/TÁR – Δικαιούται τα Όσκαρ που διεκδικεί;

TÁR – Δικαιούται τα Όσκαρ που διεκδικεί;

Γράφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος

Οι λέξεις μπορεί να είναι τα πλήκτρα του μυαλού, αλλά με τις δανεικές  νότες των σπουδαίων μουσικών έργων αφηγούμαστε τις καλύτερες ιστορίες στην ψυχή μας, γιατί καμιά μαγεία δεν είναι τόσο σαγηνευτική όσο αυτή της μουσικής. Όλες οι τέχνες πασχίζουν να μετατρέψουν τον χώρο σε χρόνο, μόνο η μουσική είναι αυτή που μετατρέπει τον χρόνο σε χώρο, μέτρο δε της ανθρώπινης ευαισθησίας είναι ο τρόπος που θα  κοσμήσει αυτόν τον χώρο. Εκεί πάνω, λοιπόν, που όλα μοιάζουν ολοκάθαρα, σαν το απάτητο χιόνι, εκεί που η εξουσία φαντάζει σαν κοφτερός πάγος, η αλήθεια, η σκέψη και η ευαισθησία λυσσομανούν να βρουν χώρο, χρόνο και όραμα για να ανασάνουν. 

Η Λίντια Ταρ είναι μια αναγνωρισμένη μαέστρος, μαθήτρια του Λέοναρντ Μπερνστάιν και στην κορύφωση της καριέρας της διευθύνει τη Φιλαρμονική του Βερολίνου.

Δεν κρύβει τις ερωτικές της προτιμήσεις, συζεί με την πρώτη βιολονίστρια της ορχήστρας της με την οποία έχουν υιοθετήσει ένα κοριτσάκι. Η Λίντια Ταρ στο απόγειο της καριέρας της ετοιμάζεται να ηχογραφήσει την Πέμπτη Συμφωνία του Γκούσταβ Μάλερ ένα όνειρο ζωής γι αυτήν. Η ζωντανή ηχογράφηση που ετοιμάζει είναι η δικαίωση της πολυσχιδούς καριέρας της. Παράλληλα ετοιμάζει ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο που μοιάζει με επιστέγασμα  του ενδιαφέροντος βίου της.

Όλα τρέχουν σε μια συμφωνία στη ζωή της Λίντια Ταρ η τελειότητα την αγγίζει με τα ακροδάχτυλα της και η μαέστρος την απολαμβάνει, αφού πρώτα έχει αγωνιστεί γι αυτήν και έχει δώσει όλο της το είναι για να ζήσει αυτήν την ολοκλήρωση και σε προσωπικό και σε καλλιτεχνικό επίπεδο.  Η Λίντια Ταρ είναι πια πολύ καιρό στην κορυφή. Όποιος θέλει να λιθοβολήσει κάποιον για να αναδειχθεί ο ίδιος ή για να δώσει υπόσταση και ζωή στις απόψεις και τους σκοπούς του την κορυφή θα σημαδέψει. Οι μικρές επιθέσεις διαδέχονται η μία την άλλη, η άρρωστη πολιτική ορθότητα  η οποία σκοπό έχει να αρρωστήσει το σύμπαν, βρίσκει ρωγμές στην συμπεριφορά της Λίντια και ορμά με σκοπούς καταστροφικούς γι αυτήν και το έργο της. Η συμφωνία διαταράσσεται, μικροί θόρυβοι εισβάλουν από παντού, σκορπίζουν σύγχυση. Οι μικροί όμως θόρυβοι μεγεθύνονται σιγά, σιγά και διασπούν την αρμονία που με τόσο κόπο και αυταπάρνηση είχε επιτύχει η μαέστρος. 

-Πρέπει να σταθείτε μπροστά στο Θεό και το κοινό και να αφανιστείτε, προτρέπει τους συνεργάτες της. Αλλά «Αν θες να δοκιμάσεις τον χαρακτήρα κάποιου, δώσ’ του εξουσία», έλεγε ο Αβραάμ Λίνκολν.

