Γράφει η Μάρα Γιαννέλη, ψχολόγος
Το τραύμα στην παιδική ηλικία αναφέρεται ως η συναισθηματική, σωματική, σεξουαλική κακοποίηση αλλά και παραμέληση που υφίσταται ένα παιδί και που το συνοδεύει ως μια τραυματική εμπειρία. Όταν ένα παιδί τραυματίζεται ψυχικά και σωματικά στην τρυφερή παιδική ηλικία θα υποστεί και αρνητικές επιπτώσεις όπως αγχώδη διαταραχή, διπολική διαταραχή, κατάθλιψη, προβλήματα συμπεριφοράς, προβλήματα υγείας, παχυσαρκία και καρδιολογικές παθήσεις.
Είναι αποδεδειγμένο επιστημονικά ότι το 75% που έχουν υποστεί παιδική κακοποίηση είναι ευάλωτα σε ψυχιατρικές διαταραχές σε ηλικίες μετά την εφηβεία.
Επίσης τα άτομα αυτά μπορεί να οδηγηθούν σε παραβατικές συμπεριφορές, χρήση αλκοόλ και ουσιών καθώς και σε αυτοκαταστροφικές τάσεις. Από την άλλη είναι λυπηρό γιατί τα παιδιά αυτά καθυστερούν να αντιληφθούν την αιτία του κακού ειδικά αν οι κακοποιητές είναι οι ίδιοι οι γονείς τους. Επιπλέον μπορεί να νομίζουν ότι βιώνουν μια κανονικότητα και μόνο όταν δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια και βιώσουν υγιείς καταστάσεις τότε γκρεμίζεται ο κόσμος μέσα τους και κατανοούν πόσο τραυματική και επιζήμια ήταν η δική τους παιδική ηλικία. Άλλη μία εξήγηση του τραύματος είναι ότι αρκετές φορές συνδέεται με τον εγκέφαλο και μπορεί να μεταβάλει τον προγραμματισμό των γονιδίων που ρυθμίζουν το στρες, ενισχύοντας τον κίνδυνο ανάπτυξης ψυχικών διαταραχών όπως άγχος και κατάθλιψη.
Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι η μειωμένη ικανότητα του ατόμου να ελέγξει τις αρνητικές παρορμήσεις, να ξεπεράσει την τραυματική εμπειρία και να αναγκαστεί να διαλέξει την οδό όχι μόνο της ψυχοθεραπείας αλλά και της φαρμακευτικής αγωγής. Όμως όταν η αιτία της τραυματικής εμπειρίας δεν μπορεί να εντοπιστεί τότε ο πόνος μεγεθύνεται και η επίλυση του προβλήματος είναι και δύσκολη και επίπονη. Μπορεί να είναι επίσης δύσκολο να γίνει αποδεκτό ότι ο κακοποιητής δεν είναι σε θέση να απολογηθεί για τις πράξεις του ή ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα για την ανάπτυξη μιας πιο υγιούς σχέσης. Δηλαδή η ενδεχόμενη αναζήτηση ανακούφισης να φαντάζει σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
Επίσης λαθεμένη αντιμετώπιση είναι και η συνεχής επιδίωξη της αποδοχής και αγάπης των άλλων, δημιουργώντας σχέσεις εξάρτησης, χωρίς τα άτομα να αποτιμούν τις προσωπικές τους ανάγκες με αποτέλεσμα να βιώνουν επαναλαμβανόμενες σχέσεις κακοποίησης.
Ένα παιδί ταυτίζεται με τις κακοποιητικές λέξεις που το χαρακτηρίζουν οι μεγάλοι.
Αυτό, όχι μόνο βλάπτει την ικανότητα του να οικοδομήσει υγιείς σχέσεις, αλλά περιπλέκει και αργότερα τις μετέπειτα προσπάθειες του να έχει πρόσβαση στα συναισθήματα που απαιτούνται για την επούλωση του τραύματος.
Η ψυχοθεραπεία η οποία μπορεί να αλλάξει τις αρνητικές σκέψεις, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μονόδρομος όπως η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (cbt) που μπορεί να βοηθήσει ένα άτομο να ανακτήσει, να επεξεργαστεί και να επιλύσει τραύματα του παρελθόντος. Επίσης έρευνες απέδειξαν ότι μπορεί το άτομο κάποια στιγμή να παραμερίσει τις αρνητικές σκέψεις που σχετίζονται με την τραυματική εμπειρία, αλλά και από την άλλη όλες αυτές οι αρνητικές εμπειρίες να βοηθήσουν το άτομο να εξασκηθεί σε ψυχική ανθεκτικότητα και ενδυνάμωση.