Ο τραγουδοποιός Θανάσης Σκαργιώτης με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του δεύτερου προσωπικού του δίσκου «Της χαραυγής το αχ» παραχωρεί συνέντευξη στο CulturePoint.gr και τον Κωνσταντίνο Μανίκα.
1. Η έμπνευση ή η σκληρή δουλειά, παίζει τον σημαντικότερο ρόλο για ένα επιτυχημένο έργο;
Θεωρώ ότι είναι ο συνδυασμός και των δύο. Την έμπνευση την προκαλώ, καλλιεργώντας την παρατηρητικότητά μου, τη διαίσθηση και βάζοντας τον εαυτό μου πάνω από ένα λευκό χαρτί και μία κιθάρα. Εκεί “συλλαμβάνεται” το πρωτογενές υλικό, ο πυρήνας. Όμως, όλο το υπόλοιπο είναι σκληρή δουλειά και έντονη αναμέτρηση με την υπομονή μου, τις γνώσεις πάνω στο αντικείμενο και τη φαντασία. Διαδικασία άλλοτε επίπονη, άλλοτε διασκεδαστική και λυτρωτική.
2. Τι ρόλο έχει πλέον η μουσική, στην ψηφιακή εποχή μας;
Νομίζω ότι είναι αλληλένδετα. Μέσα από ψηφιακές πλατφόρμες ακούς καινούρια τραγούδια, ενημερώνεσαι για νέους καλλιτέχνες, αλλά και με αφορμή τη μουσική ενημερώνεσαι για νέες πλατφόρμες. Είναι μία καινούρια γνώση, μία νέα “τάξη πραγμάτων” που θεωρώ ότι πρέπει να αποδεχτούμε, να την κατανοήσουμε και να πορευτούμε μαζί της. Δυστυχώς, δεν υπάρχει το φίλτρο και μπορεί να χαθείς μέσα στον βομβαρδισμό της πληροφορίας, ωστόσο, υπάρχει η ελευθερία έκφρασης και αναζήτησης την οποία μπορούμε να εκμεταλλευτούμε και ως ακροατές και ως δημιουργοί. Ένα τελευταίο που θα ήθελα να θίξω είναι η προσαρμογή όλων μας κατά τη μίξη και το mastering του ηχητικού υλικού. Λαμβάνουμε υπόψη, πλέον, το ότι ο κόσμος ακούει μουσική από κινητά, tablet κτλ. που σαφώς και αλλοιώνουν τον πραγματικό ήχο που βγάζουμε στο στούντιο.
3. Ο στίχος προηγείται της μελωδίας ή το αντίστροφο;
Συνήθως η μελωδία. Η μουσική μού βγαίνει πιο αβίαστα, στον στίχο χρειάζομαι μεγαλύτερη ηρεμία και συγκέντρωση. Η δυσκολία που προκύπτει μετά είναι ότι πρέπει να γράψω τα λόγια σε συγκεκριμένα μέτρα και φόρμες που αυτό είναι αρκετά δεσμευτικό. Γι’ αυτό, προσπαθώ τις μελωδίες που σκαρώνω να μην τις ολοκληρώνω πριν γράψω, έστω, ένα μεγάλο μέρος του στίχου. Δεν το πετυχαίνω πάντα, αλλά το “παίδεμα” αποτελεί μέρος της δημιουργίας και της εκπαίδευσης.
4. Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι οι πέντε δίσκοι που θα θέλατε μαζί σας;
«Θεσσαλονίκη-Γιάννενα, με δυο παπούτσια πάνινα» Goran Bregovic – Γιώργος Νταλάρας, «Στροφή» Νίκος Πορτοκάλογλου, «Letter To You» Bruce Springsteen, «Fields Of Gold, The Best Of Sting 1984 -1994» Sting, «Aλεξίου – Μάλαμας – Ιωαννίδης, ζωντανή ηχογράφηση από το θέατρο Λυκαβηττού» και «Στέλιος Καζαντζίδης – Οι μεγαλύτερες επιτυχίες του».
5. Διαλέγετε παρέα για ολιγοήμερη απόδραση. Ποιους καλλιτέχνες, ανεξαρτήτως ιστορικής περιόδου δράσης, θα συμπεριλαμβάνατε;
Δήμητρα Γαλάνη, Σωκράτης Μάλαμας, Bruce Springsteen, Dikanda, Alt-J, Caro Emerald, Beirut.
6. Πώς θα περιγράφατε συνοπτικά το νέο digital album σας «Της χαραυγής το αχ»;
«Της χαραυγής το αχ» κρύβει τους αναστεναγμούς της λύτρωσης, της ψυχικής ανάτασης αλλά και της στεναχώριας, κρύβει τρυφερότητα, απόγνωση και τα όνειρα του καθενός. Είναι το «αχ» του φόβου αλλά και της λαχτάρας και της επιθυμίας για το άγνωστο που χαράζει. Ο δίσκος είναι μια γέφυρα ανάμεσα στο δυτικό μουσικό μου κόσμο και την παράδοση. Κυριαρχεί το παραδοσιακό στοιχείο και τα τραγούδια είναι ντυμένα με ακουστικό φυσικό ήχο.
