Γράφει ο Υποβολέας
Τον αγαπάμε πολύ τον ελληνικό κινηματογράφο. Όσο παλιότερος τόσο πιο αγαπημένος, βέβαια.
Πώς να ξεπεράσεις την κωμική μαεστρία ενός Λογοθετίδη ή Αυλωνίτη; Πώς να μην σε σημαδέψει η σεναριακή ευστοχία του Σακελλαρίου; Πώς να μην χαραχτεί στο νου η σκηνοθετική ευστροφία του Κούνδουρου, του Γεωργιάδη και τόσων άλλων.
Μετά τη δεκαετία του ’70, το ενδιαφέρον του κοινού ατόνησε. Πέρα από μικρές εξαιρέσεις, όπως ο Περάκης κι ο Παναγιωτόπουλος, ο κινηματογράφος μας κινήθηκε ανάμεσα στον ακραίο μινιμαλισμό και τον κουραστικό υπαρξιακό.
Και σιγά, σιγά, φτάσαμε στις μέρες μας. Ο “αλλόκοτος'” Λάνθημος, ο νοσταλγικός Μπουλμέτης. Και το διαχρονικό αγκάθι του ΕΚΚ και των επιλεκτικων επιχορηγήσεων. Γιατί δεν φτάνει η έλλειψη καλλιτεχνικού προσανατολισμού, πρέπει να υπάρχει και η μυρωδιά αδιαφάνειας στη διαχείριση κρατικών κονδυλίων.
Τι μαρτύριο κι αυτό; Κάποιες εποχές το Κέντρο χρηματοδοτούσε κυρίως ταινίες με ιδεολογική ταυτότητα. Τώρα αποδεικνύεται ότι δεν διαθέτει πάγια και αξιόπιστη μεθοδολογία αξιολόγησης. Ανά περίσταση, τρέχουμε να φτιάξουμε επιτροπές και καταλήγουμε στην ανυποληψία και την αμφισβήτηση των αποφάσεων.
Ήτανε στραβό το κλήμα, το έφαγε κι ο γάιδαρος. Αντί να αντιμετωπίσουμε με σοβαρότητα την καλλιτεχνική δημιουργία δίνοντας κίνητρο σε νέους ανθρώπους να καταγράψουν την οπτική τους, χανόμαστε στις τυπικότητες και την ανικανότητα να στήσουμε έναν μόνιμο μηχανισμό επιλογής.