Γράφει ο Δημήτρης Βασιλειάδης
Ο Πασκάλ έλεγε -κι εγώ εκφράζομαι απόλυτα μέσα απ’ αυτό- πως, ‘’…την ποίηση, όπως τον Θεό, με την καρδιά την προσεγγίζουμε’’. Όντως, έτσι είναι. Να μην επιτρέπουμε στο μυαλό ν΄ ανακατεύεται σ΄ αυτήν την υπόθεση (ποίηση). Κι αυτό κυρίως γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος, η απόλαυση ενός ποιήματος, ή ενός έργου τέχνης γενικότερα, να γίνει αντικείμενο λογικών επεξεργασιών, πράγμα καταστροφικό σε τελική ανάλυση, αφού κάτι τέτοιο θα αποξήρανε την φρεσκάδα και την ζωντάνια του. Είναι αυτό το συνήθειο μας να προσπαθούμε ντε και καλά να βρούμε, ‘’τι θέλει να μας πει ο ποιητής’’. ‘’Όχι κύριε… δεν ίσον τίποτε. Κείνο που είχε να μας πει ο ποιητής μας το είπε, να είστε βέβαιος’’ μας λέει ο Μπρετόν. ‘’…κάθε εξήγηση ποιήματος είναι, μου φαίνεται, εξωφρενική’’ μας λέει ο Σεφέρης (Δοκιμές Β΄ τόμος σελ. 30-37, 53-54). Παρ΄ όλα αυτά θα ΄ρθει κι η σειρά της σκέψης, γιατί αυτή είναι απαραίτητη στην μορφοποίηση των συναισθημάτων που δημιουργούνται απ΄ την απόλαυση ενός ποιήματος και την τελική τους έκφραση μέσω της γλώσσας. Πρώτα-πρώτα στη ποίηση λοιπόν η καρδιά -γιατί η καρδιά είναι πιασμένη χέρι-χέρι με την ελευθερία που είναι προϋπόθεση της απόλαυσης- και μετά η σκέψη, κι αυτή, μόνο γι’ αυτό που πριν αναφέρθηκε.
Πριν λίγο καιρό έπεσε στα χέρια μου, η ποιητική συλλογή ‘’Κατ΄ αρχήν δεν σε ξέχασα’’, της Νικόλ Κουρομιχελάκη. Λόγοι προσωπικοί δεν μου επέτρεψαν να τη διαβάσω αμέσως. Αλλά ας είναι. Την διάβασα αυτές τις μέρες και αποζημιώθηκα γι αυτήν την καθυστέρηση, την χάρηκα πολύ. Γι αυτό και σκέφτηκα να αποτυπώσω κάποιες σκέψεις και εντυπώσεις μου γι αυτήν, μέσα απ΄ αυτές τις αράδες.
Η ποίηση αυτής της συλλογής είναι αισθαντική,… μα πολύ αισθαντική, που ακόμα κι όταν δεν είναι, είναι.
Αυτό, οφείλεται, τόσο στον πληθωρικό λυρισμό της, που την διατρέχει απ΄ την αρχή ως το τέλος, όσο και στη στάση ζωής της ποιήτριας, όπως αυτή σκιαγραφείται στα ποιήματα. Όμως ας βάλουμε τα πράματα σε μια σειρά.
Αναλύοντας το ποιητικό ύφος του Διον. Σολωμού, στο υπέροχο δοκίμιό του ‘’ένας ορισμός για το ύφος’’, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, που υπήρξε ένας απ΄ τους δάσκαλούς μου για το πώς να στέκομαι μπροστά σ΄ ένα έργο λογοτεχνίας, λέει: ‘’Η ποίηση για τον Σολωμό, λοιπόν, αποβλέπει στην κατάχτηση της αλήθειας, μέσα από ένα αδιαίρετο συνολικό αποτέλεσμα, καμωμένο από σκέψη (σημ. δική μου: ως σκέψη ερμηνεύω τη στάση, τη θέση ζωής, την άποψη για τον κόσμο που καθορίζει τη πορεία μας), φαντασία, αίσθημα και γλώσσα’’. Αυτό, αν το καλοσκεφτείς, είναι και η πεμπτουσία της ποίησης καθώς σ΄ αυτό συμφωνεί με τον τρόπο του κι ο Σεφέρης,… ‘’ … Τα εκφραστικά μου μέσα, τη γλώσσα μου, τη μυθολογία μου (σκέψη και φαντασία), το ψυχικό μου κόσμο (αίσθημα), με μια λέξη όλα τα συγκεκριμένα δεδομένα που αποτελούν την υπόστασή μου και που αν δεν τα δουλέψω και τα ξεκαθαρίσω, ξέρω ότι δεν θα μπορέσω να εκφράσω τίποτα εγώ’’.
