Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος, Συγγραφέας
Προαιώνιο το ερώτημα. Ίσως, κατά βάθος και απολύτως, ρητορικό. Τι συνιστά ένα κείμενο λογοτεχνικό δείγμα γραφής; Ποια είναι αυτά τα μοναδικά συστατικά που δίνουν στη μεταφορά των εμπειριών μας, σ’ ένα κομμάτι χαρτί ή πλέον σ’ ένα αρχείο του υπολογιστή, τον χαρακτηρισμό της συγγραφικής τέχνης;
Κάποιοι επισημαίνουν με πάθος τη δύναμη της αφήγησης, της παράθεσης γεγονότων, την περιγραφή των καταστάσεων και των ανθρώπων που τις διαμορφώνουν, με εύληπτο μεν τρόπο αλλά όσο πιο ρεαλιστικά γίνεται, δίχως “περιττές”… σάλτσες, υπαρξιακές και λοιπές ψυχολογικές αναζητήσεις. Απλή, ατόφια αναφορά της αλήθειας, απηλλαγμένη από αναλύσεις, παράλληλους συλλογισμούς και χρονικά αναδιπλούμενες ιστορίες.
Άλλοι πάλι, θεωρούν αδιανόητο ο λόγος να περιορίζεται στην απλή μεταφορά στιγμών χωρίς καμιά εμβάθυνση στον ψυχισμό των ηρώων, τα κίνητρα τους, τις μεταβολές στις διαθέσεις. Οι περιγραφικές “σάλτσες” ή οι φιλοσοφικές παραβολές δεν λειτουργούν ως δείγμα συλλογιστικής, ρητορικής ή συγγραφικής επιδειξιμανίας αλλά ως απαραίτητο σουρεαλιστικό εργαλείο στην απέλπιδα προσπάθεια καταγραφής των συνειδησιακών διαδρομών.
Κι έρχεται, αδυσώπητο, το εύλογο ερώτημα. Μήπως όλο αυτό δεν είναι παρά μια συζήτηση άνευ πρακτικού αντικειμένου; Το εκφραστικό μοντέλο που κάθε γραφιάς επιλέγει χρησιμοποιήσει, μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τη θεματολογία και τους χαρακτήρες που επιδιώκει να σκιαγραφήσει. Ακόμη και εντός του ίδιου πονήματος οι τεχνικές και οι μέθοδοι απόδοσης είναι πιθανό να διαφέρουν, αν κάτι τέτοιο εξυπηρετεί την πλοκή αλλά και τους ευρύτερους συγγραφικούς στόχους.
Ας ηρεμήσουμε, λοιπόν, κι ας αφήσουμε τις υφολογικές αντιμαχίες για απείρως πιο σοβαρά ζητήματα. Η συγγραφή, όπως και το διάβασμα, αποτελούν προσωπικά στίγματα ενός απρόσμενου ταξιδιού.
Κανείς δεν δικαιούται να ορίσει από πριν, το μέσο αναχώρησης, τον τελικό προορισμό. Ούτε φυσικά διαθέτει κανείς το αλάθητο αισθητήριο και το αλάθητο κλειδί για την μοναδικότητα της αλήθειας.
Η τέχνη ή η… ατεχνία κρίνεται από το αγοραστικό κοινό κι από την πορεία ενός έργου μέσα στο χρόνο, στις δεύτερες και τις… τρίτες, πολλές φορές, αναγνώσει που αναδεικνύουν τα κρυμμένα μυστικά του λογοτεχνικού οίστρου. Ειρήνη ημίν, λοιπόν!