7. Πως προέκυψε η συνεργασία σας με τον σπουδαίο Θύμιο Παπαδόπουλο;
Τον Θύμιο Παπαδόπουλο τον εκτιμούσα και τον θαύμαζα ανέκαθεν. Ένας εμπνευσμένος καλλιτέχνης με έντονη μουσική διαίσθηση και γενναιοδωρία. Βρεθήκαμε τυχαία στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, καθώς επιστρέφαμε Αθήνα και οι δύο από παραστάσεις. Εκείνος καθόταν με τον Κώστα τον Θωμαΐδη και είπαμε δυο κουβέντες οι τρεις μας. Ο Κώστας Θωμαΐδης υπήρξε για χρόνια δάσκαλός μου στο τραγούδι. Είπαμε στον Θύμιο ότι έχω υλικό που θα ήθελα να το κάνουμε παρέα και ανταλλάξαμε τηλέφωνα. Επικοινωνήσαμε λίγους μήνες μετά, πήγα στο στούντιο στην Πετρούπολη να ακούσει τα τραγούδια και, με μεγάλη μου χαρά, αποφασίσαμε να ετοιμάσουμε τον δίσκο.
8. Ποια θεωρείτε την πιο χαρακτηριστική φράση από τα τραγούδια σας;
Νομίζω ότι είναι διαφορετική κατά περιόδους. Τώρα θα έλεγα: “Και τώρα πώς γυρίζεις στα τσιμέντα; σε ποια αγκαλιά να αφήσεις την ποδιά; ” Από το τραγούδι «Η Γιαγιά» το οποίο έγραψα έχοντας στο μυαλό μου τη γιαγιά, την μάνα του πατέρα μου, που την φέρναμε με χίλια παρακάλια στην πόλη, για να μην είναι μόνη στο χωριό τους κρύους μήνες του χειμώνα. Είναι γραμμένο για τις γιαγιάδες και τους παππούδες που αρνούνται πεισματικά, ακόμα και την τελευταία στιγμή, να εγκαταλείψουν τον τόπο τους.
9. Με ποιο τραγούδι ή και άλμπουμ θα “ντύνατε” μουσικά την πιο σημαντική στιγμή της ζωής σας;
Ίσως με το τραγούδι «Θαλασσάκι μου» – στίχοι: παραδοσιακό, μουσική: παραδοσιακό/ διασκευή: Αντώνης Απέργης.
10. Αναγνωρίζετε γρήγορα τα λάθη σας και ποια συγχωρείτε ευκολότερα στους άλλους;
Με τον καιρό, τα αναγνωρίζω πιο εύκολα και προσπαθώ να βρω τρόπους να μην τα επαναλάβω, ιδίως όταν αφορούν άλλους ανθρώπους που μπορεί να έχω πληγώσει. Δεν τα καταφέρνω πάντα, αλλά γενικά αναλαμβάνω την ευθύνη των πράξεων μου και είμαι σκληρός και απαιτητικός με τον εαυτό μου. Συγχωρώ ευκολότερα τα λάθη που πηγάζουν από την απερισκεψία, την αδυναμία και την αφέλεια, τον υπερβάλλοντα ζήλο και τον ενθουσιασμό. Δεν ανέχομαι το θράσος και την ανηθικότητα.
11. Αν για την καριέρα σας έπρεπε να απομακρυνθείτε σημαντικό διάστημα από την οικογένεια σας, θα το κάνατε;
Εξαρτάται. Αν ήμουν σίγουρος ότι τα θεμέλιά μας ήταν τόσο βαθιά, που δεν θα υπήρχε ανασφάλεια από καμία πλευρά, ίσως να το έκανα. Όμως, στην πρώτη συννεφιά θα επέστρεφα αμέσως. Ό,τι καριέρα και να χτίζεις, όσα τραγούδια και να γράφεις, αν όλα αυτά δεν τα μοιράζεσαι με τον άνθρωπό σου δεν έχουν και πολύ νόημα.
12. Χρειάζεται περισσότερος ρομαντισμός ή ρεαλισμός στις ζωές μας;
Δεν μπορώ να φανταστώ το ένα χωρίς το άλλο. Η ζωή μας είναι γρήγορη, έντονη, απαιτητική και πολλές φορές σκληρή. Ο ρεαλισμός σού δημιουργεί μια σταθερότητα που είναι απαραίτητη στις μέρες μας. Αν είσαι περισσότερο ρομαντικός κινδυνεύεις, πια, να γίνεις γραφικός και να χάσεις τη ροή. Ταυτόχρονα, όμως, ο ρομαντισμός αποτελεί μια διαφυγή, μία χρωματισμένη νότα ανάσας, που σε κάνει να βλέπεις φως στη μαυρίλα. Προσωπικά, χρειάζομαι και τα δύο, αλλά, νομίζω, υπερτερεί μέσα μου το ρεαλιστικό στοιχείο. Ωστόσο, θα έλεγα ο καθένας να γέρνει εκεί που γίνεται πιο λειτουργικός στην καθημερινότητά του.