Θα προσπαθήσω λοιπόν να ψηλαφίσω την ποίηση της Νικόλ Κουρομιχελάκη με όπλα τον μέγα σκοπό της ποίησης, που είναι η αναζήτηση της αλήθειας, και τα εκφραστικά μέσα αυτού του αγώνα που είναι η σκέψη, η φαντασία, το αίσθημα κι η γλώσσα.
Η μεγαλύτερη αλήθεια της αλήθειας, πρώτα-πρώτα, είναι η εντιμότητα και η γενναιότητα του ποιητή να σου αποκαλύπτεται χωρίς να φοβάται, αλλά κυρίως εσύ, ο αναγνώστης, να το αισθάνεσαι.
Δέστε τι γράφει για τη ποίηση στο ποίημά της «Η Ποίηση»…
‘’Η ποίηση είναι η ακαταπόνητη λαχτάρα για ζωή
ενώ σε λειαίνει το σκληρό τοπίο του βράχου’’, (είναι η ποίηση που…)
‘’Σα μια μάνα που χαϊδεύει το παιδί της, σου κοιμίζει την
ανάγκη που βγαίνει απ΄ το στόμα σου.
Την ανάγκη να παλέψεις τον πόνο με τα τεντωμένα
από άγχος χέρια.’’
Να λοιπόν η αλήθεια που αναζητά και που κινητοποιεί την Νικόλ Κουρομιχελάκη και καθορίζει το πώς βλέπει τη ζωή,… ‘’η ακαταπόνητη λαχτάρα για ζωή’’. Την αλήθεια, η μοντέρνα ποίηση, την αναζητά, όταν ο ποιητής διαχέεται από ‘’έξω’’ προς τα ‘’μέσα’’, όταν κάνει αυτό που έλεγε ο μέγας Ηράκλειτος: ‘’εδιζησάμιν εμεωυτόν’’ δηλ. ‘’ένδον σκάπτε’’ κατά τους Στωϊκούς, δηλαδή με λίγα λόγια ‘’ψάξ΄ την αλήθεια μέσα σου’’.
‘’Στην τωρινή ποίηση η πεμπτουσία… είναι η έκφραση της προσωπικότητας… (σ΄ αυτήν) Ζητάμε απ΄ την καρδιά να υπακούει στις εντυπώσεις που γεννούν τα πράματα…’’ λέει ο Ζήσ. Λορεντζάτος. Δηλαδή όπως έλεγε ο Ελύτης,… ‘’Δεν είναι ο ποιητής όπως διαμορφώνεται μέσα στον κόσμο, είναι ο κόσμος όπως διαμορφώνεται μέσα στον ποιητή’’ ή ο Σεφέρης,… ‘’ο στερνός σκοπός του ποιητή δεν είναι να περιγράφει τα πράματα αλλά να τα δημιουργεί ονομάζοντάς τα, είναι νομίζω και η πιο μεγάλη χαρά του’’.
Να λοιπόν κι ο τρόπος που κάνει ποίηση η Νικόλ Κουρομιχελάκη. Δέστε εδώ τα εκφραστικά εργαλεία αυτού του αγώνα, τη φαντασία δηλαδή, τη σκέψη, το αίσθημα και τη γλώσσα πως ξεδιπλώνονται στους στίχους της. Δέστε πως ‘’δημιουργεί τα πράματα’’ και ‘’τα ονομάζει’’, πως ‘’διαμορφώνει μέσα της τον κόσμο’’,…
‘’Το τίποτα, η απώλεια της ζωής δεν είναι ο θάνατος
είναι η φθήνια μιας ανέραστης ζωής’’ (ποίημ. ‘’Αγάπη’’),
‘’δεν είναι ευθυνοφοβία η επιλογή, αν έτσι σας έμαθαν,
είναι η δεύτερη φύση σας’’ (ποίημ. ‘’Απόγειο’’).
Είναι η ‘’ακαταπόνητη λαχτάρα’’ της ‘’για ζωή’’ που διαμορφώνει τη σκέψη της όπως φαίνεται στους παρακάτω στίχους:
‘’Είναι πολύ σημαντικό να χτίσεις τον κόσμο που θα ζήσεις
ξεπερνώντας τον κόσμο που σε γέννησε’’ (ποίημ. ‘’Απόγειο’’)
ή
‘’φεύγει ο χρόνος και αυτή η βιασύνη μπορεί να
αποκαλύψει τραγικές υποθέσεις’’ (ποίημ. ‘’Νύχτα’’ Οκτώβρη)
ή
‘’Μην είσαι αλύγιστος και παγωμένος, πόσο θέλεις
για να καταλάβεις ότι ο κόσμος
Αλλάζει και ανασαίνει φριχτά κάτω από τα ζεστά κασκόλ
για το κρύο που του φοράνε’’ (ποίημ. ‘’Κρατάω’’).
