Ήταν ένας από τους πιο αγαπητούς κωμικούς ηθοποιούς του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ο Βασίλης Λογοθετίδης πέθανε σαν σήμερα, στις 20 Φεβρουαρίου 1960, ενώ ετοιμαζόταν να πάει στο θέατρο που τόσο αγαπούσε…
Ο Βασίλης Λογοθετίδης ήταν ήδη μεσήλικας όταν ο Ελληνικός Κινηματογράφος «άρθρωνε τις πρώτες του λέξεις» και γινόταν ομιλών κινηματογράφος. Ο μεγάλος ηθοποιός είχε ήδη διαγράψει μία λαμπρή πορεία στο θέατρο, κυρίως στην κωμωδία που ήταν η μεγάλη του αγάπη. Προσαρμόστηκε εύκολα στις κινηματογραφικές απαιτήσεις και με όχημα το άφθονο ταλέντο του, σφράγισε τα πρώτα χρόνια της ελληνικής κινηματογραφικής κωμωδίας, προσφέροντας τα μέγιστα στην εξέλιξή της.
Στο θέατρο μπήκε κατά τύχη. Συγκεκριμένα, είχε φύγει από την Κωνσταντινούπολη με την κοπέλα του, αφού οι γονείς τους έβαζαν εμπόδια στη σχέση τους. Άστεγοι και χωρίς χρήματα, βρήκαν καταφύγιο στον θίασο Κοτοπούλη, που εκείνη την εποχή αναζητούσε ηθοποιούς για να λειτουργήσει. Έμεινε εκεί για περίπου τριάντα χρόνια…
Ο Βασίλης Λογοθετίδης γεννήθηκε στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης και το 1915 αποφοίτησε από το περίφημο Ζωγράφειο γυμνάσιο της Κωνσταντινούπολης, ενώ λίγο αργότερα άρχισε τις πρώτες ερασιτεχνικές εμφανίσεις του στη σκηνή. Με καταγωγή από τον Πόντο, το πραγματικό του όνομα ήταν Βασίλης Ταυλαρίδης.
Tο Λογοθετίδης το καθιέρωσε αργότερα με το ντεμπούτο του στο θέατρο. Έδωσε προτεραιότητα στο ανέβασμα έργων Ελλήνων συγγραφέων και έπλασε δεκάδες ρόλους χαρακτηριστικών τύπων της Ελληνικής αστικής ζωής. Το 1918, έχοντας κάνει ήδη τον δεύτερο του γάμο, έρχεται στην Αθήνα και την επόμενη χρονιά εντάσσεται στο δυναμικό του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη. Εκεί έμεινε για 27 ολόκληρα χρόνια, ερμηνεύοντας δεκάδες ρόλους, δραματικούς και κωμικούς, του κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου και καθιερώθηκε ως ένας από τους βασικότερους κωμικούς πρωταγωνιστές του θεάτρου.
Το 1916 εμφανίσθηκε ερασιτεχνικά σε θεατρική σκηνή της Κωνσταντινούπολης κάνοντας μεγάλη εντύπωση. Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο ως επαγγελματίας πλέον ηθοποιός στην Αθήνα, είναι το 1919 με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Συνεργάστηκαν για 27 ολόκληρα χρόνια. Έγινε θιασάρχης το 1946, με ρεπερτόριο που δίνει έμφαση στη νεοελληνική κωμωδία. Έπαιξε σε περισσότερες από 110 ελληνικές κωμωδίες, πάνω από 200 θεατρικά έργα του διεθνούς δραματολογίου και 12 ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες.
Σταθμός στην καριέρα του υπήρξε η παράσταση «Οι Γερμανοί Ξανάρχονται», η οποία σημείωσε τεράστια επιτυχία και αποτέλεσε την αφορμή για να πάρει την απόφαση να ανεξαρτητοποιηθεί και να γίνει θιασάρχης το 1947.
Από τότε αφοσιώθηκε αποκλειστικά στη νεοελληνική φαρσοκωμωδία με σημαντικές επιτυχίες, όπως «Ένας βλάκας και μισός», «Φαταούλας» του Δημήτρη Ψαθά, «Δεσποινίς ετών 39», «Ένας ήρωας με παντούφλες» των Σακελλάριου-Γιανακόπουλου και άλλα.
