/The Social Dilemma: Μια ουτοπική πραγματικότητα

The Social Dilemma: Μια ουτοπική πραγματικότητα

Γράφει η Γαβριέλα Ραπασάνη

Αφορμώμενη από το νέο ντοκιμαντέρ του Netflix, το οποίο παρακολούθησα πρόσφατα, με όνομα The Social Dilemma, λαμβάνω το θάρρος να καταθέσω κάποιες από τις προσωπικές σκέψεις που μου γεννήθηκαν, παρακολουθώντας το.

Το έργο καταφέρνει να κεντρίσει την προσοχή του θεατή από τα πρώτα μόλις λεπτά,

αφού ευθύς πραγματεύεται το θέμα της επίδρασης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (social media), τόσο στην ψυχολογία των ανθρώπων, όσο και στον τρόπο, που  αντιλαμβάνονται την κοινωνική πραγματικότητα γύρω τους,  τα ερεθίσματα του έξω κόσμου, με σκοπό την χειραγώγησή τους και την διαμόρφωση αμφιλεγόμενων απόψεων, υπό το πρίσμα της δήθεν πληροφόρησης.

Στο ντοκιμαντέρ συμμετέχουν πρώην μηχανικοί της Σίλικον Βάλλευ όπως ο Tristan Harris, Bailey Richardson, Joe Toscano, και πολλοί άλλοι , οι οποίοι διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην δημιουργία των μέσων αυτώ , όπως τα γνωρίζουμε και τα χρησιμοποιούμε όλοι σήμερα, χωρίς να συνυπολόγιζαν τότε  τις επιζήμιες συνέπειες που θα προκαλούνταν από την αλόγιστη χρήση της τεχνολογίας. Κατά την διάρκεια της συνέντευξής τους, γίνεται συχνά λόγος για την τακτική που ακολουθούν οι μεγάλες αυτές εταιρίες, μέσω αλγορίθμων, ώστε να καθηλώνουν τους χρήστες στις συσκευές τους , προκειμένου να μεγιστοποιήσουν το κέρδος τους.

Έτσι, μέσω του συνεχούς καταιγισμού διαφημίσεων και των προσωπικών δεδομένων που περισυλλέγουν από τον καθένα, βάσει δηλαδή των προτιμήσεων, του φύλου και της ηλικίας τους , διαμορφώνουν αντιστοίχως την κάθε ξεχωριστή , ατομική, μοναδική εικόνα , συμβάλλοντας όλο και περισσότερο στον εθισμό τους. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος αντιμετωπίζεται ως μέσο και όχι ως σκοπός.

Ένα άλλο, και δυστυχώς όχι ασυνήθιστο φαινόμενο, που θίγεται είναι αυτό της κοινωνικο-πολιτικής προπαγάνδας και παραπληροφόρησης 

που επικρατεί αρκετά στο διαδίκτυο, φανατίζοντας και ετεροκατευθύνοντας τους χρήστες προς τον ενστερνισμό ακραίων, πολιτικών ιδιαίτερα απόψεων, με αποτέλεσμα την αναπόφευκτη πόλωση και μισαλλοδοξία ανάμεσα στα πλήθη. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα σε εθνικό επίπεδο, αποτελεί η έντονη αντιπαράθεση ανάμεσα σε άτομα με καπιταλιστικές και αντικαπιταλιστικές πεποιθήσεις, ενώ όσον αφορά τον τομέα της ενημέρωσης οι απόψεις για την προέλευση του κορονοϊού και την ραγδαία εξάπλωσή του παγκοσμίως ολοένα και πληθαίνουν ακόμα και έπειτα από τόσους μήνες.

Κάτι που αδιαμφισβήτητα αποτελεί μια αθέατη πτυχή του προβλήματος είναι η ψυχολογική μετάπτωση των ατόμων ιδιαίτερα μικρών σε ηλικία , καθώς και η συνεχής αύξηση  των ποσοστών αυτοκτονίας στα νέα παιδιά ειδικά στις χώρες των ΗΠΑ. Εγκλεισμένοι σε μια στρεβλή και εικονική πραγματικότητα, οι νέοι ενδιαφέρονται πλέον για την απόκτηση όλο και περισσότερων likes και followers, παρακολουθούν ανελλιπώς τις “ευτυχισμένες” ζωές των άλλων και πολλές φορές οδηγούνται μέχρι και στην κατάθλιψη, επειδή η δική τους καθημερινότητα δεν φαντάζει τόσο χαρούμενη. Κυρίως για τα μικρά κορίτσια, τα οποία προκειμένου να ανταποκριθούν στα συγκεκριμένα πρότυπα ομορφιάς που ακολουθούν , δεν είναι σε θέση να αγαπήσουν και να αποδεχθούν τους εαυτούς τους γι’ αυτό που είναι, βιώνουν αρνητικά συναισθήματα και προσπαθούν διαρκώς να αλλάξουν , αναζητώντας την διαρκή αποδοχή και έγκριση των άλλων.

Καταλήγοντας προς το τέλος του ντοκιμαντέρ, εκφράζονται αρκετές γνώμες αναφορικά για το μέλλον, οι οποίες συνοψίζονται στην ευθύνη του καθενός από εμάς να αλλάξουμε την υπάρχουσα κατάσταση και να αντιμετωπίζουμε κριτικά οτιδήποτε και αν συμβαίνει, λειτουργώντας λελογισμένα και με σύνεση. 

Προσωπικά, αν και οι περισσότερες απόψεις με βρίσκουν σύμφωνη, θεωρώ κάπως υπερβολικό τον τρόπο με τον οποίο επιλέγει να παρουσιάσει την υφιστάμενη πραγματικότητα και τα δεδομένα της σημερινής εποχής , όμως εν μέρει τον κατανοώ, αφού ο απώτερος σκοπός του είναι να  ευαισθητοποιήσει και να αφυπνίσει τις συνειδήσεις των ανθρώπων, αντί να τους μετατρέψει σε άβουλα πλάσματα. Σε κάθε περίπτωση το συνιστώ ανεπιφύλακτα προς παρακολούθηση , καθώς αποτελεί μια ευκαιρία για στοχασμό και περισυλλογή, κερδίζοντας και τον πιο απαιτητικό τηλεθεατή