Γράφει ο Πέτρος Χατζησωτηρίου
Το βιβλίο είναι κατά δήλωση του ίδιου του συγγραφέα «μια προσπάθεια να περιγράψει την περίεργη ζωή του νου, τα μυστήρια της ψυχής σε ένα κορμί που πεινάει». Δύσκολο θέμα αλλά μάλλον εντυπωσιακή η διαχείρισή του.
Η υπόθεση έχει να κάνει με έναν ανώνυμο ήρωα που προσπαθεί να επιβιώσει στην Χριστιανία (πρώην ονομασία του σημερινού Όσλο) στα 1890 συγγράφοντας άρθρα για εφημερίδες. Σελίδα τη σελίδα παρακολουθούμε τον ήρωα να χάνει όλα του τα υπάρχοντα και να μην έχει κανένα πόρο για να ζήσει αλλά κυρίως και καμία σοβαρή προοπτική. Μοιραία αρχίζει να πεινάει και να βασανίζεται. Βασανίζεται όμως περισσότερο από τη συνείδησή του που δεν του επιτρέπει να ξεπέσει σε οτιδήποτε αναξιοπρεπές όσο κι αν κάτι τέτοιο θα ήταν τουλάχιστο κατανοητό αν όχι και δικαιολογημένο στην κατάσταση που έχει περιέλθει. Έτσι, όχι μόνο δεν τολμάει να ζητήσει βοήθεια από κανέναν αν δεν το αντιληφθεί μόνος του και να του την προσφέρει, παρά δεν μπορεί ν’ ανεχθεί ούτε καν την εύνοια της τύχης που μερικές φορές του χαμογελάει.
Δύσκολα αντιλαμβάνεται κανείς έναν άνθρωπο χωρίς στέγη, χωρίς να έχει κυριολεκτικά να φάει να πηγαίνει και να ενεχυριάζει το γιλέκο του εν όψει χειμώνα μόνο και μόνο για να μπορέσει τα λίγα χρήματα που θα πάρει να τα χαρίσει σ’ έναν ζητιάνο! Το ίδιο δύσκολα θα αντιληφθούμε τον ίδιο άνθρωπο να βασανίζεται γιατί κάποιος υπάλληλος του έδωσε από λάθος του ρέστα από ποσόν που ουδέποτε πλήρωσε και τελικά να πηγαίνει και να τα χαρίζει σε μια πλανόδια πωλήτρια για να μην μπορεί να θεωρηθεί ότι τα έκλεψε! Τη στιγμή που έχει μέρες να φάει οτιδήποτε. Φτάνει να μασάει φλούδες δέντρου ή και την τσέπη από το σακάκι του στο τέλος, παρακαλάει να τον βρει ο θάνατος (ουδέποτε θα ανεχόταν να τον προκαλέσει μόνος του) αλλά δεν διανοείται να ζητήσει βοήθεια. Η απόγνωση που βιώνει ο ήρωας περνάει στον αναγνώστη. Κάθε τόσο είναι αναγκασμένος να σταματήσει την ανάγνωση και να σκεφτεί. Όχι φυσικά αν υπάρχει λύση στο αδιέξοδο του ήρωα, αλλά α ν αυτή είναι η σωστή διαβάθμιση των αξιών στη ζωή. Αν αξίζει να υπηρετούμε αυτή την ιεράρχηση μέχρις εσχάτων. Έτσι ο αναγνώστης βυθίζεται σταδιακά στον απόλυτο ζόφο που χτίζεται γύρω του. Είναι αδύνατον να μην νιώσει δυσφορία διαβάζοντας την αφήγηση του Χάμσουν.
Είναι προφανές ότι τον συγγραφέα απασχολεί το θέμα της συνείδησης. Το θέμα της συνείδησης ως ανάχωμα στον ξεπεσμό και την αναξιοπρέπεια ακόμα και στις πιο ακραίες συνθήκες. Σε μια κοινωνία ανθρώπων που ανέκαθεν ιδιοτελή συμφέροντα ήταν αυτά που «έκαναν τον πλανήτη να γυρίζει» η Ηθική ως αδιαπέραστη ασπίδα απέναντι στις επιβουλές της ίδια της φύσης του ανθρώπου δεν είναι κάτι που εύκολα γίνεται αποδεκτό. Πόσω μάλλον αποδεικτέο. Η διαρκής σύγκρουση ανάμεσα στην ανάγκη για επιβίωση και στις ηθικές αρχές που έχει ο ήρωας σύντομα λαμβάνει δραματικές διαστάσεις. Από ένα σημείο και πέρα δεν είναι σίγουρο αν η πείνα που τον βασανίζει δεν είναι μια μορφή εξιλέωσης που επιζητά ή μια τιμωρία που θέλει να επιβάλλει στον εαυτό του. Μπαίνει σε μια ατραπό που δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να βγει. Η μόνη ελπίδα επιβίωσης που έχει, η συγγραφή άρθρων ή μυθιστορημάτων για δημοσίευση σε συνέχειες σε εφημερίδες, βασίζεται στην λειτουργία του μυαλού του το όποιο όμως σύντομα εξασθενεί από την πείνα κι έρχεται να προσθέσει και τη ματαιότητα στην επιμονή του ήρωα να μην εγκαταλείπει, τις υψηλές πράγματι, αρχές του.
Άξιο παρατήρησης είναι το γεγονός ότι για την εποχή που γράφεται «Η Πείνα», τέλη του 19ου αιώνα, η τεχνική του Χάμσουν δηλαδή το κέντρο βάρους του βιβλίου να μη βρίσκεται ούτε στις περιγραφές, ούτε στην αφήγηση, ούτε στους χαρακτήρες, ούτε στην πλοκή αλλά στο συναίσθημα και στις ιδέες συνιστά καινοφανή πρακτική που θεωρήθηκε ότι άνοιγε νέους δρόμους στη συγγραφή. Όλα τα συνήθη τερτίπια της συγγραφής, όπως ο ρυθμός, οι διάλογοι, οι ανατροπές, οι παράλληλες ιστορίες, οι δευτερεύοντες χαρακτήρες κλπ είναι μάταιο ν’αναζητηθούν. Ο Χάμσουν έγραψε σε άλλο επίπεδο. Ίσως και γι’ αυτό να θεωρήθηκε το βιβλίο αυτό το σημαντικότερο του συγγραφέα.
Οι αξίες που πραγματεύεται το βιβλίο αυτό είναι διαχρονικές. Δε θα πάψουν ν’ απασχολούν τον κάθε άνθρωπο σε οποιαδήποτε εποχή κι αν ζήσει, σε οποιοδήποτε κοινωνικό πλαίσιο και αν βρεθεί. Αν συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι το θέμα του το χειρίστηκε με μαεστρία ο Χάμσουν, τότε έχουμε μπροστά μας ένα βιβλίο που θα πρέπει να διαβαστεί απ’ τον καθένα μας. Αν τα λογοτεχνικά βιβλία έχουν αξία στην διάδοση κι εμπέδωση των ιδεών μέσω των δρόμων που ανοίγει η καλλιέπεια της συγγραφής, τότε μιλάμε για έναν από τους καλύτερους εκπροσώπους αυτού του είδους. Μη χάσετε την ευκαιρία να το γνωρίσετε.
4,5/5