/The Pale Blue Eye – Βλέμμα από Γαλάζιο

The Pale Blue Eye – Βλέμμα από Γαλάζιο

Γράφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος

Όταν θα έχουμε ταξινομήσει όλα τα ερωτήματα της ζωής, θα έχουμε δώσει κάθε απάντηση, θα μαζεύουμε τα συμπράγκαλά μας να λησμονηθούμε στο φως της αιωνιότητας, ένα χέρι θα μας γραπώσει από το σβέρκο. Θα είναι το βαρύ χέρι από μέταλλο των ανεξερεύνητων και αναπάντεχων επιθυμιών μας, το οποίο θα μας καθίσει στον πυρωμένο βράχο της ανάκρισης και θα ξαναρχίσει πάλι η βάσανος της αναζήτησης των βαθύτερων πόθων και αναγκών μας. Το μυστήριο των επιθυμιών, των τραυμάτων και των πόθων είναι ο πυρήνας όλων των σπουδαίων ζητημάτων που μας απασχολούν και το μυστήριο και το ημίφως είναι τα κλειδιά για τον παράδεισο, του οποίου θα βλέπουμε μερικές φορές κάποιες γωνιές, αλλά δεν θα επισκεφθούμε ποτέ ολοσχερώς.

Χειμώνας του 1830 στο Γουέστ Πόνιντ, ένας δόκιμος βρίσκεται απαγχονισμένος σκεπασμένος από την πρωινή ομίχλη. Το πτώμα του άτυχου νέου μεταφέρεται στο νεκροτομείο και με την πρώτη ματιά ο γιατρός διαπιστώνει ότι η καρδιά του δόκιμου έχει αφαιρεθεί με τρόπο που απαιτεί κάποια ικανότητα και γνώση. Οι υπεύθυνοι αξιωματικοί φοβούμενοι  το σκάνδαλο που μπορεί να ξεσπάσει αλλά και τον φόβο και το άγχος που μπορεί να προκληθεί στους υπόλοιπους δόκιμους της σχολής καλούν τον Ογκούστους Λαντόρ (Κρίστιαν Μπέιλ), έναν ντόπιο ντετέκτιβ, να αναλάβει την υπόθεση και να φέρει στο φως τις αιτίες και κυρίως τους υπευθύνους του εγκλήματος κι όλα αυτά με απόλυτη μυστικότητα γιατί σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αμαυρωθεί το όνομα της Ακαδημίας. Ο θάνατος του νέου δίνει καινούργιο ενδιαφέρον αλλά και σκορπά ανησυχίες στην στρατιωτική Ακαδημία. Εξετάζοντας πιο προσεκτικά το πτώμα, ο Landor βρίσκει ένα μικρό κομμάτι από ένα σημείωμα σφιχτά σφιγμένο στο χέρι του νεκρού δόκιμου. Τα σημάδια που βρίσκει στο λαιμό και τα δάχτυλα του Φράι αποδεικνύουν ότι δεν αυτοκτόνησε, αλλά δολοφονήθηκε. Ο Λαντόρ στις πρώτες του κιόλας προσπάθειες να διερευνήσει το έγκλημα προσκρούει στο δεσμευτικό κώδικα σιωπής που τυλίγει όλους τους δόκιμους της σχολής. Με την άδεια των επικεφαλής της Ακαδημίας ο ντετέκτιβ αρχίζει να συνεργάζεται με ένα δόκιμο, ο οποίος ήδη έχει εκδηλώσει έντονο ενδιαφέρον για τη δολοφονία του συναδέλφου του. Ο νέος δόκιμος δεν έχει και σε μεγάλη υπόληψη τη δομή και λειτουργία της στρατιωτικής σχολής, μεγαλύτερη είναι η έγνοια του για την ποίηση, τα περίεργα συμβάντα, τα παράξενα δρώμενα, τα σκοτεινά γεγονότα της ζωής. Δείχνει να φλέγεται ο νεαρός για να διασχίσει όλη την αχανή έρημο που χωρίζει την ανθρώπινη συμπεριφορά από το μυστηριώδες και το σκοτεινό, το περίπλοκο και το δυσνόητο. Ο νεαρός δόκιμος συστήνεται ως Έντγκαρ Άλαν Πόε (Χάρι Μέλινγκ), και δεν είναι συνωνυμία, είναι πράγματι ο ταλαντούχος, ακόμα, ποιητής που θα διασχίσει τον ορθολογισμό διαγώνια για να ρίξει φως στο ζοφερό και ασύλληπτο της ανθρώπινης ύπαρξης μέσω του μυστηρίου και της φαντασίας. Ο Πόε και ο Λάντορ συμπεραίνουν από το απόσπασμα του σημειώματος που βρέθηκε στο χέρι του θύματος ότι κάποιος καλούσε τον Φράι σε μυστική επείγουσα συνάντηση. Μια αγελάδα και ένα πρόβατο βρίσκονται σφαγιασμένες στην περιοχή και με  τις καρδιές τους να έχουν αφαιρεθεί, κάτι που οδηγεί τους δυο πια ντετέκτιβ στο συμπέρασμα  ότι κάποιες τελετουργίες μαύρης μαγείας είναι συνδεδεμένες με τη δολοφονία. 

Διαρκούσης της ερεύνης ένας άλλος δόκιμος, ο Μπάλινγκερ, εξαφανίζεται και αργότερα βρίσκεται απαγχονισμένος, του έχουν αφαιρεθεί η καρδιά και τα γεννητικά όργανα. Πριν κοπάσει η νέα αναταραχή και τα πρόσθετα ερωτήματα ένας τρίτος συνάδελφος των δύο θυμάτων εξαφανίζεται. Η υπόθεση παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις  για την Ακαδημία και για τους υπευθύνους της και για το γόητρο του ντέτεκτιβ, στον οποίο σιγά, σιγά αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους  οι επικεφαλής αξιωματικοί της σχολής.