Ο Δημήτρης Χορν είχε πει για εκείνον: «Αν δεν υπήρχε το εμπόδιο της γλώσσας, θα είχε αναγνωριστεί από όλο τον κόσμο ως ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της εποχής μας». Η θρυλική σκηνή «Τσίριο Μανώλη» από την ταινία «Ένα βότσαλο στη λίμνη» με τον Λογοθετίδη να πίνει ουίσκι και να πνίγεται ήταν τόσο ρεαλιστική που οι τεχνικοί διέκοψαν το γύρισμα για να τον σώσουν. Η αδελφή του στην Αμερική και ο αδελφός του στην Κωνσταντινούπολη. Όσοι τον έζησαν, περιγράφουν έναν μοναχικό άνθρωπο που απέφευγε τις κοσμικές εμφανίσεις, έμενε μόνος του στο Παλαιό Φάληρο και είχε αφιερώσει τη ζωή του στο θέατρο. Οι γείτονες του τον θυμούνται να τρώει καθημερινά μόνος, σε εστιατόριο της γειτονιάς του. Δεν υπήρξε ποτέ ωραίος, αλλά άρεσε στις γυναίκες και είχε επιτυχίες και κατακτήσεις!
Ο Βασίλης Λογοθετίδης, διακωμώδησε άψογα με τους ρόλους του τα έντονα αντιφατικά στοιχεία που προέκυπταν από τα χαρακτηριστικά που συνέθεταν το προφίλ του Έλληνα αυτοδημιούργητου αστού της μεταπολεμικής εποχής. Το 1957 ανέλαβε καλλιτεχνική περιοδεία στις ΗΠΑ με σκοπό την καθιέρωση συστηματικής επαφής μεταξύ των θεάτρων όλων των χωρών της Γης, δίνοντας παραστάσεις σε οκτώ πόλεις των ΗΠΑ, όπου και θριάμβευσε. Κατά την υποδοχή του στην πόλη Πίτσμπουργκ, ο δήμαρχος του παρέδωσε τη “Χρυσή Κλείδα” της πόλης, κάτι που δεν είχε προηγούμενο για Έλληνα ηθοποιό. Ακριβώς σε αναγνώριση της συμβολής του αυτής στην πρόοδο της θεατρικής τέχνης και παρουσίας σε διεθνές κοινό, ο Βασιλεύς Παύλος του απένειμε τον Χρυσό Σταυρό του Φοίνικος.
Στις περισσότερες εμφανίσεις του, παρτενέρ του ήταν η Ίλια Λιβυκού, με την οποία υπήρξαν ζευγάρι και στη ζωή, χωρίς όμως ποτέ να παντρευτούν. Το 1957 είχε πάθει έμφραγμα και παρά τις συστάσεις των γιατρών συνέχιζε κανονικά τις επαγγελματικές του δραστηριότητες. Πέθανε στο σπίτι του στο Παλαιό Φάληρο το απόγευμα του Σαββάτου 20 Φεβρουαρίου 1960 σε ηλικία 62 ετών, ενώ ετοιμαζόταν να πάει στο θέατρο του. Την ώρα που ξυριζόταν, έπαθε καρδιακή προσβολή. Είχε εξομολογηθεί στους φίλους του ότι θα ήθελε να πεθάνει στο θέατρο. Ο Κάρολος Κουν είχε πει: «Θρηνώ τον θάνατο του Λογοθετίδη και αισθάνομαι να έφυγε κάτι πολύτιμο»….
Η κηδεία του στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών έγινε δημοσία δαπάνη και με εντολή του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, η σορός του τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα. Περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι είχαν πλημμυρίσει τους δρόμους γύρω από τη Μητρόπολη Αθηνών. Ανάμεσα στα εκατοντάδες στεφάνια στη μνήμη του, ξεχώρισε ένα που έγραφε: «Ανώνυμος θεατής απ’ την πλατεία».
Επιμέλεια: Χριστίνα Τσατσαράγκου
Με πληροφορίες από finosfilm.com