Γράφει η Ξένια Σαρατσιώτη, αρχιτέκτων μηχανικός
Ολοένα και περισσότερα είναι τα περιστατικά ακτιβιστών που «επιτίθενται» σε έργα τέχνης σε ένδειξη διαμαρτυρίας και διαδικασίας αφύπνισης για την καταστροφή του περιβάλλοντος.
Τη Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2022, δύο περιβαλλοντικοί ακτιβιστές πέταξαν ελαιώδες μαύρο υγρό στο έργο «Θάντος και Ζωή» του Gustav Klimt και ο ένας εξ αυτών κόλλησε το χέρι του- κυριολεκτικά- στο τζάμι που προστατεύει τον πίνακα στο Μουσείο Leopold της Βιέννης.
Οι ακτιβιστές διαμαρτύρονταν για την εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου, την οποία αποκάλεσαν «θανατική καταδίκη για την κοινωνία».
Στις 11 Νοεμβρίου, διαδηλωτές της οργάνωσης Stop Fracking Around έριξαν σιρόπι σε πίνακα της Emily Carr στη Γκαλερί Τέχνης του Βανκούβερ διαμαρτυρόμενες για την κλιματική αλλαγή και απαιτώντας τον τερματισμό της κατασκευής του παράκτιου αγωγού GasLink.
Στις 5 Νοεμβρίου μέλη της περιβαλλοντικής οργάνωσης Futuro Vegetal κόλλησαν τα χέρια τους στις κορνίζες των έργων «Η γυμνή μάχα» και «Η ντυμένη μάχα» του Francisco de Goya, αφού προηγουμένως είχαν γράψει με μπογιά στον τοίχο μεταξύ των έργων «+1.5ο», διαμαρτυρόμενοι για την άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας.
Στις 14 Οκτωβρίου, ακτιβιστές από την οργάνωσης Just Stop Oil έριξαν τοματόσουπα στον πίνακα του Vincent Van Gogh «Ηλιοτρόπια» εντός της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου και στη συνέχεια κόλλησαν τα χέρια τους στον τοίχο κάτω από το έκθεμα.
Στις 23 Οκτωβρίου, ακτιβιστές από την «Τελευταία Γενιά» πέταξαν πουρέ πατάτας στον πίνακα «Σωροί από άχυρα» του Claude Monet στο Μουσείο Barberini της Γερμανίας εκφράζοντας τη διαμαρτυρία τους για την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων.
Αυτά είναι μερικά από τα περιστατικά που έχουν σημειωθεί τον τελευταίο καιρό και έχουν καταστήσει τα έργα τέχνης «θύματα» των περιβαλλοντικών ακτιβιστών.
Στα περισσότερα από αυτά τα περιστατικά, τα εκθέματα δεν έχουν υποστεί φθορές είτε γιατί αποτελούν ακριβή αντίγραφα είτε γιατί βρίσκονται σε προστατευμένες προθήκες ή έμπροσθέν των υπάρχει προστατευτικό τζάμι.
Κατά το παρελθόν όμως πολλά ήταν τα δείγματα πολιτιστικής κληρονομιάς που υπέστησαν σοβαρές ζημιές από διαμαρτυρίες για ζητήματα που άπτονταν πολιτικής αντιμετώπισης μιας σειράς προβλημάτων. Έτσι, οι διαμαρτυρίες δεν περιορίζονται μόνο στο πλαίσιο του περιβαλλοντικού ακτιβισμού, αλλά αφορούσαν ζητήματα πολιτισμού και πρόσβασης σε αυτόν, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά κ.α.
Οι διαμαρτυρίες αυτές γίνονται διότι έχουν αντίκτυπο στην κοινή γνώμη ή τουλάχιστον προσπαθούν να «ταρακουνήσουν» το κοινό. Απώτερος στόχος είναι η αλλαγή της πολιτικής επί εκάστοτε θέματος. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι στο 75% των περιπτώσεων αλλαγής της πολιτικής αντιμετώπισης θέματος, η κοινή γνώμη έχει παίξει σημαντικό ρόλο.
