των πραγμάτων για να αναδείξει το μυστικό τοπίο των συναισθημάτων. Ένα τοπίο απαλό, ρευστό, συχνά σκοτεινό, αλλά και λαμπερό.
Ο ποιητικός λόγος υφαίνεται με εικόνες που αναδύονται από τη φύση. Θάλασσες που αγκαλιάζουν τη νοσταλγία, γοργόνες που κουβαλούν την ελπίδα, άνεμοι που φέρνουν ειδήσεις από έναν άλλο, ίσως πιο τρυφερό κόσμο. Το υγρό στοιχείο κυριαρχεί ως μόνιμο σύμβολο ρευστότητας και μεταμόρφωσης. Τα κύματα της θάλασσας λειτουργούν ως φορείς μνήμης, σκέψεων και λήθης. Μέσα στο ίδιο στοιχείο, άλλοτε ξεπλένονται οι πληγές και άλλοτε βαθαίνει ο πόνος.
Η συλλογή ακροβατεί ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, στήνοντας γέφυρες που οδηγούν από το ορατό στο αόρατο.
Η ποιήτρια δεν φοβάται να αφήσει τον λόγο της να κυλήσει σαν ποταμός, να γίνει ρυθμός και ψίθυρος. Το βλέμμα της, τρυφερό και παρατηρητικό, συλλαμβάνει τις αδιόρατες κινήσεις του ψυχικού κόσμου.
Σε πολλά ποιήματα συναντά κανείς μια ιδιότυπη συνομιλία με την απουσία η οποία λειτουργεί ως κινητήρια δύναμη που ωθεί τον ποιητικό εαυτό να στραφεί βαθύτερα προς τον εσωτερικό του κόσμο και να αναζητήσει εκεί απαντήσεις. Η επιθυμία που παραμένει ανεκπλήρωτη αποκτά ένα βάρος που γεννά μια ποίηση όλο συναίσθημα.
Η γλώσσα είναι καθαρή, άμεση και μετρημένη.
Δεν διακρίνεται από υπερβολικό λεκτικό φορτίο επιδιώκοντας την ισορροπία και επιτρέποντας στις εικόνες να μιλήσουν μόνες τους. Πίσω από τις φαινομενικά απλές λέξεις κρύβεται ένας κόσμος βαθύς, γεμάτος υπαινιγμούς και σύμβολα. Κάπως έτσι ένα χρυσόψαρο μετατρέπεται σε καθρέφτη της ύπαρξης, μια παπαρούνα σε κραυγή φόβου, ένα κοχύλι σε απόηχο παιδικότητας.
Ο χρόνος κυλάει αργά μέσα στους στίχους. Σαν να αναμετριέται η ποιήτρια με κάθε λέξη και να προσπαθεί να καθυστερήσει τη φθορά. Αυτό το σταμάτημα του χρόνου δημιουργεί ατμόσφαιρα στοχαστική, σχεδόν τελετουργική. Ο αναγνώστης δεν καλείται απλώς να διαβάσει τα ποιήματα, αλλά να σταθεί, να αφουγκραστεί, να αναπνεύσει μέσα τους.
Σε κάποια έργα η Ζηνέλη αγγίζει θέματα ψυχικής ευθραυστότητας.
Η παρουσία των «ψυχιάτρων», μιας «διάγνωσης» ή ενός «παραληρήματος» δεν λειτουργεί δραματικά αλλά ανθρώπινα. Δείχνει την ανάγκη να κατανοήσουμε το χάος εντός μας, να το μεταπλάσουμε σε νόημα. Η γραφή αποδεικνύεται ως καταφύγιο. Ένας τόπος ανακούφισης και στοχασμού. Η Ζηνέλη δεν αποφεύγει τον πόνο, αλλά τον κοιτά κατάματα, αναγνωρίζοντας τη θέση του μέσα στο βίωμα.
Επιπλέον, η συνεχής διαπραγμάτευση με τη μνήμη και την απουσία δεν γίνεται ποτέ με πικρία. Ακόμη κι όταν ο κόσμος φαίνεται σκοτεινός, μέσα από τις λέξεις φωτίζεται η δυνατότητα της ελπίδας.
Υπάρχει επίσης μια έντονη διακειμενικότητα με τη θάλασσα ως συμβολικό πλαίσιο.
Τα πλοία, τα πανιά, οι καπεταναίοι, οι ακτές, η άμμος, τα κύματα, οι γοργόνες επαναλαμβάνονται σαν μοτίβα-άγκυρες που κρατούν τη συλλογή ενωμένη. Η θάλασσα γίνεται εδώ και χώρος διαφυγής και επιστροφής.
Η συλλογή συχνά ακουμπά σε μια παιδική λεπτότητα, σε μια αίσθηση πρώτης ματιάς στα πράγματα, σαν να προσπαθεί η ποιήτρια να αποτυπώσει την αθωότητα και την αγνότητα πριν από την αλλοίωση της ενηλικίωσης.
Εν κατακλείδι, η Ευαγγελία Ζηνέλη μέσα από τους στίχους της αφήνει στον αναγνώστη ένα ίχνος γλυκιάς μελαγχολίας και ταυτόχρονα μια διακριτική ελπίδα. Μια αίσθηση πως, παρά τη ρευστότητα της ζωής, υπάρχει πάντα κάτι που παραμένει.