Γράφει ο Γιάννης Γιώσας
Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης η 21η Μαρτίου και η συνάφειά της με μια άλλη Παγκόσμια Ημέρα, αυτή της Ελληνικής γλώσσας, είναι δεδομένη. Και τούτο γιατί δε νοείται ποίηση χωρίς τη γλώσσα, αφού αυτή αποτελεί το μεδούλι της, ένα αθέατο ρυθμικό «παιχνίδι» σημαινόντων και σημαινόμενων. Η 9η Φεβρουαρίου, ημέρα μνήμης του εθνικού ποιητή Διονύσιου Σολωμού, έχει καθιερωθεί σύμφωνα με την υπ. αριθμ. 17889 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εξωτερικών και Παιδείας (ΦΕΚ Β’ 1384/24/04/2017) ως Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας. Στη σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας σημειώνονται: «Με την θέσπιση αυτής της παγκόσμιας ημέρας επιδιώκεται η ανάδειξη του θεμελιώδους ρόλου που διαδραμάτισε η ελληνική γλώσσα ανά τους αιώνες, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην εδραίωση τόσο του ευρωπαϊκού όσο και του παγκόσμιου πολιτισμού.
Η ελληνική γλώσσα κατά την αρχαιότητα ευτύχησε να καταστεί φορέας μορφοποίησης και μεταβίβασης σημαντικών επιστημονικών θεωριών, φιλοσοφικών θεωρήσεων και λογοτεχνικών κειμένων. Στην ελληνική γράφτηκαν λίγο αργότερα τα πιο σημαντικά κείμενα του Χριστιανισμού για να διαδοθούν σε ολόκληρο τον κόσμο. Στο διάβα των αιώνων υπήρξε καθοριστική η συμβολή της ως μέσου αποθησαύρισης και διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού και επιβιώνει ως τις μέρες μας, στη νεότερη εκδοχή της, ως μια από τις μακροβιότερες ζωντανές γλώσσες παγκοσμίως».
Ένας που δεν γνωρίζει τον πλούτο της, θα θεωρούσε πομπώδη και υπερβολικά όλα αυτά, κάτι σαν γλωσσικό σωβινισμό. Δεν είναι όμως έτσι. Αν η γλώσσα ενός λαού είναι η κιβωτός του πολιτισμού του, η ελληνική γλώσσα «κουβαλάει» τον κατά παγκόσμια παραδοχή απαράμιλλο ελληνικό πολιτισμό και τα τιμαλφή του. Ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης («Το Άξιον Εστί», Τα Πάθη, Β΄ Ψαλμός) καταδυόμενος στις απαρχές της θα γράψει : «Τη γλώσσα μού έδωσαν ἑλληνική·/ το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου./ Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου». Ο δε Νικηφόρος Βρεττάκος θα εκφράσει το θαυμασμό του γι΄ αυτή με σχετικό ποίημά του:
«Ὅταν κάποτε φύγω ἀπὸ τοῦτο τὸ φῶς θὰ ἑλιχθῶ πρὸς τὰ πάνω ὅπως ἕνα ρυακάκι ποὺ μουρμουρίζει. Κι ἂν τυχὸν κάπου ἀνάμεσα στοὺς γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω ἀγγέλους, θὰ τοὺς μιλήσω ἑλληνικά, ἐπειδὴ δὲν ξέρουνε γλῶσσες. Μιλᾶνε μεταξὺ τους μὲ μουσική».
Αυτόν τον ανεκτίμητο θησαυρό έχουμε υποχρέωση να διαφυλάττομε οι Έλληνες ως κόρη οφθαλμού. Δυστυχώς, αντ΄αυτού, με ευθύνη των κύριων φορέων γλωσσικής αγωγής – οικογένειας, σχολείου, πολιτείας, ΜΜΕ- την βιάζουμε καθημερινά, άλλοτε σολοικίζοντες και άλλοτε ξενόγλωσσα πιθηκίζοντες. Με την γλωσσική ένδεια και λεξιπενία, τον περιορισμένο δηλαδή γλωσσικό και εκφραστικό πλούτο, όχι μόνο από μια μεγάλη μερίδα των νέων, αλλά και από ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, και την άκριτη υιοθέτηση λέξεων, όρων και εκφράσεων από άλλες γλώσσες- ιδίως από την αγγλική- ακόμη κι αν υπάρχει αντίστοιχη ελληνική, υποτιμώντας ανεξήγητα τις τεράστιες γλωσσοπλαστικές της δυνατότητες, να συνιστούν τα μείζονα σύγχρονα προβλήματά της.
