Γράφει ο Πέτρος Χατζησωτηρίου, φαρμακοποιός – κριτικός λογοτεχνίας
Ο Μαρίας επιστρέφει στο αγαπημένο του θέμα, αυτό της σχέσης του ζευγαριού στο γάμο, της απιστίας, των ερωτικών τριγώνων, παρ’ ότι ο ίδιος δεν υπήρξε ποτέ παντρεμένος.
Το «Έτσι Αρχίζει το Κακό» με τον αμφίσημο τίτλο που θα μπορούσε να παραπέμπει σε μεταφυσικές προεκτάσεις είναι άλλο ένα πολύτιμο πετράδι στο στέμμα της επιτυχημένης πρόζας του.
Η πλοκή εστιάζεται στο 1980 , στη Μαδρίτη λίγα χρόνια μετά τον τερματισμό της δικτατορίας του Φράνκο, μέσα από την αφήγηση ενός νεαρού τότε που εργαζόταν για έναν εκπεσόντα σκηνοθέτη β’ διαλογής. Μέσα απ’ αυτή παρακολουθούμε το δράμα της συζύγου του σκηνοθέτη η οποία είναι αναγκασμένη να έχει χωρίσει από κλίνης με τον σύζυγό της, να υπομένει υποτιμητική κι απαξιωτική συμπεριφορά απ’ αυτόν καθώς κι εξευτελισμούς ακόμα και μπροστά στον αφηγητή. Κι όλα αυτά μετά την αποκάλυψη μιας αθώας φαινομενικά φάρσας που έστησε ενάντια στο σύζυγό της κι απερίσκεπτα αποκάλυψε μετά από πολλά χρόνια γάμου, τρία παιδιά εν ζωή κι ένα να έχει πεθάνει στην ηλικία των δύο ετών.
Σημαντικό ρόλο στην πλοκή παίζει το γεγονός ότι ακόμη δεν έχει θεσπιστεί ο θεσμός του διαζυγίου στην Ισπανία οπότε κι η δύστυχη αυτή γυναίκα αναγκάζεται να ζει εγκλωβισμένη σε αυτό το δράμα. Ως αντίβαρο σ’ αυτή την κατάσταση έχει αποδυθεί στην απόλυτη ελευθεριότητα αφού ο νόμιμος σύζυγός της επιδεικτικά αδιαφορεί για τη ζωή της. Ο ευκαιριακός ερωτικός σύντροφος που συναντά συχνότερα είναι ένας γιατρός με πολύ σκοτεινό ρόλο κατά τη διάρκεια της δικτατορίας στον οποίον όμως έχει επιβάλει, όπως και σε όλους τους άλλους εραστές της, να συνευρίσκονται «χωρίς φιλιά, χωρίς χάδια, χωρίς λόγια».
Κι ενώ ο συγγραφέας μας οδηγεί να συμπεράνουμε ότι ένα από τα παιδιά της οικογένειας δεν έχει πατέρα το νόμιμο σύζυγο κι ότι αυτό είναι η αιτία του «κακού», στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου έρχεται η αναπάντεχη ανατροπή κι αποδεικνύεται ότι ήταν κάτι άλλο. Το αν ο αναγνώστης θα βρει επαρκή το λόγο αυτό για τη στάση του σκηνοθέτη προς τη σύζυγό του είναι άλλη μία από τις πολλές προκλήσεις που θέτει ο Μαρίας σ’ όποιον γυρίζει τις σελίδες αυτού του αργόσυρτου ίσως αλλά πολύ μεστού μυθιστορήματός του.
Ο ρυθμός λοιπόν του βιβλίου είναι κάπως αργός κι αυτό συμβαίνει διότι μέσα από την ευφάνταστη αυτή ιστορία ο συγγραφέας ήθελε να στοχαστεί πάνω στα όρια της ηθικής μέσα στο γάμο αλλά και στην κοινωνία ολόκληρη.
Τα θέματα της μνησικακίας, της ανταπόδοσης, της εκδίκησης, της συμφιλίωσης και της αμνήστευσης απασχόλησαν έντονα τον Μαρίας και βρήκε ομολογουμένως έναν αξιοσημείωτο τρόπο να μας τα θέσει και τελικά να πάρει θέση σε ότι αφορά στο πεδίο της κοινωνίας. Στο πεδίο του γάμου, που ήταν κι ο πυρήνας της μυθοπλασίας του, αφήνει τον αναγνώστη ν’ αποφασίσει ο καθένας τη δική του θέση χωρίς καμία υπόδειξη.
Όλοι οι χαρακτήρες του βιβλίου σκιαγραφούνται μεθοδικά κι ο ρόλος τους αποδεικνύεται χρήσιμος αλλά οι τρεις κεντρικοί πρωταγωνιστές θα μείνουν στο μυαλό του αναγνώστη για πολύ καιρό. Κάποιοι αναγνώστες ίσως βρουν το βιβλίο κάπως φλύαρο κι αδικαιολόγητα εκτεταμένο, την ίδια στιγμή που άλλοι θα θαυμάσουν την ικανότητα του Μαρίας να συνθέτει κρίσεις επί ιστορικών γεγονότων και κοινωνικών διεργασιών υφαίνοντάς τα πάνω σε αληθοφανή και σφιχτοδεμένη μυθοπλασία. Δεν είναι εύκολο εγχείρημα αυτό και το αντιλαμβάνεται κανείς μόνο αφότου ολοκληρώσει την ανάγνωση κι αρχίσει το βιβλίο να «κάθεται» μέσα του.
Θα ήταν άδικο να μην αναδείξουμε την συγγραφική δεξιοτεχνία του συγγραφέα στο να μετουσιώσει μια φράση του Σαίξπηρ σε πεδίο γόνιμου προβληματισμού, κι όλα αυτά στα πλαίσια μυθιστοριογραφίας. Η πλήρης φράση στον «Άμλετ» του Σαίξπηρ είναι «Έτσι αρχίζει το Κακό και τα χειρότερα μένουν πίσω». Μια φράση που αναδεικνύει την τραγικότητα του ανθρώπου που επιλέγει να υποστεί το «κακό» μόνο και μόνο για ν’ αφήσει πίσω του τα χειρότερα. Τι σημαίνει αυτό και πώς επιτυγχάνεται θα το ανακαλύψετε διαβάζοντας το βιβλίο. Εξαιρετικός Μαρίας στη συγγραφική του ωριμότητα. Μην το χάσετε!
4,5/5,0