Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας. συγγραφέας
Μια καμπάνα ρυθμίζει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τις ζωές μας, κι ας μην κατανοούμε πάντα τον τρόπο και τη μεθοδολογία. Δεν είναι ότι ο ήχος μιας καμπάνας έρχεται να σημάνει την αρχή και το τέλος, την απόλυτη ευτυχία και την απόλυτη δυστυχία. Είναι κυρίως ότι η καμπάνα λειτουργεί καθοριστικά στο πλαίσιο του κοινωνικού γίγνεσθαι και με την στατιστική, γκαουσιανή μορφή της.
Αποτυπώνει τη διασπορά μιας σειράς παραγόντων, από βιολογικούς έως οικονομικούς, θέτοντας όρους και όρια στις ατομικές επιλογές και τις συλλογικές διαδικασίες.
Στο νέο μυθιστόρημα της Νίκης Γκίζη “Η καμπύλη της καμπάνας” από τις εκδόσεις Γκοβόστη, η καμπάνα, και στις δυο της εκδοχές, γίνεται η αφορμή για ένα διπλό ταξίδι στις πιο μύχιες, τις πιο καλά κρυμμένες εσωτερικές πλευρές των ηρώων αλλά ταυτόχρονα και σε μια ιστορική αναδρομή στα πιο σαθρά μονοπάτια της ανθρώπινης παρουσίας στον πλανήτη.
Ο Μιγκέλ, ένας δύστροπος, μοναχικός άνθρωπος που προτιμά να χάνεται στον ιδεατό κόσμο της τελειότητας της τέχνης και να αναζητεί εκεί την πιο ολοκληρωμένη ικανοποίηση, από το να μάχεται καθημερινά για τις εφήμερες απολαύσεις που χάνουν την αξία τους μόλις κλείσουν τον μικρό κύκλο της επιρροής τους. Η Καλουσώ, ψάχνει στα απτά “απολιθώματα” του “πολιτισμού” μας, το “σκελετό” των ανομολόγητων σφαλμάτων των ισχυρών, αυτών που “κάθονται” στην κορυφή της καμπάνας και επιβάλλουν τον δικό τους ρυθμό.
Το παρελθόν συναντά το παρόν και αγωνιά για το μέλλον. Από τα προϊστορικά επιτεύγματα, τους μεγάλους πολιτισμούς της αρχαιότητας και το Βυζάντιο έως την κατοχική Ελλάδα και την αποiκιοκρατούμενη Αφρική, αποκαλύπτεται το μεγαλείο και τα ντροπιαστικά πεπραγμένα για τα οποία είμαστε ικανοί.
Χαρτογραφεί τον πόνο που μπορεί να τρέχει σαν σλάλομ στην καμπάνα της γνώσης και της άγνοιας, της αγάπης και του μίσους.
Η Νίκη Γκίζη καταθέτει ένα μετα-μυθιστόρημα, με πρωτότυπη μορφή, ποιητικό λόγο, ιστορική εξερεύνηση και κοινωνικό προβληματισμό. Η σύγχρονη λογοτεχνία, πριν καταντήσει τυποποιημένη αναπαραγωγή ενός κοινώς αποδεκτού μέσου όρου, που μέμφεται την τέχνη και την τεχνική που δεν μπορεί να συλλάβει, οφείλει να σταθεί με προσοχή πάνω σε τέτοιες προσπάθειες και να τους δώσει το χρόνο που χρειάζονται για να αποκτήσουν τη δυναμική που τους αμρόζει.