/Βιβλιοκριτική: Δόκτωρ Πασαβέντο (Ενρίκε Βίλα-Μάτας)

Βιβλιοκριτική: Δόκτωρ Πασαβέντο (Ενρίκε Βίλα-Μάτας)

Γράφει ο Πέτρος Χατζησωτηρίου, φαρμακοποιός – κριτικός λογοτεχνίας

Το θέμα που απασχολεί τον Βίλα-Μάτας σ’ αυτό το φιλόδοξο βιβλίο είναι η εξαφάνιση του υποκειμένου στη λογοτεχνία και στη ζωή και το δηλώνει απ’ τις πρώτες γραμμές του έργου του. 

Ομολογουμένως ένα θέμα που δε συναντούμε συχνά στη λογοτεχνία. Μόλις συνέλθει απ’ την έκπληξη της επιλογής του κεντρικού θέματος ο αναγνώστης μπαίνει σε μια περιδίνηση χαμένων ταυτοτήτων, διχασμένων προσωπικοτήτων, εσωτερικών μονολόγων και ξαναζωντανέματος παλαιών αναμνήσεων. Ένας καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας αποφασίζει να εξαφανιστεί από όλους κι όλα όντας καθ’ οδόν για να δώσει μια προσκεκλημένη διάλεξη με την ταπεινή και κρυφή ελπίδα να τον αναζητήσουν κι αυτόν όπως είχαν κάνει όταν εξαφανίστηκε η Αγκάθα Κρίστι παλαιότερα. Στην προσπάθειά του αυτή δεν εμφανίζεται ποτέ στο χώρο όπου θα δινόταν η διάλεξη και πηγαίνει να κατοικήσει σε ένα ξενοδοχείο στο Παρίσι στην οδό Βανώ. Η οδός αυτή θα παίξει πολύ μεγάλο ρόλο στην πλοκή του βιβλίου με αφορμή ότι εκεί βρισκόταν το διαμέρισμά όπου έμεινε ο Μαρξ και ο Εμμανουέλ Μποβ, ο ένας δηλαδή απ΄ τους δύο συγγραφείς που θαυμάζει παθολογικά. Ο άλλος είναι ο Ελβετός Ρόμπερτ Βάλζερ. Αρχίζει να συστήνεται ως Δόκτωρ Πασαβέντο αλλά σπεύδει να δηλώσει στους υπαλλήλους του ξενοδοχείου ότι θ’ απαντήσει σε τυχόν τηλεφωνήματα που θα ζητήσουν τον Δόκτωρ Πίντσον. Με γιώτα το δικό του όνομα διότι με ύψιλον είναι το όνομα του γνωστού Αμερικανού συγγραφέα που ζει κρυμμένος απ’ τα φώτα της δημοσιότητας μέχρι και σήμερα και για τον λόγο αυτόν τον θαυμάζει κι αυτόν απεριόριστα. Ξαφνικά θα του γεννηθεί η ιδέα, που σύντομα θα γίνει εμμονή να πάει να αποσυρθεί σε ένα Ψυχιατρικό Ίδρυμα στα βουνά της Ελβετίας, στο Χεριζάου, όπου έζησε επί 27 χρόνια και πέθανε ο αγαπημένος του συγγραφέας ο Βάλζερ. Πριν φτάσει εκεί ήδη μέσα του έχει εγκατασταθεί ο Δόκτωρ Ινγκραβάλο που έχει σφετεριστεί τις αναμνήσεις, τα αναγνώσματά του και τις ιδέες του.

Σε στιγμές εσωτερικού μονολόγου και προσωπικού αναστοχασμού που περιγράφονται με εξαιρετικό τρόπο, ο αναγνώστης δυσκολεύεται να παρακολουθήσει ποιος χαρακτήρας μιλάει σε ποιον. Δεύτερος χαρακτήρας του ίδιου προσώπου!