Το σενάριο της ταινίας είναι διασκευή του ομότιτλου μυθιστορήματος του Αμερικανού συγγραφέα Louis Bayard (Λούις Μπάγιαρντ).

Οι New York Times έγραψαν για το βιβλίο ότι είναι «ένα συγκλονιστικά έξυπνο και ευλαβικά μη συναισθηματικό νέο μυθιστόρημα που διαβάζεται σαν ένα χαμένο κλασικό βιβλίο». 

Το Netflix υποδέχτηκε την Παρασκευή 6 Ιανουαρίου την πολυαναμενόμενη ταινία μυστηρίου – whodunit με τίτλο «The Pale Blue Eye». Πριν κάνει πρεμιέρα στην πλατφόρμα, η ταινία είχε κυκλοφορήσει στις 23 Δεκεμβρίου σε επιλεγμένες αίθουσες. Σκηνοθέτης της ταινίας είναι ο Σκοτ Κούπερ (Scott Cooper) Crazy Heart (2009), Out of the Furnace (2013), Black Mass (2015), Hostiles (2017). Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι Τζίλιαν Άντερσον, Λούσι Μπόιντον, Σαρλότ Γκενσμπούργκ, Τόμπι Τζόουνς, Χάρι Λότι, Σάιμον Μακ Μπέρνεϊ, Χάντλι Ρόμπινσον, Τίμοθι Σπαλ και Ρόμπερτ Ντουβάλ.

Ο Κούπερ ξεκίνησε να γράφει το The Pale Blue Eye πριν από μια δεκαετία. «Την εποχή που το έγραφα ο Κρίστιαν Μπέιλ, ο οποίος είναι ο πιο στενός μου φίλος και συνεργάτης, θα ήταν πολύ νέος για να υποδυθεί τον γερασμένο και συνταξιούχο αστυνόμο Αύγουστο Λάντορ, τώρα είναι στην ιδανική ηλικία», σημειώνει ευχαριστημένος «Θέλω να κάνω ταινίες που με ωθούν σε ένα διαφορετικό, ίσως άβολο χώρο, αλλά χαίρομαι που ο Κρίστιαν πηγαίνει εκεί μαζί μου. Ήθελα να το κάνω αυτό για πάνω από μια δεκαετία και, ευτυχώς για μένα, ο Κρίστιαν έχει γεράσει τέλεια στον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα».

Η εντυπωσιακή παρουσία του Κρίστιαν Μπέιλ με τις συναρπαστικές, κάποιες φορές νωχελικές, κάποιες άλλες αστραπιαίες εκφράσεις του, που συνεχώς όμως κλιμακώνονται και προς το τέλος της ταινίας απογειώνονται σε ιδιαίτερης ομορφιάς ερμηνευτικές στιγμές.

Αντάξιος συμπρωταγωνιστής του ντετέκτιβ είναι ο Χάρι Μέλινγκ, ο οποίος έχει και το πλεονέκτημα φυσιογνωμίας, μιας και μοιάζει ιδιαίτερα στον σπουδαίο ποιητή. Ο Χάρι Μέλινγκ ερμηνεύει με ακρίβεια τον Έντγκαρ Άλαν Πόε, του οποίου  το λογοτεχνικό έργο του είχε σημαντική επίδραση στην παγκόσμια λογοτεχνία, αποτελώντας θεμέλιο λίθο για την εξέλιξη σύγχρονων λογοτεχνικών ειδών, όπως η αστυνομική λογοτεχνία ή οι ιστορίες τρόμου και φαντασίας.

Η φωτογραφία του Ιάπωνα Μασανόμπου Τακαγιανάγκι είναι ένα από τα πλεονεκτήματα της ταινίας, ο σπουδαίος φωτογράφος ερμηνεύει τη βαρυχειμωνιά και τις ρωγμές του παγωμένου τοπίου με άνεση και καθαρότητα δημιουργώντας την γοτθική ατμόσφαιρα που απαιτείται. Ο Τακαγιανάγκι κλέβει από το χιονισμένο τοπίο της κοιλάδας του Χάντσον, όλη την παγωνιά και το ακατάσχετο μπλε και μας το προσφέρει γενναιόδωρα, αφού πρώτα μας το αναμείξει με το βαθύ κόκκινο που αναβλύζει από τα τζάκια των οικιών και της Ακαδημίας  και τις ρυτιδιασμένες επιδερμίδες των ηρώων.

Το αστυνομικό μυστήριο στην ταινία ζυγίζεται πάνω από το χιονισμένο τοπίο σαν το πεινασμένο γεράκι και συναντιέται με την ποίηση, την ευαισθησία και το απόκοσμο, που ρέει από κάτω, στην παγωμένη κοιλάδα, όπως τα άγρια νερά του ποταμού Χάντσον, λίγο έξω από τη Νέα Υόρκη, παρασύροντας όλα τα ερωτήματα που τίθενται για τη ζωή, το χρέος, τον θάνατο και την απώλεια. Δεν έχουμε όμως κανένα λόγο να τρομάζουμε και για τίποτα, ο μεγάλος ποιητής μας τα έχει ξεκαθαρίσει αυτά εδώ και πολλά χρόνια, «Ό,τι βλέπουμε δεν είναι παρά ένα όνειρο μέσα σε όνειρο» γι αυτό ας το εισπνεύσουμε μέχρι τελευταίας ρανίδος.