/Βιβλιοκριτική: Ο χορταριασμένος δρόμος (Ανν Ενράιτ)

Βιβλιοκριτική: Ο χορταριασμένος δρόμος (Ανν Ενράιτ)

Γράφει ο Πέτρος Χατζησωτηρίου, φαρμακοποιός – κριτικός λογοτεχνίας

Πρόκειται για το δεύτερο βιβλίο της Ενράιτ που κερδίζει το Βραβείο Ιρλανδικού Μυθιστορήματος μετά το «Η Συγκέντρωση» απ’ το οποίο δανείζεται μάλιστα το στυλ και τη δομή. 

Βασικά πρόσωπα της πλοκής είναι η μητέρα μιας τυπικής, δυσλειτουργικής όπως θ’ αποδειχθεί όμως Ιρλανδικής οικογένειας και τα τέσσερα παιδιά της.

Ο πατέρας έχει πεθάνει. Όλοι οι χαρακτήρες έχουν επιλεγεί με γνώμονα το ρεαλισμό κι είναι άνθρωποι που περιμένουμε να ζουν στη διπλανή μας πόρτα. Εξαίρεση ίσως αποτελεί ο ένας γιος που προοριζόταν να γίνει κληρικός αλλά μόλις ενηλικιώνεται αποκαλύπτει, ή μάλλον περισσότερο αποδέχεται αυτό που όλοι πια είχαν καταλάβει ότι είναι ομοφυλόφιλος, χαρακτήρας ο οποίος μάλλον επιλέχθηκε για να δώσει την ευκαιρία στη συγγραφέα να ρίξει τα βέλη της στον Καθολικισμό και το ρόλο που ασκούσε στις ζωές των Ιρλανδών. 

Ο χορταριασμένος δρόμος του τίτλου είναι δρόμος έξω από το σπίτι μέσα στο οποίο μεγάλωσαν τα τέσσερα αδέρφια και στον οποίο έκανε την καθημερινή της βόλτα η μητέρα τους. Αφού παρακολουθήσουμε τις ζωές του καθενός απ’ τα τέσσερα αδέρφια σε ξεχωριστά κεφάλαια το κέντρο βάρους του βιβλίου σύντομα θα μετατοπιστεί και πάλι το σπίτι που η μητέρα τους διαμηνύει ότι θα πουλήσει. Όπως αναμενόταν μια τελευταία συνάντηση όλων με αφορμή τα Χριστούγεννα θα φέρει στην επιφάνεια κρυφές και μύχιες σκέψεις που πλέον κρίνεται ότι πρέπει να ακουστούν δυνατά, εντάσεις, νεύρα και οδυνηρές αποκαλύψεις. Ο χορταριασμένος δρόμος, το ορόσημο της παιδικής τους ηλικίας, αποκτάει καινούριο νόημα και λίγο έλλειψε να χαράξει τις ζωές τους για πάντα αν η μητέρα τους που τον ακολούθησε με σκοπό να πέσει από τα βράχια είχε καταφέρει να πραγματοποιήσει το σχέδιό της.

Παρατηρούμε ότι ούτε το θέμα της Ενράιτ είναι πρωτότυπο, ούτε η πλοκή υπόσχεται κάτι ενδιαφέρον.

Ωστόσο θα πρέπει να πούμε ότι αποτελεί ένα εξαιρετικό ψυχογράφημα των ανθρώπων της σύγχρονης εποχής.

Το θέμα της εξουσίας που ασκεί η Εκκλησία στη ζωή των ανθρώπων, το θέμα των εύθραυστων ισορροπιών μέσα στην οικογένεια, το θέμα του οίκτου και της συμπόνιας καθώς και το θέμα της ματαίωσης των παιδικών ονείρων απ’ τη σκληρή πραγματικότητα απασχόλησαν σοβαρά τη συγγραφέα κι ο τρόπος που αποδίδονται στο αναγνώστη προς αναστοχασμό πάνω σε αυτά μέσα από την ιστορία είναι πράγματι απολαυστικός. 

Σε αντίστοιχες απόπειρες σκιαγράφησης σύγχρονων χαρακτήρων, που έχουν επιχειρήσει πραγματικά πολλοί συγγραφείς, ο κίνδυνος που ελλοχεύει είναι να πέσει ο συγγραφέας στο διδακτισμό, στην ηθικοπλασία ή στη στηλίτευση προσώπων και θεσμών εκκινώντας συχνά από τις αρχές του ή την ιδεολογία του. Εδώ όμως δε συμβαίνει κάτι τέτοιο. Η Ενράιτ περιγράφει χωρίς υπερβολές ή περιττές γλαφυρότητες, διεισδύει με προσοχή στον ψυχισμό του κάθε χαρακτήρα και κάθε λεπτομέρεια νοηματοδοτείται διαφορετικά ανάλογα με το ενδιαφέρον που θα προσελκύσει από τον κάθε αναγνώστη. Για παράδειγμα ο δρόμος έξω από το σπίτι χορτάριασε όχι για να δηλώσει την ολοένα και μικρότερη χρήση του αλλά ίσως για να υπαινιχθεί ότι οι ζωές των ενοίκων του σπιτιού πλέον δεν κυλάνε (κατά τη γνωστή παροιμία όπου πέτρες που κυλάνε δεν χορταριάζουν). Ο προσεκτικός αναγνώστης θα παρατηρήσει ότι χωρίς την υφέρπουσα ειρωνεία του Τόιμπιν ή την λιτή και κοφτερή πρόζα του Μπάνβιλ (άλλα σύγχρονα της Ενράιτ μεγάλα συγγραφικά μεγέθη της Ιρλανδίας) η συγγραφέας καταφέρνει να δώσει στον αναγνώστη της ένα όμορφο και ζωογόνο ταξίδι στα εσώτερα της ψυχής  των χαρακτήρων της και μ’ αυτό μια αξέχαστη αναγνωστική εμπειρία. 

Η τελευταία φράση του βιβλίου : «Έπρεπε να προσέχω περισσότερο όσα συμβαίνουν» και τη στιγμή που συμβαίνουν θα προσθέταμε, συμπυκνώνει το κίνητρο της συγγραφέως να μας χαρίσει αυτό το ταξίδι και ταυτόχρονα ένα δίδαγμα. Ότι περιλαμβάνεται από το πρώτο ως το δεύτερο είναι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα που αξίζει να ανακαλύψετε.

 

4,0/5,0