Παρά το γεγονός ότι η γλώσσα μας, ως ζωντανός και ιδιαίτερα δυναμικός κώδικας- «οργανισμός» ακριβέστερα- έχει φανεί ανθεκτικότατη σε κάθε πιθανή δοκιμασία στην μακραίωνη πορεία της, δεν θα πρέπει, εντούτοις, να μείνουμε άπραγοι απέναντι στους παράγοντες εκείνους που υπονομεύουν και ζημιώνουν τη συνέχειά της. Έτσι, στα πλαίσια της αντιμετώπισής τους, η διαφύλαξη και η σωστή εκμάθηση της γλώσσας θα πρέπει να συνιστά βασική επιδίωξη του σχολείου ήδη από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε οι νέοι που ολοκληρώνουν, τουλάχιστον, την υποχρεωτική εκπαίδευση να έχουν διασφαλίσει μια στερεή και ορθή γνώση του γλωσσικού κώδικα.
Η γλωσσική καλλιέργεια απαιτεί, φυσικά, συνειδητή προσπάθεια από το ίδιο το άτομο. Είναι σημαντικό, επομένως, τόσο οι γονείς όσο και οι εκπαιδευτικοί να κατορθώσουν έγκαιρα να βοηθήσουν τα παιδιά να συνειδητοποιήσουν την εξέχουσα σημασία που έχει η άρτια γνώση της μητρικής γλώσσας. Να εμφυσήσουν στα παιδιά και τους νέους την αγάπη στη λογοτεχνία και το βιβλίο. Να αντιληφθούν πόσο επιζήμια είναι η επικοινωνία τους μέσω των κινητών τηλεφώνων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπου για λόγους συντομίας η γλώσσα αποκτά μια συντομογραφική ελλειπτική απόδοση, με τη χρήση συχνά λατινοελληνικού αλφαβήτου, που ενέχει τις δικές του ολέθριες συνέπειες στην ορθογραφία των λέξεων.
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης θα πρέπει να αξιοποιήσουν την ισχυρή επιρροή που ασκούν στους νέους για να προωθήσουν ορθά γλωσσικά πρότυπα. Προκειμένου, ωστόσο, να το επιτύχουν, οφείλουν να αναβαθμίσουν σημαντικά το επίπεδο γλωσσικής έκφρασης τόσο των δημοσιογράφων και παρουσιαστών όσο και αυτό του εκφερόμενου λόγου στις ψυχαγωγικές εκπομπές.
Θα κλείσω το αναπόφευκτα περιορισμένο επιφυλλιδικό αυτό σημείωμα με τις εύστοχες επισημάνσεις του σημαντικού φιλόλογου ερευνητή- συγγραφέα Σαράντου Καργάκου ( Μικρά γλωσσικά, Εκδ. Ευθύνη): «Το μέλλον χρειάζεται την ελληνική για να υδροδοτείται από αυτή γλωσσικά. Όποια ευρωπαϊκή γλώσσα κι αν εξελιχθεί σε παγκόσμια γλώσσα, σε μία οικονομική lingua franca (η γλώσσα που χρησιμοποιείται ως μέσο επικοινωνίας μεταξύ ομιλητών που δεν έχουν κοινή μητρική γλώσσα), θα έχει την ανάγκη της ελληνικής η οποία και γι’ αυτό πρέπει να διατηρηθεί ζώσα, σφριγώσα και ακμαία. Οι καρποί της πάντα θα είναι καρποί και για το παγκόσμιο λεξιλόγιο της επιστήμης και του πολιτισμού. Γι’ αυτό το να υπηρετούμε με σεβασμό τη γλώσσα μας, είναι η μεγαλύτερη προσφορά στον παγκόσμιο γλωσσικό πολιτισμό».