Απ’ το σημείο αυτό και μετά από αρκετές μετεγκαταστάσεις του σε διάφορα σημεία της Ευρώπης κι ενώ με θλίψη κι έκπληξη διαπιστώνει ότι δεν τον έχει αναζητήσει κανείς, ούτε η πρώην σύζυγός του, ούτε ο μπάτλερ του στο σπίτι του στη Βαρκελώνη που άφησε ξαφνικά κι απροειδοποίητα, δε γνωρίζουμε με ποιο πρόσωπο διεξάγει την αφήγηση στο βιβλίο και ποιο είναι το «δεύτερό» του. Μια λεπτομέρεια που αξίζει να αναδείξουμε είναι ότι ο Δόκτωρ Πασαβέντο απαρνιέται την συγγραφική του εμπειρία και προσπαθεί να ζήσει την αγωνία και τα σκιρτήματα ενός πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα μιμούμενος τον ίνδαλμά του, τον Βάλζερ, ο οποίος είχε καθιερώσει όλα τα χρόνια του εγκλεισμού του στο Ψυχιατρικό Ίδρυμα να γράφει με μολύβι πάνω σε πολύ μικρά χαρτάκια με γράμματα που ολοένα και μίκραιναν σε μέγεθος υποδηλώνοντας έτσι την πορεία του προς την εξαφάνιση. Κατά τον Βίλα-Μάτας ο συγγραφέας γράφει μόνο από αφόρητη εσωτερική ανάγκη, μη τολμώντας να εκδώσει τα έργα από αποστροφή προς τον κομπασμό κι ενώ τα γραπτά του θα υπομείνουν τη ματαιότητα τού να μην διαβαστούν ενδεχομένως και ποτέ κι από κανέναν. Όσο πιο δεινός κι έμπειρος ο συγγραφέας τόσο πιο απόμακρος από τον αναγνώστη του. Υπερβολική, θα συμφωνήσετε, πεποίθηση του συγγραφέα που ευτυχώς πάντα θα υπάρχουν ομότεχνοί του που δεν υιοθετούν κι έτσι δε θα ζήσουμε ποτέ το τέλος της Λογοτεχνίας. 

Μπορεί όλα αυτά να ακούγονται ως κουραστική άσκηση για τον εμβρόντητο αναγνώστη, ωστόσο μέσα από πολλές δευτερεύουσες ιστορίες, πολλές διακειμενικές αναφορές και διεμβολισμού φιλοσοφικών ερωτημάτων η ανάγνωση προχωράει με ενδιαφέρον. Το στοίχημα της εξαφάνισης του υποκειμένου φαίνεται να το κερδίζει ο συγγραφέας, όχι χωρίς κόπο βέβαια, ούτε και χωρίς λογοτεχνικές «πιρουέτες».  Το βιβλίο βρίθει ονομάτων χαρακτήρων κι ωστόσο δεν υπάρχει κανείς με τον οποίο μπορεί να ταυτιστεί ο αναγνώστης ή έστω να μισήσει. Είναι ένα επίτευγμα που αξίζει να υπογραμμίσουμε. Ο Βίλα-Μάτας τον θέλει τον αναγνώστη του συνεχώς σε εγρήγορση, με τεταμένη την προσοχή του επιμένοντας να μην του απαντάει στα ερωτήματά του «μα που οδηγεί η αφήγηση επιτέλους;», και «θα δούμε κανέναν χαρακτήρα να ολοκληρώνεται;». 

Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή του σημειώματος αυτού πρόκειται για ένα φιλόδοξο εγχείρημα, πιθανόν μοναδικό στα λογοτεχνικά χρονικά, το οποίο αξιώνει το θαυμασμό και την επιδοκιμασία μας ως αναγνώστες. Απογειώνει την επιδραστικότητα του κειμένου και τον εσωτερικό διάλογο στον αναγνώστη, στοιχεία εκ των ουκ άνευ όταν ομιλούμε για καλή λογοτεχνία ενώ ταυτόχρονα μεταδίδει γνώσεις γύρω από συγγραφείς, βιβλία και τη συγγραφή ως τέχνη. Καταλήγοντας, θα λέγαμε ότι το «Δόκτωρ Πασαβέντο» είναι ένα σπάνιας λογοτεχνικής ομορφιάς βιβλίο που οι λάτρεις της καλής λογοτεχνίας δε θα πρέπει ν’ αγνοήσουν. 

 

4,0/5,0