Γράφει ο Γιώργος – Νεκτάριος Παναγιωτίδης, συγγραφέας
Το βιβλίο αυτό μου το εμπιστεύτηκε ένας φίλος καλός και ακραιφνώς λόγιος και πολυδιαβασμένος, για να το διαβάσω, με την υποσημείωση ότι είναι στο 10% των καλύτερων βιβλίων που έχει διαβάσει ποτέ. Κλείνοντάς το, χωρίς προσωπικά να το τοποθετώ τόσο ψηλά, δικαίωσα την κρίση του.
Ας μιλήσουμε καταρχάς για το είδος που ανήκει.
Είναι βασικά ένας νεωτερισμός: θεωρείται από τα “κλασικά” docrimentaries, δηλαδή αφηγήσεις που αφορούν σκέψεις δολοφόνων (ή/και θυμάτων), πριν, κατά τη διάρκεια ή και μετά το έγκλημα.
Μερικές φορές, οι σκέψεις αυτές αποκτούν ύφος χοντροκομμένο και πάντως έχουν ένα εντονότατα ψυχογραφικό χαρακτήρα. Σε αυτό το πεδίο, διέπρεψε ο Φραντς Κάφκα, ενώ στις μέρες μας θυμηθήκαμε το μεγάλο Σκιαθίτη –τον οποίο ο Σαράντος Καργάκος θεωρούσε μεγαλύτερο ψυχογράφο του Κάφκα- με τη φοβερή «Φόνισσά» του.
Ο Max Aub ήταν ένας Γερμανογάλλος που έγινε Ισπανομεξικανός, μετά τη μετακόμιση των γονιών του στη Βαλένθια τo 1914 και στο Μεξικό το 1942. Ο Aub έχει μια πρόθεση σκοτεινά παιγνιώδη: έτσι, μας λέει στην Εισαγωγή ότι είναι ο ίδιος που περισυνέλεξε τα κείμενα αυτά από συνομιλίες με ανθρώπους δύο ηπείρων και με έμφαση στη Λατινική Αμερική. Το πράγμα βέβαια… ζέχνει από μακριά μυθοπλασία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ζωή δε γράφει παρόμοιες ιστορίες.
Οι περισσότερες από τις σύντομες αυτές ιστορίες, που σε ποσότητα κυμαίνονται από λίγες λέξεις μέχρι και αρκετές παραγράφους, υπογραμμίζουν και φωτίζουν από διάφορες γωνίες την ανθρώπινη κακία και βλακεία.
Εάν κανείς νομίζει ότι μόνο στη σημερινή Αθήνα οι άνθρωποι είναι ευερέθιστοι και ευέξαπτοι, τότε πρέπει να διαβάσει το βιβλίο του Aub, όπου το κίνητρο του εγκλήματος φωτίζει τραγικά τη φτήνια που έχει εκπέσει η ίδια η ανθρώπινη ζωή ή, έστω, την έλλειψη αυτοελέγχου και της επικυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στις επιθυμίες και παρορμήσεις του. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε ότι το Μεξικό είναι από τις χώρες που εμφανίζουν γενικά υψηλότερα επίπεδα ανθρωποκτονιών ακόμα και από τις (κορυφαίες) Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι γεγονός επίσης ότι ορισμένες από τις σύντομες αυτές αφηγήσεις έχουν πραγματικά σπαρταριστό μαύρο χιούμορ. Μπορούμε να φανταστούμε το συγγραφέα μας να χαμογελάει όσο γράφει αυτές τις αράδες με τρόπο σκαμπρόζικο.
Γενικά, οι «Παραδειγματικοί φόνοι», από τις εκδόσεις Άγρα, ίναι ένα βιβλίο που θα άξιζε να παραμείνει διαχρονικό.
Έχει διαρκή αναφορά στα ανθρώπινα πάθη με τη χειρότερή τους έννοια- όπως αυτά εμφανίζονται σε θύτες, αλλά ακόμη και στα θύματα. Η ανάγνωσή του πραγματικά θα μας έκανε καλό, αφού θα μας έδειχνε τους σύγχρονους εαυτούς μας μέσα από τη διαύγεια της ευαισθησίας του Aub και το κατάντημά τους, μέσα από ένα τρομακτικό: «τι θα συνέβαινε, εάν…» Την κατεύθυνση που μας ωθεί ο λογισμός μας, καθώς επίσης και το σολιψισμό που οδηγεί τον άνθρωπο το σύγχρονο κοινωνικό σύστημα και η συντριπτική τάση του εξαστισμού, βέβαια χωρίς… ακονισμένα νυχάκια και με μια γερή δόση αιματοχυσίας.
Απόσπασμα:
“Σκοτώνετε, σκοτώνετε ανελέητα, αν θέλετε να προχωράτε, ν’ ανοίγετε δρόμο, να μην κουράζεστε. Ένα πτώμα, έστω και ζεστό, είναι μια χαρά σκαλοπατάκι, για ν’ ανέβετε λίγο ψηλότερα” (σελ. 44-45)