Ο συγγραφέας Άρης Μάλαμας, που πρόσφατα συστήθηκε στο αναγνωστικό κοινό με το μυθιστόρημα “Ο Συνοψιστής” από τις εκδόσεις Ρώμη, αντιμέτωπος με τις 10+1 Ερωτήσεις που του θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας.
- Κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο σας “Ο Συνοψιστής”. Γιατί επιλέξατε αυτό τον τίτλο;
Η λέξη του τίτλου είναι «κατασκευασμένη» και θεώρησα πως μέσα από αυτήν καλύπτεται καλύτερα το περιεχόμενο. Στην πορεία της συγγραφής είχα δοκιμάσει διαφορετικούς τίτλους που όμως δεν με ικανοποίησαν και δεν μπορούσαν να αποδώσουν επαρκώς το περιεχόμενο. Με την ολοκλήρωση της ανάγνωσης ήθελα ο ιδιαίτερος τίτλος του βιβλίου να έχει απαντηθεί μέσα στο μυαλό του αναγνώστη.
- Σκιαγραφήστε μας τους πρωταγωνιστές, τα κίνητρα και τους στόχους τους.
Ο κεντρικός ήρωας ο Θωμάς, φέρει τα χαρακτηριστικά που δηλώνει το βιβλικό αυτό όνομα. Είναι ο τύπος του ανθρώπου που αμφιβάλλει. Από τις γραφές έχει μείνει στην σκέψη μας ως «ο άπιστος Θωμάς». Θα έλεγα ότι με σημερινούς όρους, πρόκειται για το άτομο που αμφισβητεί, που θέλει να εξετάσει και να βεβαιωθεί για τα δεδομένα. Αυτή η στάση έχει υποστηρίξει την πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού μέσα από την φιλοσοφία και την επιστήμη, που στηρίχτηκαν στην αμφισβήτηση και όχι στην τυφλή αποδοχή ιδεών. Όταν δεχτούμε πως έχουμε βρει τις τελικές ορθές απαντήσεις, τότε η πρόοδος παγώνει. Ο Θωμάς, ο ήρωας του βιβλίου, έχει μέσα του το «μικρόβιο» της αμφισβήτησης και επιχειρεί να αναδιατυπώσει μια νέα πρόταση, μια νέα ιδέα, για να καλύψει την εσωτερική του ανάγκη.
Τους υπόλοιπους χαρακτήρες θα προτιμήσω να τους ομαδοποιήσω σε δύο ομάδες. Σε εκείνους που συντάσσονται με τις νέες ιδέες του Θωμά, που αναγνωρίζουν πως αυτές θα ωφελήσουν τους ίδιους και την κοινωνία. Και εκείνους που θα ήθελαν οι νέες αυτές ιδέες να εξαφανιστούν.
Τα κίνητρα των αντιμαχόμενων πλευρών μάς θυμίζουν πως το είδος μας δίνει καθημερινά «μάχες» επικράτησης στο πεδίο των ιδεών. Θεωρούμε πως αν κυριαρχήσουμε αυτό είναι ισοδύναμο νίκης. Αυτό βέβαια έχει διατυπωθεί από την αρχαιότητα και εξακολουθεί να επιβεβαιώνεται στην πορεία των αιώνων.
- Τι πιστεύετε ότι θα αποκομίσει ως απόσταγμα ο αναγνώστης;
Θα συναντήσει ιδέες πρωτότυπες που θα προκαλέσουν τα πιστεύω του. Θα δει ακόμη μια φορά πως το άτομο, δεν είναι τόσο σημαντικό, όσο το σύνολο της κοινωνίας και πως στο μέλλον θα συνεχίσουμε να προχωράμε μόνο μέσα από τη συλλογική συνεργασία.