Στην περίπτωση τώρα της επέμβασης στην πολιτιστική κληρονομιά εκ μέρους των διαμαρτυρόμενων τίθεται το ερώτημα αν αποτελεί ένα αποτελεσματικό μέσο για την προστασία του κλίματος ή αν προκαλεί εκ των προτέρων ζημιά στον σκοπό που προσπαθεί να υπηρετήσει. Επιπλέον, για ποιο λόγο επιλέγονται τα έργα τέχνης;
Στο δεύτερο ερώτημα απαντούν πολλές φορές οι ίδιοι οι ακτιβιστές υποστηρίζοντας «τι μετράει περισσότερο, η τέχνη ή η ζωή;» καθώς επίσης θεωρούν πως όπως προστατεύεται η τέχνη αντίστοιχα θα πρέπει να προστατευθεί και η ζωή. Η αντίδραση του κοινού είναι έντονη μέχρι να αντιληφθεί ότι δεν έχει προκληθεί καμία ζημιά στο έκθεμα κι έτσι έχει προκύψει το ζήτημα αν έχει νόημα ο βανδαλισμός (έστω και προσωρινός) μεγάλων έργων τέχνης ως ένας τρόπος να επιστήσουν την προσοχή στην δεδομένη οικολογική καταστροφή. Η απάντηση είναι διττή: ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι τέτοιες πράξεις είναι αποτελεσματικές και κερδίζουν την υποστήριξη πιο άτολμων ακτιβιστών, ενώ υπάρχει και η αντίθετη άποψη κατά την οποία μια τέτοια δράση θα μπορούσε να γυρίσει μπούμερανγκ και να απομακρύνει πιθανούς υποστηρικτές.
Το επιχείρημα των ακτιβιστών ότι έως τώρα ή κοινωνία εθελοτυφλεί και δεν αντιδρά στην περιβαλλοντική καταστροφή κι έτσι οφείλουν να κάνουν κάτι συνταρακτικό προκειμένου να την αφυπνίσουν, οδηγεί σε «θόρυβο».
Είναι μια μορφή αντίδρασης που σε συνδυασμό με τις εικόνες που κυκλοφορούν αποκτά δύναμη. Σύμφωνα με μελέτες, η νέα γενιά, στην οποία ανήκουν αρκετοί περιβαλλοντικοί ακτιβιστές, έχει μεγαλώσει με τη χρήση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης και γνωρίζουν τη δύναμη των εικόνων. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αρκετά σύγχρονα κοινωνικά κινήματα έχουν ξεκινήσει από τις γνωστές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Επιπλέον από τα μέσα του 21ου αιώνα υπάρχει η «τέχνη της διαμαρτυρίας» με καλλιτέχνες να παράγουν έργα κοινωνικού προβληματισμού. Είναι ένας νέος τρόπος συμμετοχής στην πολιτική διαδικασία, ενώ από το 2011 και μετά κερδίζει έδαφος στα μέσα και στις συζητήσεις μεταξύ ακαδημαϊκών και αναλυτών προκειμένου να προσεγγιστούν τέτοια φαινόμενα από διαφορετικές οπτικές. Σε κάθε περίπτωση οι νέες ακτιβιστές χρησιμοποιούν εικόνες και σύμβολα ώστε να εκφράσουν τους στόχους τους και την ταυτότητά τους, να κινητοποιήσουν και να προσελκύσουν νέους συμμετέχοντες, να προσελκύσουν τα μέσα ενημέρωσης και να κερδίσουν την υποστήριξη του κοινού.
Καταληκτικά, σε μια εποχή δραστικών αλλαγών, πολλαπλών μηνυμάτων, κοινωνικών αλλαγών, οικονομικών προβλημάτων που κατακλύζουν το κοινό με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι να αισθάνονται ένα μούδιασμα και μια αδυναμία αντίδρασης, τέτοιες ακτιβιστικές δράσεις προτού τις κατακρίνουμε οφείλουμε να εξετάσουμε τις αφορμές. Βεβαίως, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να τεθεί υπό απειλή η πολιτιστική κληρονομιά που αποτελεί την ιστορική και πολιτισμική μνήμη ενός λαού.