Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, συγγραφέας
“Ο Τάσος πέθανε”. Μια ολιγόλογη υπενθύμιση του φυσικού τέλους. Ένα άρθρο κι ένα όνομα να θυμίζουν την ταυτότητα, το αποτύπωμα, τις μυρωδιές και τις γεύσεις, τις εμπειρίες που μας αφήνει κληρονομιά, αιώνια χαρά και βάσανο μαζί, το φευγιό ενός αγαπημένου που έρχεται να επικυρώσει το μοναδικό ρήμα που δεν επιδέχεται ερμηνευτικής αμφισβήτησης.
Η Γεωργία Δρακάκη ονομάζει αυτό το βιβλίο της, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κάκτος, έναν αντιεπιτάφιο. Κι όντως, η γραφή της κάτι ανάμεσά σε ελεύθερο ποιητικό λόγο και χορικό σύγχρονης τραγωδίας, δεν αποτελεί έναν άτυπο επικήδειο στον αγαπημένο της Τάσο Γκόβα.
Μέσα από τον άλλοτε ευθύ και σαφή, άλλοτε σουρεαλιστικό και ανεπιτήδευτο λόγο της μοιράζεται μαζί μας στιγμές απόλυτης ζωής, μας υπενθυμίζει όσα παριστάνουμε ότι ξεχνάμε,
την ασημαντότητα και την απολυτότητα μας, το μεγαλείο και την αυτοαναίρεση μας, το δημιουργικό κι αυτοκαταστροφικό μας δίπολο. Η ζωή που υπάρχει με την επίγνωση του θανάτου και θρέφεται από την ανασφάλεια ή το σθένος απέναντι του.
Η μνήμη, ο πόνος η απώλεια, ο φόβος. Όσα κερδίσαμε κι όσα χάσαμε, όσα θελήσαμε κι όσα αμελήσαμε. Ο Τάσος πέθανε, κι η πληγή της βίαιης αποκοπής σε μαστιγώνει αλλά σε βγάζει και πιο δυνατό, πιο δοξαστικό απέναντι στο καθημερινό θαύμα, που θα συνεχίσει να επαναλαμβάνεται και να τονώνεται με το δάκρυ του χαμού και το χαμόγελο της ανάγκης που γίνεται τροφή για το αύριο.
Η Δρακάκη γράφει, με την καθαρότητα και την ειλικρίνεια που τη διακρίνουν, για όλα όσα αξίζουν να ειπωθούν για τη μηδαμινότητα και το μεγαλείο της ζωής που εμπεριέχει τον θάνατο σαν σπόρο επαγρύπνισης. Ποτίστε τον με νου και ψυχή, πριν να είναι αργά. Πριν ο θάνατος έρθει ως λύτρωση.