/Thomas Hobbes: Θεωρητικές απαρχές και φιλοσοφικές θέσεις

Thomas Hobbes: Θεωρητικές απαρχές και φιλοσοφικές θέσεις

Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης

Ο Thomas Hobbes υπήρξε ο πρώτος μεγάλος στοχαστής της εποχής της νεωτερικότητας που επιχείρησε να θεμελιώσει ένα ολοκληρωμένο σύστημα πολιτικής φιλοσοφίας πάνω στην κίνηση αλλά και μία νέα αντίληψη για την επιστήμη που είχε την αφετηρία της σε εκείνη την περίοδο και στην οποία συνέβαλε με τρόπο καθοριστικό και ο ίδιος.

Είναι ιστορικά τεκμηριωμένο πλέον πως η βασική ιδέα που με κύριο εκφραστή τον Γαλιλαίο, ήταν ότι η κίνηση μπορούσε να περιγράψει με τρόπο σχεδόν απόλυτο τις λειτουργίες της φύσης μέσα από μαθηματικά μοντέλα.

Ο ίδιος ο Hobbes άλλωστε υπήρξε μαθηματικός αλλά και θιασώτης της εισαγωγής της ευκλείδειας γεωμετρίας στην ανάλυση αλλά και την λειτουργία των κοινωνιών, καταλήγοντας στην ιδέα της πολιτικής υποχρέωσης προχωρώντας απαγωγικά στην επιστημονική μετάβαση από αξιώματα σε θεωρήματα που είχαν αδιαμφισβήτητη ισχύ, όπως οι μαθηματικές αποδείξεις και αλήθειες.

Ταυτόχρονα υπήρξε και συχνά ακραίος εμπειριστής. Παρόλα αυτά κατέφυγε στην εμπειρία όχι για να θεμελιώσει την πολιτική του φιλοσοφία, αλλά επιδίωκε να ανατρέψει την κοσμοθεωρία των πλασματικών κόσμων της θρησκείας και της παράδοσης.

Μ αυτές τις μεθόδους καταλήγει στο νευραλγικό φιλοσοφικό συμπέρασμα που αποτελεί καταλύτη για την συνέχιση του φιλοσοφικού εγχειρήματος, δηλαδή ότι μέσα από την εμπειρία παρατηρούμε κανονικότητες αποκτώντας μία σχετική γνώση που αφορά το μερικό αλλά όχι την γνώση των αιτιών, που είναι απαραίτητη για να τεκμηριωθεί η επιστημονική γνώση και ευρύτερα η επιστήμη.

Γι αυτό και ο Hobbes ουσιαστικά ζητάει από τους ανθρώπους να εμπιστεύονται την εμπειρία και όχι τις υπερφυσικές δυνάμεις που προτείνουν οι θρησκείες, απορρίπτοντας ταυτόχρονα τον εμπειρισμό σε μεθοδολογικό και εμπειρικό επίπεδο.

Ο Hobbes αναλύει τον σύμπαν με τρόπο συχνά μηχανιστικό σαν αυτό να αντιτίθεται από ποιοτικά αδιαφοροποίητη ύλη της οποίας οι διαφορές ανάγονται αποκλειστικά σε γεωμετρικές ιδέες όπως η ένταση, η θέση και η μάζα. Στο πλαίσιο ακριβώς ενός σύμπαντος που συνθέτουν σωματίδια σε αδιάκοπη κίνηση ο Hobbes ενέταξε τον άνθρωπο, που τον αντιλαμβάνεται ως ένα αυτόματο ον, με χαρακτηριστικά μηχανής που έχει στο εσωτερικό της με την μορφή ενέργειας και την πηγή της κίνησης της.

Σύμφωνα με τον Βρετανό φιλόσοφο τα ζωτικά όργανα του ανθρώπινου σώματος είναι απλά τα βασικά εξαρτήματα της μηχανής που λέγεται άνθρωπος.

Πιο συγκεκριμένα η καρδιά είναι το ελατήριο, τα νεύρα κορδόνια και οι αρθρώσεις μοχλοί που μεταδίδουν την κίνηση, ενώ στην ίδια την κίνηση βρίσκει αντιστοιχίες με τις ανθρώπινες επιθυμίες και η μεγαλύτερη από τις ανθρώπινες είναι η συνέχιση της κίνησης που μετουσιώνεται στην ζωή. Στον αντίποδα ο μεγαλύτερος ανθρώπινος φόβος είναι η διακοπή της κίνησης.

Για τον Hobbes δεν υφίστανται άλλες αξίες. Οι άνθρωποι από την φύση τους διακατέχονται από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και αποδέχονται ως καλό οτιδήποτε συνεισφέρει στην επιβίωση τους. Η ψυχολογική διάθεση και οι καταστάσεις ανάμεσα στους ανθρώπους αναλύονται για τον Hobbes με όρους κίνησης. Η διάθεση αποτελεί απλή κίνηση προς ένα αντικείμενο ενώ η απομάκρυνση από αυτό και η περιφρόνηση απλά αδιαφορία προς αυτό. Στο πλαίσιο αυτής της μηχανιστικής αντίληψης ο ρόλος του λόγου περιορίζεται δραστικά από την υπολογιστική ικανότητα των ανθρώπων και η βούληση ως βασικός μοχλός των ανθρώπινων δραστηριοτήτων αποτελεί την κατάληξη της σύγκρουσης ανάμεσα στις ανθρώπινες επιθυμίες, όπου η βάση μιας φυσικής νομοτέλειας, η ισχυρότερη επιθυμία υπερισχύει των υπολοίπων.

Με βάση όλα τα παραπάνω ο Hobbes εισάγει στον φιλοσοφικό διάλογο μία στενά μηχανιστική αντίληψη της ανθρώπινης φύσης που πλαισιώνεται με μια ντετερμινιστική αντίληψη των ανθρώπινων συμπεριφορών. Αυτό το κρίσιμο φιλοσοφικό σημείο, αποτελεί και την αφετηρία της χομπσιανής φιλοσοφίας σε σχέση με την έννοια της ελευθερίας.

Όπως όλοι οι ντετερμινιστές ο Hobbes δίνει διαφορετική έννοια στην ελεύθερη βούληση,

υποστηρίζει πως η ελευθερία δεν αποτελεί ιδιότητα ή κατάσταση βούλησης καθώς η βούληση δεν είναι ελεύθερη αφού καθορίζεται με βάση την αιτιότητα από μία ακολουθία ψυχικών γεγονότων, που ο Άγγλος φιλόσοφος χαρακτηρίζει ως κίνητρα.