Η ποίησή της είναι πλημμυρισμένη από φαντασία και έρωτα (αίσθημα) όπως φαίνεται από στίχους όπως,
‘’Συνεχίζω και ας κρατάω μόνο τα φωνήεντα
Απ΄ όλες τις γλώσσες που μιλήσαμε’’ (ποίημ. ‘’Για σένα’’)
ή
‘’Με κάνεις να χαμογελώ στην αντανάκλαση
του εαυτού μου και να πετώ
είσαι η ροπή μου’’ (ποίημ. ‘’Πέρα από κάθε χρόνο’’)
ή
‘’Κι εγώ μ΄ ένα μισερό και απορημένο χαμόγελο
να κυνηγώ ένα ίσως, ένα αστείο, ένα μπορεί
Κάπου ανάμεσα στα περιτυλίγματα, συνέλεξα την ψυχή μου’’ (ποίημ. ‘’Το δώρο’’)
Έχω ένα συνήθειο –μοιάζει με διαστροφή πιο πολύ- κι αυτό είναι ότι, πριν να διαβάσω ένα ποίημα σαν ενιαίο σώμα να το διαβάζω πρώτα λέξη-λέξη, στίχο-στίχο. Κι αυτό γιατί κάθε λέξη αρμονικά βαλμένη σ΄ έναν στίχο, κάθε στίχος καλά βαλμένος στο ποίημα, είναι από μόνα τους ποιήματα. Αυτό σημαίνει ότι ο ποιητής έχει την ικανότητα να διαβλέπει με ακρίβεια τη χρήση μιας λέξης. Την δυνατότητά της να φανερώσει αυτό που θέλει να πει. ‘’Γύρω από την λέξη την κοινή, την χιλιοειπωμένη, που μεταχειρίζεται ένας ποιητής, υπάρχει πάντα ένα ιδιαίτερο συναισθηματικό στεφάνι. Αυτό είναι το βάρος της. Και η μουσική του στίχου είναι πολύ περισσότερο το αποτέλεσμα του συνδυασμού του συναισθηματικού βάρους των λέξεων… Τέτοιες είναι οι λέξεις που μας προσφέρουν τα ποιήματα.’’ Γ. Σεφέρης (Δοκ. Α΄). Αυτήν την ικανότητα την ‘’είδα’’ στην Νικόλ Κουρομιχελάκη. Είδα στη ποίηση της, για παράδειγμα στο ποίημα ‘’Το δώρο’’, τη λέξη ‘’περιτυλίγματα’’ να μετουσιώνεται και να γίνεται από μόνη της ένα ποίημα και ακολούθως το ίδιο με τον στίχο στον οποίο ανήκει. Αυτό είδα και στον στίχο ‘’Κάθε πόλεμος ασθμαίνοντας αφήνει το πεδίο της μάχης σέρνοντας το σπαθί του’’ (ποίημα ‘’Πέρα από κάθε αύριο’’).
Πιστεύω πολύ στη ποίηση που από πίσω της κρύβεται φόρτος βιωμάτων.
Και κυρίως όταν αυτά τυγχάνουν έντονων επεξεργασιών απ΄ τον ποιητή. Το καταλαβαίνεις αυτό σ΄ ένα ποίημα. Καταλαβαίνεις την ειλικρίνεια του ποιητή όταν αυτός μιλά για τον έρωτα, τη ζωή, τους ανθρώπους. Διακρίνεις εύκολα την ποίηση των ψεύτικων αβίωτων ερώτων, των ‘’κατά συνθήκην’’ ευαισθησιών, και κάθε βολικής αλήθειας. ‘’Ένα θέμα, για να το εξαντλήσω, δεν έχω άλλον τρόπο παρά να το ζήσω γράφοντας… βουτώ μέσα του πολύ προτού ξεκαθαρίσω τι θέλω να πω, αφήνομαι να πλανηθώ… κατά προτίμηση στις γωνιές τις πιο σκοτεινές…’’, λέει ο Ελύτης κάπου στο ‘’Πρώτα-πρώτα η ποίηση’’. Κακά τα ψέματα, δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς ποίηση. Η Νικόλ Κουρομιχελάκη, πιστεύω πως είναι ‘’εδώ’’.