- Μπορεί να υπάρξει ορθολογική απάντηση σχετικά με το νόημα της ζωής;
Αν υπήρχε, τα ξεχωριστά μυαλά που έχουν εμφανιστεί στον πλανήτη από τα αρχαία χρόνια έως σήμερα θα την είχαν βρει. Για να μην βρίσκεται, πιθανόν σημαίνει πως ο τρόπος που χρησιμοποιούμε το «εργαλείο» μας, που λέγεται μυαλό να έχει φτάσει σε ένα όριο και δεν μπορεί να βαδίσει παραπέρα, σε αυτό το θέμα. Κάνοντας ένα γενικότερο σχόλιο οφείλω να πω πως ζούμε εδώ και χιλιάδες χρόνια τη διαδρομή του «αιτιοκρατικού πολιτισμού», ή αλλιώς τον «πολιτισμό του γιατί». Αυτό που νομίζω πως χρειαζόμαστε είναι ένα διαφορετικού τύπου ερώτημα. Λέω ερώτημα εννοώντας την διαφορετική λειτουργία του μυαλού που απαιτείται για να αλλάξει ο τρόπος που σκεπτόμαστε. Όταν φτάσουμε σε αυτό ίσως να καταφέρουμε να βρούμε μια πιο ικανοποιητική απάντηση στο αρχέγονο ερώτημα. Όπως έχει πει ο Wittgenstein, το μυαλό μας φτάνει εκεί που φτάνουν οι λέξεις που κατανοούμε. Το αρχέγονο ερώτημα φαίνεται να βρίσκεται έξω από τα όρια του τρόπου με τον οποίο λειτουργούμε. Πάντως στο μυθιστόρημά γίνεται μια απόπειρα να πέσει φως από διαφορετική γωνιά στο θέμα αυτό.
- Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Ξεκάθαρα εσωτερικό ζήτημα, μια ανάγκη να πω περισσότερα. Δεν ξεκίνησα γράφοντας ένα μυθιστόρημα. Τα βήματα ήταν σταδιακά, στην αρχή υπήρχαν σημειώσεις σκέψεων, μια πρόταση ή μερικές γραμμές. Αργότερα μικρά κείμενα, και τέλος έφτασα σε ένα εκτεταμένο έργο. Είναι σίγουρα μια πρόκληση και πάνω από όλα απόπειρα ατομικής βελτίωσης. Η σύνθεση κειμένων, είναι προνόμιο όλων των ανθρώπων, όλοι θα μπορούσαν να γράψουν, αυτή είναι η φύση μας. Οι περισσότεροι δεν το κάνουν λόγω έλλειψης κινήτρων και πειθαρχίας.
- Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;
Δεν αισθάνομαι επαρκής να την περιγράψω. Θα έλεγα μόνο πως αποτελεί την απαραίτητη συντροφιά της ανθρώπινης ύπαρξης. Αν σκεφτούμε πόσα πράγματα θα έλλειπαν από τη ζωή μας χωρίς τη λογοτεχνία, νομίζω ότι ο άνθρωπος θα ζούσε σε τεράστια μοναξιά. Συνεχίζοντας την σκέψη μου, θα μπορούσαμε να πούμε πως αποτελεί τον αντίπαλο της μοναξιάς.
- Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο;
Ίσως δεν είχαμε, ως λαός, συστηματική βοήθεια για να αγαπήσουμε το βιβλίο. Πρώτος παράγοντας είναι σίγουρα το εκπαιδευτικό σύστημα που συνέδεσε την ανάγνωση με καταναγκασμό μέσα από την απομνημόνευση. Γιατί κάποιος να αγαπήσει το μέσο που τον καταπιέζει; Το σύνδρομο της Στοκχόλμης δεν λειτούργησε αποτελεσματικά στην περίπτωσή μας.
Όταν κοιτάζουμε την κοινωνία μας, βλέπω γονείς να φροντίζουν το παιδί τους να μάθει κάποια ξένη γλώσσα, να ασχοληθεί με την μουσική ή με τον αθλητισμό, δεν έχω ακούσει κάποιον να φροντίσει το παιδί του να κατακτήσει την «τέχνη της ανάγνωσης».
Θα πρέπει το άτομο να βρει ένα κίνητρο, αυτό μας λείπει, να συνδέσουμε την ανάπτυξη της ζωής του ατόμου με το διάβασμα. Το σχολείο όπως είπαμε παραπάνω δεν επαρκεί, χρειαζόμαστε κάτι ακόμη που δεν το έχουμε βρει ως κοινωνία.
Θα πρέπει να δούμε και την άλλη πλευρά, μήπως το βιβλίο δεν προβάλλεται όσο θα έπρεπε;
Υπάρχουν κάποιες λέσχες ανάγνωσης αλλά αφορούν έναν πολύ μικρό αριθμό ατόμων.
- Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στην ψηφιακή εποχή μας;
Το βιβλίο είναι ένα πολύ παλιό μέσο επαφής των ανθρώπων με τις σκέψεις των άλλων. Ακόμη και αν αλλάζει μορφή, παραμένει ένα «αρχαίο» σύστημα. Τα νεότερα μέσα μεταφοράς πληροφορίας, είναι πιο ελκυστικά ιδιαίτερα με την χρήση της εικόνας που αξιοποιούν. Το βιβλίο πάντως εξακολουθεί να λειτουργεί ως φορέας μεταφοράς ιδεών, σκέψεων και συναισθημάτων των ανθρώπων. Υπάρχει μια δυνατότητα μοναδική στο γραμμένο βιβλίο (είτε στο χαρτί, είτε στην ψηφιακή εκδοχή του), επιτρέπει στον αναγνώστη να λειτουργήσει ελεύθερα και δημιουργικά. Μπορεί ο καθένας διαβάζοντας να πλάσει τις εικόνες που επιθυμεί. Ακόμη να φορτιστεί συναισθηματικά την στιγμή που αξιολογεί πιο σημαντική και έντονη. Σε μια άλλη περίπτωση μιας κινηματογραφικής ταινίας, για παράδειγμα, αφήνουμε τον ρόλο αυτό στον σκηνοθέτη και στους ηθοποιούς. Στην ταινία παρακολουθούμε, στο βιβλίο συμμετέχουμε ενεργά με την σκέψη και την φαντασία μας. Γι’ αυτό το διάβασμα του βιβλίου είναι περισσότερο δημιουργική κατάσταση σε σχέση με τα πιο πλούσια συστήματα που δημιουργούν όμως μια περισσότερο παθητική στάση στο μυαλό μας.
- Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;
Δε συνήθιζα ως πρόσφατα να διαβάζω το ίδιο βιβλίο δεύτερη φορά. Τελευταία μου έχει γεννηθεί αυτή η σκέψη διότι έχω ξεχάσει βιβλία που διάβασα πριν από δεκαετίες. Σε αυτό το πνεύμα θα έπαιρνα μαζί μου τα:
- Ο πειρασμός της αθωότητας (Πασκάλ Μπρυκνέρ)
- Στάσου πλάι μου (Στήβεν Κινγκ)
- Ο μικρός πρίγκιπας (Ντ. Σ. Εξυπερύ)
- Ασκητική (Ν. Καζαντζάκης)
- Ατέλειωτη ιστορία (Μίχαελ Έντε)
- Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;
Έχουμε όλοι κοινή μοίρα, οπότε είτε την πιστεύω είτε όχι θα τη συναντήσω, χαχαχα.
Γενικότερα μιλώντας, θα έλεγα ότι στη μοίρα, που νοείται ως μια προδιαγεγραμμένη πορεία ζωής, ξεκάθαρα δεν πιστεύω. Είναι μια ιδιαίτερα εγωιστική έννοια, το να θεωρούμε πως κάποιος σχεδίασε ένα σενάριο ζωής και περιμένει απλώς να μας δει να το υλοποιούμε. Πολύ ταπεινός ρόλος για μας αλλά και για τον υποτιθέμενο «υπέρτατο σχεδιαστή». Βέβαια για να είμαι δίκαιος, πολλά πράγματα στη ζωή μας καθορίζονται από το περιβάλλον που ζούμε. Οι συνθήκες δημιουργούν μια πορεία ζωής από την οποία το άτομο δύσκολα μπορεί να ξεφύγει.
Η τύχη στο δικό μου μυαλό είναι τελείως διαφορετική έννοια. Περπατώ στο πεζοδρόμιο και ένα μπαλκόνι γκρεμίζεται και με πλακώνει. Είναι τυχαίο, είναι λυπηρό το ότι βρέθηκα εκεί, αλλά κανένα σύμπαν δε συνωμότησε εναντίον μου. Φαντάζομαι πως έχει πιο ενδιαφέρουσες εργασίες, από το να περιμένει εμένα να περάσω κάτω από το συγκεκριμένο μπαλκόνι για να το ρίξει πάνω μου…
- Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στις ζωές μας;
Χρειαζόμαστε περισσότερο από όλα. Περισσότερο ρομαντισμό για να επιστρέψουμε στο φυσικό, στη ζωή, στην ελευθερία έκφρασης, αλλά ταυτόχρονα περισσότερο ρεαλισμό για να εξετάσουμε την πορεία μας, να βρούμε τις ευκαιρίες και να προκαλέσουμε την αλλαγή στη δική μας τη ζωή και στων άλλων.