Σε πρόσφατη συνέντευξή της στους Sunday Times, η κορυφαία γυναίκα μαέστρος, Μάριν Άλσοπ για την οποία γίνεται αναφορά στην ταινία, δήλωσε, «Προσβλήθηκα ως γυναίκα, προσβλήθηκα ως μαέστρος, προσβλήθηκα ως λεσβία» διαμαρτυρήθηκε η Μάριν Άλσοπ. «Υπάρχουν τόσοι πολλοί άντρες – πραγματικοί καταγεγραμμένοι άντρες – στους οποίους αυτή η ταινία θα μπορούσε να βασιστεί, αλλά, αντίθετα, όχι μόνο βάζει μια γυναίκα στον ρόλο, αλλά της δίνει όλα τα χαρακτηριστικά αυτών των ανδρών. Αυτό φαίνεται αντιγυναικείο. Σε δηλώσεις στο BBC Radio 4 η Κέιτ Μπλάνσετ είπε  «Έχω τον απόλυτο σεβασμό για την Μάριν Άλσοπ. Είναι πρωτοπόρος μουσικός και μαέστρος» απάντησε. «Και είναι μια πολύ προκλητική ταινία και θα προκαλέσει πολλές έντονες αντιδράσεις στον κόσμο» συμπλήρωσε η πρωταγωνίστρια. «Αυτό που θέλαμε να κάνουμε ο σκηνοθέτης Τοντ Φιλντ και εγώ ήταν να δημιουργήσουμε μια πραγματικά ζωντανή συζήτηση. Επομένως, δεν υπάρχουν σωστές ή λάθος απαντήσεις στα έργα τέχνης» εξήγησε.

O σκηνοθέτης Τοντ Φιλντ (In the bedroom και Little Children) στην τρίτη μόλις ταινία του, μετά από απουσία 16 ετών, οργανώνει μια σπουδαία ταινία από την αρχική ιδέα μέχρι το μοντάζ και τη διαφήμιση της ταινίας.

«Οι ταινίες μου αφορούν το πώς κρίνουμε τους άλλους. Γι’ αυτό κάνω ταινίες, για να διατηρώ το δικαίωμα να βλέπω τους πρωταγωνιστές όπως νομίζω, και συνήθως είναι και άγγελοι και διάβολοι» υπογραμμίζει ο δημιουργός της ταινίας και συνεχίζει «Προσωπικά με ενδιαφέρουν οι σχέσεις εξουσίας και η Λίντια, μας προτείνει μέσω του φύλου και της σεξουαλικότητάς της να δούμε ωμή την αλήθεια της δυναμικής της ισχύος, χωρίς τη συνηθισμένη μάσκα του λευκού στρέιτ άνδρα».

Ο δημιουργός του «Tar» γράφει το σενάριο πάνω στις άπειρες, όπως κάθε φορά αποδεικνύεται, δυνατότητες της  Κέιτ Μπλάνσετ και η συμφωνία παίρνει σάρκα και οστά, πλάνο, το πλάνο, σεκάνς τη σεκάνς έτσι που να μην λείπει ούτε ένα τόσο δα καρεδάκι και να μην περισσεύει ούτε ένας μορφασμός, ούτε μία φράση ούτε μία έκφραση. Κάπως έτσι μαγικά συμβαίνουν τα σπουδαία έργα τέχνης. Γιατί συναντιούνται άνθρωποι, ιδέες, προβληματισμοί και φόβοι κάτω από τον ίδιο ολοκάθαρο ουρανό του ιδίου οράματος και την αγωνία του αντίστοιχου θρυμματισμού. Η σκηνοθετική ακρίβεια, η εικαστική δύναμη των πλάνων, οι λαξευμένες σεναριακές εσοχές και επιφάνειες, ο ελεγχόμενος ρυθμός, η μονταζιακή όταν απαιτείται συνεκφορά και συνίζηση, η ακρίβεια, η καθαρότητα, η σαφήνεια και βέβαια η πολυεδρική ερμηνεία της Κέιτ Μπλάνσετ κάνουν την ταινία «Tar» μια σπουδαία ταινία.

Το φιλμ είναι υποψήφιο για έξι Οσκαρ: Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, πρωτότυπου σεναρίου, φωτογραφίας, μοντάζ ενώ η πρωταγωνίστρια Κέιτ Μπλάνσετ είναι το μεγάλο φαβορί για το Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου.

Εξουσία, τι αρρώστια πια κι αυτή, πιθανόν μεγαλύτερη και από την πλεονεξία και την απληστία. Αλλά και όλο αυτό το πάθος όλων αυτών των σωτήρων, μηδενός εξαιρουμένου, «να σώσουν τον κόσμο», σε όλο το φάσμα των ιδεολογιών από την μια άκρη ίσαμε την άλλη,  το εννοήσαμε τώρα πια, δεν είναι παρά ένα άρρωστο πάθος για απόλυτη, καταστροφική, αστραφτερά διεφθαρμένη, εξουσία και τίποτα παραπάνω.